Ο θάνατος του ιδρυτή της Apple Στιβ Τζομπς (ενός εκ των πλουσιοτέρων ανθρώπων του πλανήτη) προκάλεσε ένα τσουνάμι προπαγανδιστικής, εμετικής αγιογραφίας σε όλα τα ΜΜΕ, ακόμα και στα λεγόμενα «προοδευτικά» (;) μπλογκς και σάιτς.
Φυσικά στην πρώτη γραμμή της ανακήρυξης του Τζομπ σε άγιο του καπιταλισμού βρέθηκαν οι… συναγωνιστές του στην ίδια τάξη των μεγαλοκαρχαριών: τη θλίψη του εξέφρασε ο ιδρυτής της Microsoft, Μπιλ Γκέιτς:
«Για όσους από εμάς ήμασταν τυχεροί να
εργαστούμε μαζί του, ήταν μια τρομακτικά μεγάλη τιμή. Θα μου λείψει τρομερά ο Στιβ».[1]
Παρέλειψε, φυσικά, να συμπληρώσει «αλλά… ουδέν κακόν αμιγές καλού, ένας λιγότερος στον ανταγωνισμό της αγοράς»!
Ο ιδρυτής του Facebook και γνωστός φραγκοφονιάς, Μαρκ Ζούκερμπεργκ, δήλωσε (προφανώς) «κατασυγκινημένος»:
«Στιβ ευχαριστώ που υπήρξες μέντορας και φίλος. Ευχαριστώ γιατί έδειξες ότι αυτά που δημιούργησες μπορούσαν ν’ αλλάξουν τον κόσμο. Θα μου λείψεις».
Ο δε Μπαράκ Ομπάμα εξέδωσε την ακόλουθη γραπτή δήλωση:
«Ο Στιβ ήταν ανάμεσα στους μεγαλύτερους Αμερικανούς οραματιστές -αρκετά θαρραλέος ώστε να σκέφτεται διαφορετικά, αρκετά τολμηρός ώστε να πιστεύει ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο και αρκετά ταλαντούχος ώστε να το κάνει».[2]
Η νεοφιλελεύθερη εκδοχή του καπιταλισμού δεν έφερε μόνο την εκτόξευση στη στρατόσφαιρα των κοινωνικών ανισοτήτων, τις συχνές οικονομικές κρίσεις που τσακίζουν τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, τη βαρβαρότητα με τη μορφή ενός ανηλεούς κοινωνικού δαρβινισμού. Αναγκαίο συμπλήρωμα των παραπάνω είναι και η προπαγανδιστική, ιδεολογική εξύμνηση «των δυνάμεων της ελεύθερης αγοράς», που παρά τη συγκεκριμένη, υπαρκτή, δυστυχία που προσφέρει απλόχερα αποτελεί τη «μόνη οδό» -There Is No Alternative, όπως της άρεσε να επαναλαμβάνει η Μάργκαρετ Θάτσερ.
Επειδή ωστόσο αυτό το ιδεολόγημα (ο καπιταλισμός ως μονόδρομος) είναι κάπως καταθλιπτικό, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του καπιταλισμού το συνόδευσαν με ένα αναγκαίο συμπλήρωμα: την ηρωοποίηση-αγιοποίηση αδίστακτων καπιταλιστικών καθαρμάτων του είδους των Τζόμπς, Γκέιτς και Ζούκερμπεργκ. Καθάρματα που τα ΜΜΕ παρουσιάζουν ως «οραματιστές» που μάλιστα «αλλάζουν τον κόσμο».
Μια δακρύβρεχτη
αυτοπαρουσίαση-αυτοδιαφήμιση
Οι καπιταλιστές γνωρίζουν την τέχνη της αυτοπροβολής -δεν περιμένουν τα πάντα από τα τσιράκια τους, δημοσιογράφους και image makers. Στο tvxs διάβασα έναν κατάπτυστο λογύδριο του εκλιπόντος Στιβ Τζομπς στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ και για το οποίο το tvxs μας αποκαλύπτει ότι κατά τη διάρκειά του «οι περισσότεροι απόφοιτοι έκλαιγαν συνεχώς»!![3]
Ο Τζομπς αρχίζει με μια τετριμμένη τεχνική:
Προκαλεί στο κοινό του μια αίσθηση τρυφερής, συναισθηματικής αμεσότητας, λέγοντάς τους ότι ήταν υιοθετημένο παιδί μιας και «η βιολογική μου μητέρα ήταν πολύ νέα, ανύπαντρη φοιτήτρια, και αποφάσισε να με δώσει για υιοθεσία».
