Έναν ΕΝΦΙΑ με ταξικά χαρακτηριστικά και ίδιο εισπρακτικό αποτέλεσμα, τον οποίο δεν θα φέρουν για συζήτηση με τους θεσμούς και θα επιφέρει επιβαρύνσεις έως και κατά 50% σε όσους έχουν παραπάνω από ένα ή δύο ακίνητα μελετά αυτή τη στιγμή το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, τον οποίο μάλιστα θα φέρει στο προσεχές μέλλον για συζήτηση.
Σύμφωνα με πληροφορίες από το "Πρώτο Θέμα", στόχος της κυβέρνησης είναι να παρουσιαστούν εντός της άνοιξης οι αλλαγές στον πολυσυζητημένο φόρο ακινήτων, οι οποίες θα φέρουν ριζικές ανατροπές. Τις εν λόγω αλλαγές θα επικοινωνήσει προσωπικά ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μιλώντας για «κατάργηση ενός άδικου φόρου» και για «υπεράσπιση των φτωχών στρωμάτων», αν και καθόλου δεν φαίνεται ότι θα εξελιχθούν έτσι τα πράγματα.
Στον πυρήνα του σκεπτικού και της φιλοσοφίας του νέου ΕΝΦΙΑ, ο οποίος θα μετονομαστεί για αμιγώς συμβολικούς αλλά και προφανείς επικοινωνιακούς λόγους, θα είναι να πληρώνουν οι «έχοντες» και να υπάρξουν μειώσεις -ακόμα και μηδενικές πληρωμές- για τα επονομαζόμενα από τους παράγοντες της οδού Νίκης «λαϊκά ακίνητα».
Στην πρώτη περίπτωση, όμως, αυτή των «εχόντων», είναι που δημιουργείται «τρόμος». Κι αυτό διότι στις σκέψεις των στελεχών της κυβέρνησης είναι, όπως γνωρίζουμε, η φορολόγηση με βάση το σύνολο της ακίνητης περιουσίας και όχι το είδος του ακινήτου. Δηλαδή υπάρχει το ενδεχόμενο να βρεθούν φορολογούμενοι που είναι κάτοχοι ενός ακινήτου σε μια μεσοαστική περιοχή της χώρας και ενός εξοχικού στη δυσάρεστη θέση να πληρώσουν επιπλέον χρήματα στο όνομα μιας «δίκαιης» -αλλά με λαϊκίστικα χαρακτηριστικά- αναδιανομής του φόρου.
Θα το συνδέσουν με τον Περιουσιολόγιο
Ηδη στο υπουργείο Οικονομικών, υπό την επίβλεψη της υφυπουργού Κατερίνας Παπανάτσιου, υπογραμμίζεται η «ανάγκη σύνδεσης του ΕΝΦΙΑ με το Περιουσιολόγιο». Παράλληλες πληροφορίες μας αναφέρονται και σκέψεις σύνδεσης με το Ε2, που αφορά την είσπραξη ενοικίων.
Δηλαδή μέσα από το προφίλ ενός κατόχου ακινήτου ο φοροελεγκτικός μηχανισμός θα βλέπει τι εισόδημα έχει κάποιος από ενοίκια, πόσα ακίνητα κατέχει και αναλογικά θα ανεβάζει τον φόρο. Είναι ξεκάθαρα η πρώτη φορά που η εφαρμογή του Περιουσιολογίου δεν θα εξελιχθεί σε όπλο των ελεγκτικών αρχών για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, όπως πολυδιαφημίζεται, αλλά για αμιγώς φοροεισπρακτικούς λόγους. Αυτή, όμως, η διαδικασία ανατρέπει πλήρως την επιχειρηματολογία που δομεί ο ΣΥΡΙΖΑ εδώ και τρία χρόνια, ότι δηλαδή η πραγματική δήλωση και αποτύπωση των εισοδημάτων δεν θα τιμωρηθεί.
