Ένα νέο πλαίσιο ειδικής εκκαθάρισης, που θα επιτρέπει τη ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων εντός 12 μηνών, υπόσχεται να φέρει η κυβέρνηση, ικανοποιώντας καταρχήν ένα πάγιο αίτημα της αγοράς αλλά και των θεσμών.
Στην αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει το σχέδιο νόμου για το νέο πτωχευτικό κώδικα, αναφέρεται ότι η διαδικασία της ειδικής εκκαθάρισης προτείνεται να τεθεί εκτός της ρυθμιζόμενης ύλης καθώς τελεί σε αναντιστοιχία με τις υπόλοιπες διατάξεις του κώδικα.
Η κυβέρνηση, μάλιστα, αποκαλύπτει τις προθέσεις της γύρω από το πώς θα αναμορφωθεί το πλαίσιο ειδικής εκκαθάρισης, σημειώνοντας ότι στόχος είναι «να καταστεί δυνατή η συσχέτιση και ενδεχομένως η αφομοίωση της ειδικής εκκαθάρισης από τη συναφή διαδικασία ειδικής διαχείρισης του νόμου Δένδια».
Αυτό σημαίνει ότι η σχετική διάταξη του νόμου Δένδια για την ειδική διαχείριση θα αποτελέσει τη βάση για το νέο πλαίσιο εξυγίανσης, με μικρές βελτιωτικές τροποποιήσεις, όπως για παράδειγμα να μπορεί ο ίδιος ο οφειλέτης να καταθέτει αίτημα εκκαθάρισης.
Ο νόμος Δένδια περιλάμβανε την παροχή δυνατότητας σε πιστωτές που κατείχαν το 40% των συνολικών υποχρεώσεων επιχείρησης, να αιτούνται την εγκατάσταση ειδικού διαχειριστή, εφόσον η εταιρεία βρίσκεται σε γενική και μόνιμη αδυναμία εκπλήρωσης υποχρεώσεων ή εμφανίζει αρνητική καθαρή θέση επί δύο χρήσεις.
Ο ειδικός διαχειριστής αναλαμβάνει να προχωρήσει σε απογραφή των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας και εν συνεχεία να προκηρύξει δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκποίηση μέρους ή του συνόλου του ενεργητικού της, με διαδικασίες-εξπρές. Στόχος είναι να επιτευχθεί η πλήρης εξόφληση των πιστωτών, που λειτουργούν ως εντολείς του.
Παρόμοια πρόβλεψη ζητούν τράπεζες και υποψήφιοι servicers να περιλαμβάνει και το νέο πλαίσιο καθώς αποτελεί χρήσιμο εργαλείο, αφενός, άσκησης πίεσης σε στρατηγικούς κακοπληρωτές, αφετέρου, γρήγορης ρευστοποίησης εμπράγματων εξασφαλίσεων.
Παρότι ο νόμος Δένδια δεν πρόλαβε να εφαρμοσθεί ευρέως, λόγω της έντονης αβεβαιότητας που ακολούθησε την ψήφισή του (σ.σ. εκλογές, η άγονη διαπραγμάτευση του α' εξαμήνου του 2015, επιβολή capital controls, απαγόρευση πλειστηριασμών κ.ά.), η μέχρι τώρα εμπειρία από τη χρήση του είναι ικανοποιητική.
Οι τράπεζες άρχισαν να εφαρμόζουν τις διατάξεις του νόμου από τη φετινή χρονιά, με έμφαση σε κλάδους όπως ο τουριστικός. Κάποιοι επιχειρηματίες, υπό την απειλή της απώλειας ελέγχου των εταιρειών τους, ενέδωσαν στο τελεσίγραφο και ρύθμισαν τα δάνειά τους, ενώ στις υπόλοιπες περιπτώσεις υπήρξε «έξωση» διοικήσεων και εγκατάσταση ειδικών διαχειριστών.
Παρότι ο αριθμός των περιπτώσεων είναι μικρός και δεν αποτελεί αξιόπιστο δείγμα, οι τράπεζες σημειώνουν την ανάγκη η ρύθμιση να παραμείνει, καθώς έχουν μπροστά τους την επίτευξη ιδιαίτερα φιλόδοξων στόχων. Τα πλάνα που κατέθεσαν στον SSM οι τέσσερις συστημικές τράπεζες προβλέπουν την είσπραξη περίπου 11,5 δισ. ευρώ, από εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων ως το τέλος του 2019.
Η ονομαστική αξία των δανείων, των οποίων τα υποθηκευμένα περιουσιακά στοιχεία θα οδηγηθούν σε εκποίηση, θα είναι βεβαίως πολύ υψηλότερη. Η διαφορά, μεταξύ του στόχου εισπράξεων και της ονομαστικής αξίας των δανείων, θα καλυφθεί από διαγραφή προβλέψεων.
Με δεδομένο ότι ο μεγαλύτερος όγκος εισπράξεων από εκποιήσεις θα έρθει από τα επιχειρηματικά δάνεια, οι τράπεζες επιδιώκουν η ρύθμιση αναγκαστικής διαχείρισης του νόμου Δένδια να παραμείνει βελτιούμενη και στη νέα ρύθμιση εξωδικαστικής διευθέτησης.
Τι προβλέπει ο νόμος Δένδια για την έκτακτη ειδική διαχείριση
Όπως προαναφέρθηκε, με τη διαδικασία της έκτακτης ειδικής διαχείρισης του νόμου Δένδια, πιστωτές που κατέχουν το 40% των συνολικών οφειλών επιχείρησης μπορούν να αιτηθούν στο μονομελές πρωτοδικείο τον διορισμό ειδικού διαχειριστή.
Οι προϋποθέσεις για να κινηθεί διαδικασία είναι οι εξής: Η επιχείρηση να βρίσκεται σε γενική και μόνιμη αδυναμία εκπλήρωσης χρηματικών υποχρεώσεων, ή να εμφανίζει για δύο συνεχόμενες χρήσεις αρνητικά ίδια κεφάλαια ή καθαρή θέση χαμηλότερη του 1/10 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου (σ.σ. λόγος λύσης της εταιρείας βάσει του άρθρου 48 του Ν. 2190).
Η αίτηση των πιστωτών θα πρέπει να συζητείται εντός διμήνου από την κατάθεσή της, ενώ η απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου δεν υπόκειται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα, εκτός αν η ίδια προβλέπει κάτι διαφορετικό. Η απόφαση πρέπει να εκδοθεί εντός μηνός από τη συζήτηση της αίτησης. Αιτήσεις τριτανακοπής συζητιούνται εντός 30 ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης.
Ο ειδικός διαχειριστής σημειώνει το euro2day.gr, προτείνεται από τους πιστωτές που υποβάλλουν την αίτηση, πληρώνεται από τους ίδιους και αναλαμβάνει την υποχρέωση, αφού διενεργήσει απογραφή του ενεργητικού της επιχείρησης, να προκηρύξει πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκποίησή του.
Αν από το προϊόν της εκποίησης εξοφλούνται οι πιστωτές, ο έλεγχος της εταιρείας με το εναπομείναν ενεργητικό επιστρέφει στους μετόχους της, διαφορετικά με την ολοκλήρωση της ειδικής διαχείρισης υποβάλλεται αίτηση πτώχευσης. Όλα αυτά θα τρέξουν με διαδικασίες-εξπρές καθώς η ειδική διαχείριση πρέπει να ολοκληρώνεται, εκτός εξαιρέσεων, το αργότερο σε 12 μήνες.