Αλήθεια, «πραγματικά συγκινητικό», αλλά… έπεται και συνέχεια!
Αμέσως μετά εξιστορεί πως εγκατέλειψε τις σπουδές του λόγω οικονομικών δυσκολιών, γιατί δεν «άξιζε τον κόπο οι γονείς μου να ξοδεύουν τόσα χρήματα για να σπουδάζω εγώ. Δεν έβλεπα να είχε αξία αυτή η επένδυσή τους». Ως καλός καπιταλιστής, βλέπει τις ενέργειες των γονιών του, ο αθεόφοβος, ως «επένδυση» και βγάζει το συμπέρασμα ότι δεν αξίζει η «επένδυση».
Ως φοιτητής, μας πληροφορεί, ζούσε στερημένα. Επίσης φτηνό και τετριμμένο, αλλά αναγκαίο εφέ που οδηγεί (στον κατασκευασμένα κοινωνικά αποδεκτό) μύθο του «αυτοδημιούργητου»:
«Πήγαινα σε σουπερμάρκετ και τους επέστρεφα γυάλινες μπουκάλες Κόκα Κόλα και έπαιρνα 5 σεντς τη μία και αγόραζα κάτι να φάω, και περπατούσα 7 μίλια από τη μία άκρη της πόλης στην άλλη κάθε Κυριακή βράδυ για να πάρω δωρεάν ένα πιάτο καλό φαγητό που μοίραζαν σε κάποιο ναό των Χάρε Κρίσνα».
Ας αποδομήσουμε λίγο τον μύθο του «αυτοδημιούργητου καπιταλιστή». Για ποιο λόγο ένας «αυτοδημιούργητος» καπιταλιστής πρέπει να είναι πιο αποδεκτός από κάποιον, ας πούμε, κληρονόμο μιας μεγάλης επιχείρησης; Επειδή, μήπως, ο «αυτοδημιούργητος με την αξία του» απέκτησε χρήματα εκκινώντας από χαμηλότερο κοινωνικό επίπεδο; Με αυτή τη λογική γιατί να μην είναι κοινωνικά αποδεκτός ο Αλ Καπόνε, για παράδειγμα, που αποδεδειγμένα ξεκίνησε από τον κοινωνικό πάτο για να φτάσει να γίνει μεγαλοεπιχειρηματίας (έστω μαφιόζος μεγαλοεπιχειρηματίας). Τι καθιστά τον Αλ Καπόνε μη-αποδεκτό; Το γεγονός ότι δολοφονούσε μήπως; Μα αυτή είναι μια συνήθης πρακτική «αυτοδημιούργητων» και μη καπιταλιστών. Μάλιστα τα εγκλήματα της μαφίας στην πραγματικότητα ωχριούν μπροστά σε αυτά των καπιταλιστών:
«Πριν ακόμη πουλήσει το πρώτο Pinto της στη δεκαετία του 1970, η Ford Motor Company ανακάλυψε ότι το ρεζερβουάρ είχε σχεδιαστεί εσφαλμένα, γεγονός που θα είχε ως αποτέλεσμα ν’ ανατιναχτεί το αυτοκίνητο σε ένα δυνατό τρακάρισμα. Παρόλο που οι μελέτες της εταιρείας προέβλεπαν ότι θα συνέβαιναν περισσότεροι από 180 θάνατοι, τα στελέχη της υπολόγισαν ότι η ρύθμιση των μηνύσεων που θα υποβάλλονταν εξαιτίας των θανάτων θα ήταν πολύ φτηνότερη (49,5 εκατομμύρια δολάρια) από την επισκευή όλων των αυτοκινήτων που είχαν ήδη κατασκευαστεί (137 εκατομμύρια δολάρια), έτσι αποφάσισαν να πουλήσουν τα θανατηφόρα αυτοκίνητα. Με τον τρόπο αυτό, τα αναίσθητα διευθυντικά στελέχη ακολούθησαν απλώς το δόγμα του ιδρυτή της εταιρείας, Χένρυ Φορντ, ο οποίος κάποτε είπε: «Υπάρχει κάτι το απαραβίαστο στις μεγάλες επιχειρήσεις. Οτιδήποτε είναι οικονομικά σωστό είναι και ηθικά σωστό».[4]
