ΑΣΥΛΙΑ
Μέχρι πρόσφατα και παρά τις φανφάρες ο αρμόδιος υπουργός Γιώργος Σταθάκης δεν κατάφερε να φέρει το σχετικό νόμο, το μουτζούρη του οποίου παρέδωσε στον σημερινό υπουργό Οικονομίας Δημήτρη Παπαδημητρίου, που δηλώνει ότι έως το τέλος του μήνα θα τον έχει φέρει στη Βουλή. Πέραν όμως της καθυστέρησης του εξωδικαστικού συμβιβασμού, καμία απολύτως πρόοδος δεν έχει σημειωθεί και στο μείζον ζήτημα που έχουν θέσει οι τραπεζίτες και δεν είναι άλλο από την «ασυλία» τους. Μάλιστα όπως επισημαίνουν στο moneypro τραπεζικά στελέχη, αν στο νόμο για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό δεν «περάσει» και η ασυλία τότε ο στόχος για μείωση των κόκκινων δανείων κατά 40% έως το 2019 θα αποτελέσει όνειρο θερινής νυκτός.
Γιατί πολύ απλά τα τραπεζικά στελέχη και οι δημόσιοι λειτουργοί που συμμετέχουν σε αναδιαρθρώσεις, ρυθμίσεις και πωλήσεις δανείων αν δεν απαλλάσσονται από ποινικές και αστικές ευθύνες, δεν θα βάλουν την υπογραφή τους σε καμία «πράξη». Η απαλλαγή από την ποινική και αστική ευθύνη σημαίνει ότι δεν θα μπορεί να ασκηθεί δίωξη, είτε αυτεπαγγέλτως είτε έπειτα από μηνυτήρια αναφορά (σ.σ. εκτός εάν προκύπτει δόλος) για ποινικά αδικήματα ή αντίστοιχα αγωγή για αποζημίωση λόγω ζημίας που υπέστησαν το Δημόσιο, οι μέτοχοι ή οι πιστωτές από αποφάσεις που ελήφθησαν στο πλαίσιο ρύθμισης χρεών.
Έτσι, απαλλαγμένοι από το άγχος των ευθυνών, θα «τρέξουν» τάχιστα τις ρυθμίσεις, τις αναδιαρθρώσεις, τις πωλήσεις, ακόμα και τις διαγραφές δανείων, είτε για νομικά είτε για φυσικά πρόσωπα, κίνηση που θα απελευθερώσει σημαντικά κεφάλαια, που σήμερα εγκλωβίζονται σε προβλέψεις για επισφάλειες. Είναι προφανές ότι δεν υπάρχουν άλλα χρονικά περιθώρια που να επιτρέπουν στις τράπεζες να κάθονται με σταυρωμένα τα χέρια και να μην προχωρούν σε ξεκαθάρισμα του τοπίου. Ο ΔΟΛ και η Μαρινόπουλος είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα καθυστέρησης εξεύρεσης λύσης, είτε αναδιάρθρωσης είτε ακόμα και λουκέτου, λόγω ακριβώς του νομοθετικού κενού για τους τραπεζίτες. Αν είχε ψηφιστεί ο νόμος, σε αυτές τις επιχειρήσεις, ίσως οι εξελίξεις να ήταν εντελώς διαφορετικές και να είχε βρεθεί η κατάλληλη λύση χωρίς απαραίτητα να διοικούνται από τις υφιστάμενες διοικήσεις ή να βρίσκονται στα μετοχολόγια τους οι σημερινοί μέτοχοι.
