Αποτελεσματικά μέτρα για την πάταξη των ρευματοκλοπών, που συνεχώς αυξάνονται λόγ κρίσης, θέτει σε εφαρμογή η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας σε συνεργασία με τους φορείς της αγοράς ρεύματος, υποστηρίζοντας ότι η υπάρχουσα κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο, παραθέτοντας στοιχεία για την έκταση του προβλήματος.
- Το 2016 εντοπίστηκαν 10.616 κρούσματα ρευματοκλοπών, μέγεθος που είναι το υψηλότερο όλων των εποχών, έναντι 400 το 2006.
Σε μια δεκαετία οι ρευματοκλοπές αυξήθηκαν κατά 27 φορές, ενώ θεαματική είναι και η αύξηση του όγκου της κλεμμένης ενέργειας: σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, οι κλεμμένες κιλοβατώρες από 0,5 % του συνόλου της κατανάλωσης κατά την περίοδο 2000 - 2010 εξαπλασιάστηκαν και εκτοξεύθηκαν στο 3,2 % το 2016.
- Με συνολική κατανάλωση για το 2016 ύψους 51.245 γιγαβατωρών, η ρευματοκλοπή αντιστοιχεί συνεπώς σε 1.640 γιγαβατώρες.
Σχηματικά ο όγκος του ρεύματος που χάνεται λόγω κλοπής κάθε χρόνο αντιστοιχεί στην κατανάλωση του συνόλου των νησιών του Αιγαίου (Κυκλάδες και Δωδεκάνησα), πλην Ρόδου και Κρήτης.
Με συντηρητικούς υπολογισμούς και με τιμή κιλοβατώρας (χωρίς ΦΠΑ) τα 9 λεπτά οι απώλειες κυμαίνονται ετησίως στα 150 εκατ. ευρώ ενώ κορυφαία πηγή της ΔΕΗ εκτιμά πως κινούνται συνολικά, στα 200-300 εκατ. ευρώ «μέγεθος που αντιστοιχεί στις απώλειες από το λαθρεμπόριο καυσίμων», όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο ίδιος.
Η εξέλιξη των μεγεθών της ρευματοκλοπής περιγράφεται από τον ΔΕΔΔΗΕ ως «δραματική αύξηση που οφείλεται εν μέρει στην οικονομική κρίση και απαιτεί περαιτέρω συστηματική δράση».
Στο «οπλοστάσιο» των αρμόδιων αρχών περιλαμβάνεται ο νέος Κώδικας Διαχείρισης του Δικτύου που εξέδωσε η ΡΑΕ και περιγράφει τις διαδικασίες που ακολουθούνται για τους ελέγχους και τον καταλογισμό των ποινών, ενώ είναι σε εκκρεμότητα η έκδοση και ειδικού «Εγχειριδίου για τις Ρευματοκλοπές» που θα ρυθμίζει όλες τις λεπτομέρειες για τις αυτοψίες, τον τρόπο με τον οποίο θα εκτιμάται ο όγκος της ενέργειας που έχει κλαπεί, ο προσδιορισμός της χρονικής στιγμής έναρξης της κλοπής με βάση αντικειμενικά ιστορικά στοιχεία κατανάλωσης, κ.α.