Όπως θα δούμε λίγο παρακάτω και ο Στιβ Τζομπς είχε βαμμένα τα χέρια του με αίμα αθώων εργαζομένων…
Ωστόσο, προς το παρόν, ας επανέλθουμε στο λογύδριο-αυτοδιαφήμιση στο Στάνφορντ. Παρά την αρχική φτώχεια, υπάρχει ένα ευτυχισμένο happy end στην ιστορία του Στιβ Τζομπς, όπως θα περίμενε κανείς σε ένα καπιταλιστικό παραμύθι: στο τέλος τα αρχικά βάσανα της φτωχικής του καταγωγής αποδείχθηκαν χρήσιμα στην πορεία του προς την κορυφή του κόσμου:
«Αλλά δέκα χρόνια μετά, κοιτώντας πίσω, ήταν πλέον πολύ σαφές. Πάλι, δεν μπορείς να συνδέσεις τα σημεία κοιτώντας εμπρός. Μπορείς να το κάνεις μόνο εάν κοιτάξεις πίσω εκ των υστέρων. Έτσι, πρέπει να έχεις εμπιστοσύνη ότι τα σημεία αυτά (ή, τα σημάδια, αν θέλετε), με κάποιον τρόπο, στο μέλλον θα ενωθούν. Πρέπει σε κάτι να έχεις πίστη. Στη διαίσθησή σου, στη μοίρα σου, στη ζωή, στο κάρμα, σε οτιδήποτε. Αυτή η προσέγγιση δεν με πρόδωσε ποτέ, και έχει κάνει όλη τη διαφορά στη ζωή μου».[5]
Αυτή η πίστη στο… «να έχεις πίστη» (κυκλικό και επομένως αυταπόδεικτο!) δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Περιγράφει πως τον απέλυσαν από την Apple (1985), πως τον επαναπροσέλαβαν (1997), πως οδήγησε την εταιρεία στην κορυφή της Wall Street. Για να καταλήξει (για μια ακόμα φορά!) ότι ο ίδιος πιστεύει στην… πίστη:
«Μερικές φορές η ζωή σε χτυπάει στο κεφάλι με ένα τούβλο. Μη χάνετε την πίστη σας. Είμαι πεπεισμένος ότι το μόνο πράγμα που με κράτησε όρθιο ήταν ότι αγαπούσα πολύ αυτό που έκανα.
Πρέπει λοιπόν και εσείς να ανακαλύψετε τι πραγματικά σας αρέσει. Και αυτό αφορά και τη δουλειά που θα κάνετε, και τον σύντροφο που θα επιλέξετε στη ζωή σας. Η εργασία θα γεμίσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής σας, και ο μόνος τρόπος για να είστε πραγματικά ικανοποιημένοι είναι να κάνετε αυτό που εσείς πιστεύετε ότι είναι μια σπουδαία δουλειά. Και ο μόνος τρόπος για να κάνει κάποιος μια σπουδαία δουλειά είναι να την αγαπήσει. Εάν δεν την έχετε ανακαλύψει ακόμα, μην απογοητευθείτε. Συνεχίστε να ψάχνετε. Μην επαναπαυτείτε. Μην συμβιβαστείτε».
Σοφά λόγια…
…τόσο σοφά που σου έρχεται η διάθεση να κόψεις τις φλέβες σου από πλήξη!
