Χωρίς περισσότερη βοήθεια η Ελλάδα πιθανότατα θα παραμείνει στην εντατική, σύμφωνα με εκθέσεις που παρουσίασαν ειδικοί σε συνέδριο του Ινστιτούτου Brookings την Πέμπτη. Όπως αναφέρουν, αν και ο βραχυπρόθεσμος κίνδυνος της πτώχευσης έχει εξαλειφθεί, η χώρα μπορεί να ανακάμψει μόνο με περαιτέρω σημαντική διεθνή βοήθεια.
Κοιτώντας τις μελλοντικές προοπτικές του ελληνικού ζητήματος, η οικονομολόγος του Πανεπιστημίου του Harvard, Carmen Reinhart, σημείωσε πως η Ελλάδα έχει βρεθεί σε έναν κύκλο υπερβολικού δανεισμού και πτωχεύσεων από το 1833 και πως ακόμη αποπλήρωνε εκείνο το πρώτο δάνειο 100 χρόνια αργότερα.
Όπως τόνισε η ειδικός, χρειάζεται «δραματική δράση» για να σπάσει αυτός ο κύκλος, ενώ κατέληξε πως ένα σημείο-κλειδί σε οποιαδήποτε λύση θα ήταν ένα βαθύ ονομαστικό κούρεμα στο κυβερνητικό –και αν είναι δυνατόν στο ιδιωτικό- χρέος.
Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης, Κύπριος οικονομολόγος του London School of Economics, ο οποίος τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Οικονομικών το 2010, τόνισε όπως αναφέρει το euro2day, πως η Ελλάδα ακόμη υποφέρει από διαρθρωτικά προβλήματα, όπως είναι η χαμηλή παραγωγικότητα και η έλλειψη ανταγωνισμού. Αυτό δημιουργεί μία χρονοκαθυστέρηση σε μεταρρυθμίσεις, για την οποία η Ελλάδα θα χρειαστεί βοήθεια από τους διεθνείς θεσμούς. Όπως ανέφερε, η καθυστέρηση αυτή θα διαρκέσει μάλλον περισσότερο από τα τρία ή τέσσερα χρόνια που αποτελούν το χρονικό πλαίσιο για τα προγράμματα οικονομικών μεταρρυθμίσεων άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Ο Christopher House του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν υπογράμμισε πως η επιβεβλημένη στην Ελλάδα λιτότητα θα είναι επώδυνη. Θα υπάρξουν μεγάλες πτώσεις στην παραγωγή, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, ακόμη και στην περίπτωση που καθυστερήσουν οι περικοπές στον προϋπολογισμό.
Τέλος, ο Julian Schumacher του Πανεπιστημίου του Mainz επεσήμανε πως η Ελλάδα θα αποπληρώνει δάνεια στους ευρωπαϊκούς θεσμούς μέχρι το 2054. Τόνισε πως οι χώρες της ευρωζώνης θα έπρεπε να εξετάσουν το ενδεχόμενο άφεσης χρέους, έπειτα από μακρά περίοδο καλού ιστορικού στις πολιτικές, όπως έκαναν το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα στην περίπτωση των φτωχότερων χωρών του κόσμου.