Αυτή τη στιγμή, πάντως, στελέχη του υπουργείου Οικονομικών προχωρούν με εντατικούς ρυθμούς στη δημιουργία μιας αξιόπιστης ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων με στοιχεία για το ύψος των εμπορικών τιμών των ακινήτων ώστε οι φορολογητέες αξίες τους να προσδιορίζονται σύμφωνα με τα πραγματικά δεδομένα της κτηματαγοράς και όχι με βάση τις σημερινές αντικειμενικές αξίες, οι οποίες εξακολουθούν να βρίσκονται σε εξωπραγματικά επίπεδα.
Κάπως έτσι, ξεκαθαρίζεται ότι στόχος του οικονομικού επιτελείου είναι ο καινούριος φόρος που θα προκύψει να υπολογίζεται με ενιαία κλίμακα φορολογικών συντελεστών επί του συνόλου των πραγματικών (εμπορικών) φορολογητέων αξιών όλων των κτισμάτων, των οικοπέδων και των αγροτεμαχίων που απαρτίζουν τη συνολική ακίνητη περιουσία κάθε φυσικού προσώπου.
Αυτό το γκρουπάρισμα, όμως, έχει να κάνει με τη διάθεση για πολιτική αξιοποίηση του νέου ΕΝΦΙΑ, καθώς η κυβέρνηση εκτός της μετονομασίας του θα τον παρουσιάσει και ως ένα μέτρο «προστασίας των αδυνάτων» παρά το σαφές πρόσθετο βάρος που θα επιφέρει στην ήδη λαβωμένη μεσαία τάξη. Με προσανατολισμό να απευθυνθεί στα πολύ χαμηλά στρώματα, το επιτελείο της κυρίας Παπανάτσιου μελετά αφορολόγητο για κατοικίες αξίας 100.000 ευρώ και κάτω, αν και πηγές του υπουργείου αναφέρουν ότι κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να γίνει, καθώς όσοι πληρώσουν θα επιβαρυνθούν από 50% έως και 65% παραπάνω από όσα σήμερα πληρώνουν.
Οι συντελεστές φόρου θα είναι πάρα πολύ χαμηλοί για περιπτώσεις ακίνητης περιουσίας μικρής συνολικής αξίας και πολύ υψηλοί για περιουσία με πολύ μεγάλη αξία, με στόχο να μπορέσει ο πρωθυπουργός να υποστηρίξει ότι «θα πληρώσουν η Εκάλη και το Κολωνάκι και όχι το Πέραμα και το Περιστέρι». Ωστόσο, πρόκειται για μια επικίνδυνη συνθήκη, καθώς δεν θα είναι μονάχα οι ακριβές περιοχές που θα πληγούν, αλλά και άλλες, στις οποίες η μεσαία τάξη έχει επενδύσει στο όνειρο της στέγης.
Οπως και να ’χει, πάντως, το συνολικό ύψος των εσόδων που θα οφείλει να εισπράττει το Δημόσιο κάθε χρόνο από την εφαρμογή του νέου αυτού φόρου δεν θα είναι χαμηλότερο από τα 2,65 δισ. ευρώ που εξασφαλίζονται ετησίως από την επιβολή του ΕΝΦΙΑ.
Σε αυτή τη συνθήκη θα πατήσει και η κυβέρνηση για να προχωρήσει, όπως η αρμόδια καλά ενημερωμένη πηγή μας λέει, σε μια μονομερή ενέργεια. «Εμείς δεν θα αλλάξουμε τον στόχο εσόδων. Θα αλλάξουμε το μείγμα. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει δημοσιονομική ολιγωρία και παρέκκλιση οι θεσμοί δεν μπορούν να μας πουν τίποτα», τονίζεται, αν και δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι μια τέτοια ενέργεια δεν θα απαιτηθεί να τύχει προηγούμενης έγκρισης, όπως είδαμε και με το πρόσφατο βοήθημα στους συνταξιούχους.