Τη χορήγηση συντάξεων με βάση τις εισφορές
ολόκληρου του εργασιακού βίου και χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης (του ν.
3863/10) ακόμη και για τους «παλαιούς» ασφαλισμένους -που διατηρούν,
παρά τις τελευταίες αλλαγές στο Ασφαλιστικό, ευνοϊκότερο τρόπο
υπολογισμού για τον χρόνο ασφάλισης έως το 2010- εισηγούνται μέλη της
Επιτροπής «σοφών» για το νέο συνταξιοδοτικό.
Η εισήγηση αναμένεται να υποβληθεί στη συνεδρίαση της Επιτροπής
Κατρούγκαλου την επόμενη εβδομάδα, με δεδομένη την προβλεπόμενη από το
τρίτο μνημόνιο ενοποίηση (το 2016) «υπό την ομπρέλα» του ΙΚΑ όλων των
Ταμείων κύριας ασφάλισης και στο πλαίσιο της αναζήτησης «ισοδύναμων»
μέτρων για να «καλυφθούν» τα ελλείμματα της κοινωνικής ασφάλισης χωρίς
νέες «αδικαιολόγητες» περικοπές στις συντάξεις.
Σύμφωνα με τη σχετική εισήγηση, η εφαρμογή ενιαίου τρόπου υπολογισμού
όλων των συντάξεων θα «εξαφανίσει» τα ειδικά καθεστώτα που εξακολουθούν
να ισχύουν κυρίως στα ειδικά ταμεία (ΔΕΚΟ, τραπεζών κ.α.) ύστερα από
την κατάργηση των κοινωνικών πόρων, θα απλοποιήσει τον τρόπο απονομής
των συντάξεων και θα εξοικονομήσει πόρους για το σύστημα κοινωνικής
ασφάλισης.
Με βάση την τελευταία αλλαγή του συνταξιοδοτικού, όσοι
συνταξιοδοτούνται μετά την 1η/1/2015 λαμβάνουν ένα τμήμα σύνταξης που
αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισής τους έως 31/12/2010, σύμφωνα με τις
καταστατικές διατάξεις των Ταμείων τους (ποσοστά αναπλήρωσης από 70% και
πάνω για 35ετία), και δεύτερο τμήμα, αναλογικό του χρόνου ασφάλισής
τους από 1/1/2011 με βάση τις εισφορές και μέρος της βασικής σύνταξης.
Αντιθέτως, η σύνταξη ενός ασφαλισμένου για πρώτη φορά από την 1η/1/2011
και μετά υπολογίζεται, για ολόκληρο τον εργασιακό βίο, με βάση
χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης.
Τα «ανοίγματα»
Το έλλειμμα στα ταμεία κύριας ασφάλισης υπολογίζεται να φτάσει το
2016 στα 2,4 δισ. ευρώ, ποσό που είναι αδύνατο να «καλυφθεί» από τα
μέτρα που ήδη έχουν ψηφιστεί και τα οποία θα αρχίσουν να «ωριμάζουν» από
το 2018 και μετά (άμεση εξοικονόμηση φέρνουν μόνο οι αυξημένες εισφορές
ασθενείας των συνταξιούχων που, όμως, αποδίδονται στον... ΕΟΠΥΥ).
Παράλληλα, το τρίτο Μνημόνιο ζητά να βρεθούν, έως τον Οκτώβριο, νέα
μέτρα ύψους 1% του ΑΕΠ (1,7 - 1,8 δισ. ευρώ) για το 2016, χωρίς να
υπολογίζεται το κόστος (έως 4 δισ. ευρώ) από την τυχόν εφαρμογή της
απόφασης του ΣτΕ, που έχει κρίνει ως αντισυνταγματικές, επειδή δεν
συνοδεύονταν από οικονομική μελέτη, τις παρακρατήσεις εισφορών στις
συντάξεις άνω των 1.000 ευρώ, την ολοσχερή κατάργηση των δώρων κ.α. Μέλη
της Επιτροπής εκτιμούν ότι η παρακράτηση των εισφορών θα
επανανομοθετηθεί και δεν αποκλείεται να συμπεριλάβει όλες τις συντάξεις
(με αναλογικά ποσοστά κρατήσεων).
«Ισοδύναμα» για τις «ρήτρες»
Κορυφαία μέλη της Επιτροπής Κατρούγκαλου θεωρούν ότι αν δεν αλλάξει η
αρχιτεκτονική του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης είναι αδύνατον να
βρεθούν... ισοδύναμα για να αποφευχθούν νέες μειώσεις στις επικουρικές
και στα εφάπαξ με βάση τις ρήτρες μηδενικών ελλειμμάτων. Με το έλλειμμα
στα επικουρικά ταμεία κοντά στο 1,3 δισ. ευρώ το 2016 και στα ταμεία που
χορηγούν εφάπαξ στα 900 εκατ. ευρώ, εισηγούνται αντί της αύξησης
εισφορών και της περικοπής παροχών:
Για τα επικουρικά είτε την ενοποίηση με την κύρια ασφάλιση (που όμως
έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά και προβλέπει την υποχρεωτική κρατική
συμμετοχή, στο πλαίσιο της τριμερούς χρηματοδότησης), είτε τη μετατροπή
τους σε ταμεία επαγγελματικής ασφάλισης. Για τα Ταμεία Πρόνοιας
προτείνεται η ενοποίησή τους κατά τα πρότυπα του ΕΤΕΑ σε ένα ενιαίο
ταμείο.
Οπως σημειώνει στην «Ημερησία» ο γενικός διευθυντής του Ταμείο
Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων Ν. Καλάκος, η ενοποίηση και το «μπλόκο» στις
πρόωρες συνταξιοδοτήσεις ακόμη και για τους «παλαιούς» ασφαλισμένους,
«καθιστούν βραχυπρόθεσμο» το ταμειακό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα
Ταμεία Πρόνοιας (37.000 εφάπαξ παραμένουν απλήρωτα), ενώ έως το 2019 οι
εισφορές των «εν ενεργεία» υπαλλήλων θα επαρκούν για να πληρώνονται τα
εφάπαξ.
Νέα μέτρα
Με βάση το τρίτο μνημόνιο, τον Οκτώβριο πρέπει να οριστικοποιηθούν
επιπλέον παραμετρικές αλλαγές στο Ασφαλιστικό, οι οποίες θα τεθούν σε
ισχύ από την 1η/1/2016. Αν δεν βρεθούν «ισοδύναμα» θα πρέπει: Να
αυξηθούν όσες εισφορές παραμένουν χαμηλές ή είναι αναντίστοιχες σε σχέση
με τις παροχές είτε λόγω των εσόδων από κοινωνικούς πόρους (προβλέπεται
να καταργηθούν από τις 31 Οκτωβρίου), είτε εξαιτίας της υψηλής
χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό (π.χ. για τους αγρότες). Να
γίνουν νέες μειώσεις στις καταβαλλόμενες συντάξεις.