Τα success stories στον καπιταλισμό, οι περιπτώσεις επιτυχημένων επιχειρηματιών όπως ο Στιβ Τζομπς (αλλά και κατά πολύ λιγότερο επιτυχημένων από αυτόν), είναι τόσο εξαιρετικά σπάνιες, τόσο δακτυλοδεικτούμενες εξαιρέσεις, που καθιστούν τις παραπάνω παραινέσεις άνευ ουσίας αερολογίες. Οι επιτυχημένοι μεγαλοκαπιταλιστές (που δεν ξεπερνούν στο συνολικό πληθυσμό μιας χώρας το 1-2%) αποτελούν εξαίρεση που θυμίζει όσους πέφτουν από αεροπλάνα με ελαττωματικά αλεξίπτωτα. Κάποιοι (ελάχιστοι) θα γλυτώσουν το θάνατο από θαύμα, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία θα σκοτωθεί. Η προπαγάνδα θυμάται μόνο τους επιζήσαντες, ποτέ τη συντριπτική πλειοψηφία. Ξεχνιέται με άλλα λόγια η τεράστια μάζα όσων είχαν επιχειρηματικά «οράματα» του είδους του Τζομπς και, ενδεχομένως, πολύ περισσότερα επιχειρηματικά ταλέντα από τον ίδιο, αλλά απλά απέτυχαν και συντρίφτηκαν. Και φυσικά ούτε λόγος για τη μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων που θα μείνει σε όλη της τη ζωή μισθοσυντήρητη. Αλλά, αν η επιτυχημένη (μεγάλη) επιχειρηματική δραστηριότητα είναι τόσο σπάνια δεν μπορεί παρά να σημαίνει ένα μόνο πράγμα: η επιτυχία έχει να κάνει περισσότερο με την τύχη, στο ότι έτυχε να βρέθηκε κάποιος στις «σωστές συνθήκες» και με τους «σωστούς ανθρώπους», παρά με την ικανότητα ή τα επιχειρηματικά «οράματα».
Στη συνέχεια της ομιλίας του στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, ο Τζομπς αναπτύσσει τις σκέψεις του πάνω στη ζωή και το θάνατο, τόσο θλιβερά κοινότοπες που δεν αξίζει τον κόπο να αναφερθεί κανείς (το να τις διαβάσεις αποτελεί πράξη αυτοτιμωρίας…). Ωστόσο καταλήγει στο απαύγασμα της προσωπικής του σοφίας που δεν είναι άλλο από:
«Μείνε πεινασμένος. Κάνε την τρέλα σου. Αυτό ευχόμουν και εγώ πάντοτε για τον εαυτό μου. Και τώρα, καθώς αποφοιτάτε για να αρχίσετε μια καινούρια ζωή, εύχομαι και για σας το ίδιο, ακριβώς, πράγμα: Μείνετε πεινασμένοι. Κάντε την τρέλα σας».[6]
Ένα είναι σίγουρο: οι ακροατές του έμειναν, κυριολεκτικά και μεταφορικά, πεινασμένοι (αν δεν πέθαναν από βαρεμάρα)!
Η εισβολή του Πραγματικού
Ο Τζομπς φυσικά δεν έμεινε πεινασμένος ούτε μεταφορικά ούτε κυριολεκτικά. Η προσωπική περιουσία του ήταν 8,3 δισεκατομμύρια δολάρια.[7] Η χρηματιστηριακή αξία της Apple είναι 362 δισεκατομμύρια δολάρια, η εταιρεία έχει ρευστό 76 δισεκατομμύρια δολάρια τι στιγμή που το υπουργείο οικονομικών των ΗΠΑ έχει 74 δισεκατομμύρια…[8]
Πως αποκτήθηκαν αυτά τα χρήματα; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εξαφανίζει την αγιοποιημένη εικόνα του Τζομπς και φέρνει στην επιφάνεια το πραγματικό του πρόσωπο: αυτό ενός αδίστακτου, δολοφονικού καπιταλιστή.
Τα προϊόντα της Apple, ειδικότερα τα iPads και iPhones, τα κατασκευάζει μια κινεζική εταιρεία, η Foxconn. Οι συνθήκες εργασίας στην Foxconn είναι εντελώς απάνθρωπες: εξαντλητικά ωράρια (η εταιρεία εξαναγκάζει τους εργάτες της να δουλεύουν υπερβαίνοντας στο τριπλάσιο το νόμιμο χρόνο εργασίας στην Κίνα) που έχουν οδηγήσει σε κύμα αυτοκτονιών μεταξύ των εργατών. Μόνο το 2010 στο εργοστάσιο της Foxconn στο Shenzhen αυτοκτόνησαν 10 εργάτες. Η βρετανική εφημερίδα Daily Mail περιγράφει τις συνθήκες στο εργοστάσιο:
«Αντιμετωπίσαμε ένα παράξενο, ενοχλητικό κόσμο όπου οι νέες προσλήψεις γίνονται με στρατιωτικό τρόπο, οι εργαζόμενοι διατάζονται να στέκονται προσοχή στον ύμνο της εταιρείας και διαμένουν σε στρατώνες-σπίτια όπως οι κότες -όλα αυτά για λίγο περισσότερο από 20 λίρες την εβδομάδα.