ΛΟΥΚΕΤΑ
Είναι ξεκάθαρο ότι τους επόμενους μήνες θα πρέπει να επισπευσθεί το κύμα αναδιάρθρωσης επιχειρήσεων που δειλά- δειλά έχει ξεκινήσει, ενώ ακόμη πιο ξεκάθαρο είναι ότι μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων «ζόμπι» που κατάφερναν έως σήμερα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να επιβιώνουν θα βάλουν λουκέτο, προς όφελος τους υγιούς ανταγωνισμού αλλά και των ίδιων των τραπεζών. Ξενοδοχεία, ναυτιλία, λιανικό εμπόριο και τρόφιμα βρίσκονται στο επίκεντρο των υποψήφιων επενδυτών, που αναμένουν με μεγάλο ενδιαφέρον την ψήφιση του νόμου και την έναρξη του μεγάλου ξεσκαρταρίσματος.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα τραπεζικά ανοίγματα ξεπερνούν τα 108 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία Σεπτεμβρίου 2016 που δημοσιοποίησε πρόσφατα η ΤτΕ, τα οποία έως το τέλος του 2019 θα πρέπει να μειωθούν κατά 40%. Από αυτά τα 40 δισεκατομμύρια ευρώ αφορούν επιχειρηματικά «κόκκινα» δάνεια.
Ρυθμίσεις fast track για τα χρέη
Πριν από περίπου δυόμισι χρόνια, στο πλαίσιο της προσπάθειας που είχε ξεκινήσει τότε από την ΤτΕ για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων, είχαν παρουσιαστεί σχετικές μελέτες από τις εταιρείες Grant Thornton, PricewaterhouseCoopers και KPMG. Μάλιστα τα ευρήματα συζητήθηκαν και σε σχετική ημερίδα και το συμπέρασμα που είχε προκύψει δεν ήταν άλλο από την άμεση υιοθέτηση εξωδικαστικής λύσης για τη διευθέτηση χρεών με ταχείες διαδικασίες, προκειμένου να υπάρξουν γρήγορα αποτελέσματα με θετική επίπτωση στην οικονομία και ελάχιστο διοικητικό βάρος.
Η λύση της διευθέτησης χρεών, όπως είχε ειπωθεί, θα λειτουργούσε εξυγιαντικά για όλο το σύστημα, επιτρέποντας στις επιχειρήσεις που επιβίωσαν να αναπτυχθούν, αλλά και να απελευθερωθούν πόροι από τα λιμνάζοντα χρέη. Από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν προέκυπτε ότι το 20% των οφειλών επιχειρήσεων προς τις τράπεζες προέρχονταν από μη βιώσιμες εταιρείες. Σήμερα το ποσοστό αυτό υπολογίζεται ακόμη υψηλότερα, καθώς την τελευταία διετία οι επιχειρήσεις είχαν να αντιμετωπίσουν πέραν των δανείων και την σημαντική αύξηση της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά και τον εφιάλτη των capital controls. Από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν τότε προέκυπτε ότι από τις 2.959 επιχειρήσεις που ελέγχθηκαν ο αριθμός των μη βιώσιμων προσδιορίστηκε σε 650.
Σύμφωνα με την ελεγκτική εταιρεία και τα "Παραπολιτικά", με βάση τα στοιχεία του 2014, που η συνολική χρηματοδότηση των επιχειρήσεων ανέρχονταν στα 124 δισ. ευρώ, οι εκτιμήσεις διαμόρφωναν τις χρηματοδοτικές ανάγκες αναδιάρθρωσης των επιχειρήσεων προκειμένου να ξεκαθαρίσει το πεδίο των βιώσιμων και μη βιώσιμων, στα 25 δισ. ευρώ και το κόστος αναχρηματοδότησης αυτών που έχουν βιώσιμα χαρακτηριστικά σε επιπλέον 10 δισ. ευρώ. Ο οίκος εκτιμούσε ότι η αναδιάρθρωση των χρεών των μη βιώσιμων εταιρειών θα απελευθέρωνε ρευστότητα, αλλά και περιουσιακά στοιχεία ύψους 2 δισ. ευρώ, τα οποία θα αποδίδονταν στην παραγωγή. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσαν να κινητοποιηθούν κεφάλαια 7 δισ. ευρώ, καθώς η αναχρηματοδότηση της εταιρικής οικονομίας θα δημιουργούσε πολλές ευκαιρίες εξαγορών και συγχωνεύσεων.