Τρεις στους τέσσερις Έλληνες αδυνατούν να είναι συνεπείς στην πληρωμή των λογαριασμών τους, ενώ το 68% δηλώνει ότι δεν μπορεί να πληρώσει τα χρέη του. Ο μισθωτός στην Ελλάδα πληρώνει, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το 60% του μισθού σε φόρους και εισφορές, ποσοστό που είναι σχεδόν 20 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από τη Γερμανία και 70% περισσότερο από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
Και υπό αυτές τις συνθήκες, κατατίθεται ένας ακόμα προϋπολογισμός με φοροεισπρακτικό χαρακτήρα, προκειμένου το ελληνικό κράτος να γεμίσει τον κουβά, δίχως πάτο...
Αλλά τελικά τι καλούνται οι φορολογούμενοι να πληρώσουν και τι κάνει το κράτος κάθε 100 ευρώ που πληρώνουμε σε φόρους; Πώς κατανέμεται αυτό το ποσό; Τα αποτελέσματα της εφαρμοζόμενης αλόγιστης οικονομικής πολιτικής τα τελευταία κυρίως σαράντα χρόνια αποτυπώνονται στον παρατιθέμενο πίνακα, όπου εμφαίνονται οι τεράστιες «τρύπες», πως δηλαδή φεύγουν τα φορολογικά έσοδα ανά 100 ευρώ και τα δάνεια που αναγκάζεται να παίρνει η χώρα μας για να καλύπτει τα συνεχή κρατικά ελλείμματα.
Από τους φόρους των 100 ευρώ που πληρώνουν οι Έλληνες όπως αποκαλύπτει σήμερα το protothema.gr, το μεγαλύτερο μέρος (γύρω στο 40%) πηγαίνει για μισθούς και συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων κι ένα άλλο εξίσου σημαντικό (πάνω από το 30%) πηγαίνει για ασφάλιση και περίθαλψη. Να σημειωθεί ότι οι συνταξιούχοι του ελληνικού δημοσίου έχουν αυξηθεί από το 2012 σε 478.168 από 439.682. Σημαντική παρατήρηση ότι περισσότεροι ανήκουν στην κατηγορία "πολιτικοί" και αυξάνονται και πληθύνονται...
Επίσης, σε μια μακρά περίοδο Μνημονίων, για τις λειτουργικές καταναλωτικές δαπάνες του Δημοσίου ο Έλληνας φορολογούμενος δίνει σταθερά περίπου 12 ευρώ από τα 100 ευρώ φόρους και πάνω από 12 ευρώ για τόκους. Μια ακόμα τεράστια «τρύπα» εντοπίζεται στις εγγυήσεις που δίνει το Δημόσιο για τη δανειοδότηση κυρίως ζημιογόνων δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών. Από αυτήν την «τρύπα» φεύγουν κάθε χρόνο πάνω από τρία ευρώ από τα 100 ευρώ από φόρους.
Χάνουμε 10 δισ. ευρω το χρόνο
Είναι μελαγχολική η διαπίστωση ότι το σύνολο των δημόσιων εσόδων από άμεσους και έμμεσους φόρους το 2016, παρά την αύξηση των φορολογικών συντελεστών, είναι σε επίπεδα σαφώς χαμηλότερα από τα αντίστοιχα του «επάρατου» 2009, όταν σημειώθηκε σημαντική καθίζηση και συντριβή όλων των σχετικών προβλέψεων για το έτος αυτό. Εκτιμάται ότι το σύνολο των φορολογικών εσόδων θα ανέλθει το 2016 στα 45,8 δις. ευρώ, έναντι 49,7 δις. ευρώ το 2009, ενώ για το 2017 προβλέπεται αύξησή τους κατά ένα περίπου δις. ευρώ, από την ισόποση αύξηση των έμμεσων φόρων (26,4 δις. ευρώ έναντι 25,1 δις ευρώ το 2016).
Παρά την αύξηση των φορολογικών συντελεστών (εισοδήματος και ΦΠΑ) σημειώνεται μεγάλη απώλεια εσόδων, διότι, όπως πάλι επισημαίνει ο ΟΟΣΑ το 2011, περιορίζεται σημαντικά η φορολογική αποδοτικότητα του ΦΠΑ , η οποία είναι γύρω στο 0,44, έναντι 0,71 του μέσου όρου του ΟΟΣΑ. Όπως σημειώνει ο ΟΟΣΑ, αν η Ελλάδα πετύχαινε τη μέση αποδοτικότητα στην είσπραξη του ΦΠΑ, δηλαδή το 0,70 περίπου, τότε θα εξασφάλιζε υψηλότερες αντίστοιχες ετήσιες εισπράξεις περίπου 10 δις. ευρώ ή 5% περίπου του ΑΕΠ. Όλα αυτά σημαίνουν ότι δεν θα αναγκαζόταν καμιά ελληνική κυβέρνηση να προβαίνει συνεχώς σε περικοπές μισθών και συντάξεων και σε εφαρμογή φορομπηχτικής πολιτικής που βαθαίνουν συνεχώς την ύφεση.