«Δώρον άδωρον» αποδεικνύεται για τους ιδιοκτήτες των μισών ακινήτων της χώρας η αναδρομική μείωση των αντικειμενικών αξιών από τον Μάιο του 2015 που θα έφερνε ελαφρύνσεις για τους ιδιοκτήτες ακινήτων. Στην πράξη αποδεικνύεται ότι τουλάχιστον οι μισοί ιδιοκτήτες διαμερισμάτων, μονοκατοικιών και οικοπέδων εντός σχεδίου δεν πρόκειται να δουν καμία ελάφρυνση εξαιτίας της μείωσης των αξιών, καθώς ο βασικός φόρος ακινήτων παραμένει αμετάβλητος για τους ιδιοκτήτες περισσότερων από 5,6 εκατομμυρίων ακινήτων.
Τα τελικά στοιχεία από την εκκαθάριση του φετινού ΕΝΦΙΑ – τα εκκαθαριστικά θα σταλούν μέσα στο τελευταίο 10ήμερο του Αυγούστου- διαλύουν αρκετούς από τους «μύθους» που επιχειρεί να καλλιεργήσει η κυβέρνηση ενόψει της αποστολής των εκκαθαριστικών.
Για τους ιδιοκτήτες 1,25 εκατομμυρίων ακινήτων, δεν προκύπτει καν μείωση αντικειμενικής αξίας εξαιτίας του ότι το υπουργείο Οικονομικών δεν μείωσε τις τιμές στις πολύ φθηνές και στις πολύ ακριβές περιοχές της χώρας. Έτσι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η «Ν», σε σύνολο περίπου 15,5 εκατομμυρίων ιδιοκτησιών, για τις 6,89 εκατομμύρια ή για το 45% δεν προκύπτει καμία μείωση του βασικού φόρου.
Το «περίεργο» φαινόμενο, να μειώνεται η αξία των ακινήτων και να μην μειώνεται η φορολογική επιβάρυνση τη στιγμή μάλιστα που ο ΕΝΦΙΑ εξαρτάται από την τιμή ζώνης όπου βρίσκεται το ακίνητο, ερμηνεύεται ως εξής: ο ΕΝΦΙΑ, υπολογίζεται ανά τετραγωνικό μέτρο με ποσά που ξεκινούν από τα 2 ευρώ ανά μέτρο και φτάνουν στα 13 ευρώ ανά μέτρο ανάλογα με την τιμή ζώνης σε κάθε περιοχή (σ.σ μάλιστα τα ποσά αυτά προσαυξάνονται ανάλογα και με την παλαιότητα του ακινήτου). Η αντίστοιχιση τιμής ζώνης και φόρου, γίνεται ως εξής:
- Για ακίνητα σε περιοχές με τιμή ζώνης έως 500 ευρώ, επιβάλλεται φόρος 2 ευρώ ανά τετραγωνικό.
- Για ακίνητα από 501-750 ευρώ, φόρος 2,8 ευρώ.
- Για ακίνητα από 751 έως 1000 ευρώ 2,9 ευρώ
- Για ακίνητα από 1001 έως 1500 ευρώ φόρος 3,7 ευρώ
- Για ακίνητα από 1501 έως 2000 ευρώ, φόρος 4,5 ευρώ
Για ακίνητα από 2001 έως 2500 ευρώ φόρος 6 ευρώ ανά μέτρο κ.ο.κ. (σ.σ το ανώτερο ποσό των 13 ευρώ ανά μέτρο επιβάλλεται στα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές με τιμή ζώνης 5000 ευρώ και άνω).
Για 5.628.368 ακίνητα, η μείωση της τιμής ζώνης ήταν τέτοια ώστε να μην προκαλέσει και μείωση του φόρου ανά τετραγωνικό μέτρο. Αποκαλυπτικά είναι τα αναλυτικά στοιχεία του υπουργείου ΟΙκονομικών
Για 253.384 δικαιώματα, η τιμή ζώνης μειώθηκε από τα 650 στα 600 ευρώ και ο φόρος παρέμεινε σταθερός στα 2,8 ευρώ ανά μέτρο.
Για 577.923 δικαιώματα, η τιμή ζώνης μειώθηκε από τα 700 στα 650 ευρώ το τετραγωνικό με τον φόρο να παραμένει και πάλι στα 2,8 ευρώ
221.381 ιδιοκτησίες εντοπίστηκαν σε περιοχές όπου η τιμή ζώνης μειώθηκε από τα 750 στα 700 ευρώ.
Για συνολικά 1,3 εκατομμύρια δικαιώματα επί ακινήτων, ο φόρος παρέμεινε στα 2,9 ευρώ. Πρόκειται για ακίνητα η τιμή ζώνης των οποίων μειώθηκε μεν αλλά παρέμεινε στην περιοχή των 751-1000 ευρώ.
«Πάγωμα» φόρου, προέκυψε και σε εκατοντάδες χιλιάδες περιπτώσεις όπου οι τιμές ζώνης μειώθηκαν ακόμη και πάνω από 15%. Ειδικότερα, 608.681 ιδιοκτησίες, βρίσκονται σε περιοχές που μέχρι σήμερα είχε τιμή ζώνης 1300 ευρώ το μέτρο. Η τιμή μειώθηκε στα 1100 ευρώ ήτοι κατά 15,38%. Παρ’όλα αυτά, ο φόρος παρέμεινε αμετάβλητος στα 3,7 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Αντίστοιχα, στα ακίνητα που βρίσκονταν σε περιοχές με τιμή ζώνης 1400 ευρώ το μέτρο μέχρι και τον Μάιο του 2015, η νέα τιμή ορίστηκε στα 1200 ευρώ ήτοι 14,28% χαμηλότερα. Και πάλι όμως, ο φόρος παρέμεινε αμετάβλητος στα 3,7 ευρώ ανά μέτρο.
Το γεγονός ότι το 45% των ιδιοκτησιών –είτε λόγω του τεχνάσματος που προαναφέρθηκε είτε εξαιτίας του ότι δεν άλλαξε η αντικειμενική αξία- θα επιβαρυνθούν και φέτος με τον ίδιο φόρο συγκριτικά με πέρυσι, περιόρισε τις απώλειες εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ εξαιτίας της εφαρμογής νέων αντικειμενικών αξιών στα μόλις 100 εκατ. ευρώ. Αυτό το ποσό, αφορά μόνο στον κύριο φόρο και όχι στον συμπληρωματικό. Εκεί, οι απώλειες εσόδων ήταν σαφώς μεγαλύτερες καθώς η μείωση των αξιών των ακινήτων –μεσοσταθμικά κατά 13% όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία- προκαλεί πολλαπλάσια μείωση του συμπληρωματικού φόρου λόγω της κλίμακας. Τα 100 εκατ. ευρώ του βασικού φόρου αλλά και τα «κενά» του συμπληρωματικού, η κυβέρνηση έσπευσε να τα καλύψει μειώνοντας το όριο απαλλαγής του συμπληρωματικού φόρου από τα 300.000 ευρώ στα 2000 ευρώ και αυξάνοντας τους συντελεστές υπολογισμού του συμπληρωματικού φόρου.