Σε ότι έχει ονομαστεί το «i-Εργοστάσιο Εφιάλτης», το σκάνδαλο επικεντρώνεται σε δύο συγκροτήματα κοντά στο Shenzhen, πριν από δύο δεκαετίες ένα μικρό ψαρολίμανο και τώρα μια πόλη 17 εκατομμυρίων ανθρώπων.
Αυτό είναι το επίκεντρο των εργασιών για την Foxconn, το μεγαλύτερο εξαγωγέα της Κίνας, η οποία παράγει προϊόντα για την Apple χρησιμοποιώντας 420000 ανθρώπους εργατικό δυναμικό στο Shenzhen. Η εταιρεία έχει 800.000 εργαζόμενους σε ολόκληρη τη χώρα.
Και καθώς ο Τζομπς μιλούσε στο Σαν Φρανσίσκο [όταν ανακοίνωσε το iPhone], νέα μέτρα παίρνονταν από την Foxconn για να αποτρέψει το σκάνδαλο των αυτοκτονιών από το να βλάψει τις πωλήσεις της Apple σε παγκόσμιο επίπεδο.
Εκπληκτικά, αυτό συνεπάγεται να εξαναγκαστούν όλοι οι εργαζόμενοι της Foxconn να υπογράψουν ένα νέο νομικά δεσμευτικό έγγραφο υποσχόμενοι ότι δεν θα αυτοκτονήσουν».[9]
Η απάντηση στις επικρίσεις του Τζομπς και της Apple ήταν να στείλουν στην Foxconn ειδικούς για την «πρόληψη των αυτοκτονιών» και για «την καλύτερη εκπαίδευση του προσωπικού, για καλύτερη επίβλεψή του ώστε να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα».[10] Επιπλέον, η Apple ζήτησε από τα εργοστάσια που παράγουν προϊόντα της οι εργαζόμενοι να μην απασχολούνται «περισσότερο των 60 ωρών την εβδομάδα»! Ωστόσο (σύμφωνα με έρευνα της ίδιας της Apple) μόνο το 57% των εργοστασίων συμμορφώθηκε με την οδηγία. Πιο πρακτική (από τις προσχηματικές παρενέσεις του Τζομπς) η Foxconn έφτιαξε ένα ατσάλινο δίχτυ ώστε να εμποδίζονται οι εργαζόμενοί της να αυτοκτονούν πέφτοντας από τα παράθυρα…
Αλλά το ξεζούμισμα των εργαζομένων του ο Τζομπς δεν το περιόριζε μόνο για τους Κινέζους, το εφάρμοζε και στο εσωτερικό της χώρας του, στις ΗΠΑ. Στα καταστήματα της Apple στις ΗΠΑ οι εργαζόμενοι δουλεύουν κατά πλειοψηφία ως part-time, εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης με πενιχρές απολαβές. Προτιμώνται οι εργαζόμενοι μέχρι τα 30 τους χρόνια ενώ απολύονται αδίστακτα όσοι υπερβαίνουν το ηλικιακό αυτό όριο. Ακόμα, ο Τζόμπς και η Apple έχουν κάνει (μυστικές φυσικά) συμφωνίες με τις άλλες εταιρείες λογισμικού να κρατούν τους μισθούς των εργαζομένων τους προγραμματιστών σε τεχνικά χαμηλά επίπεδα.[11]
Ιδού λοιπόν το «μυστικό» ενός «οραματιστή» καπιταλιστή:
Δεν υπάρχει κανένα μυστικό! Πλούσιος, διάσημος ακόμα και… «άγιος» άμα λάχει, γίνεσαι πάντοτε με τη δοκιμασμένη συνταγή:
Με το αίμα και τον ιδρώτα των άλλων…
Σχόλια