Ποινή κάθειρξης 8 ετών επέβαλε το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Ρόδου σε 72χρονο, που κρίθηκε ομόφωνα ένοχος για αποπλάνηση ανηλίκου, που δεν συμπλήρωσε τα 12 έτη και δη της κόρης γιατρού του Κέντρου Υγείας, που τον περιέθαλψε μετά από τροχαίο ατύχημα, ενώ του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου κατά πλειοψηφία (4-3).
Στη φυλακή για αποπλάνηση ανήλικης
Το δικαστήριο δεν ανέστειλε την ποινή του ενόψει εφέσεως και ο κατηγορούμενος οδηγείται στις φυλακές. Ο κατηγορούμενος είχε υποστεί σωματικές βλάβες από τροχαίο ατύχημα για το οποίο δέχθηκε την ιατρική φροντίδα του γιατρού στο Κέντρο Υγείας και πατέρα της ανήλικης. Φέρεται να είχε γνωρίσει για πρώτη φορά την ανήλικη στο Κέντρο Υγείας και εκεί να επεδίωξε να την πλησιάσει, να της κάνει κάποιο αστείο αλλά και να της δώσει ένα φιλί, χωρίς ωστόσο η ανήλικη να ανταποκριθεί.
Ο κατηγορούμενος φέρεται τον Σεπτέμβριο του 2016 να μετέβη στο Κέντρο Υγείας για να του γίνει αλλαγή των επιθεμάτων του και να είδε την ανήλικη την οποία κατηγορείται ότι οδήγησε σε χώρο πίσω από το ιατρικό κέντρο και να ασέλγησε σε βάρος της. Το παιδί μάλιστα φέρεται να έτρεξε και να την ακολούθησε και να σταμάτησε όταν άκουσε την μητέρα της να την φωνάζει.
Το παιδί είπε στον πατέρα της τι είχε συμβεί και τότε ο κατηγορούμενος φέρεται να άρχισε να κλαίει διαψεύδοντάς την. Ο γιατρός εξέτασε το παιδί και διαπίστωσε ότι έφερε σημάδια στο σώμα του που καταμαρτυρούσαν αποπλάνηση με αποτέλεσμα να κληθεί η αστυνομία και να τον συλλάβει. Η παιδοψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη που ακολούθησε φέρεται να είναι επιβαρυντική για τον κατηγορούμενο.
Δεν έπεισε τους δικαστές με την απολογία του
Στην δίκη κατέθεσαν οι γονείς του παιδιού, που περιέγραψαν τα όσα έλαβαν χώρα στο Κέντρο Υγείας. Η σύζυγος του κατηγορούμενου, που τον συνόδευε την επίμαχη ημέρα στο Κέντρο Υγείας κατέθεσε κατηγορηματικά ότι όσα αποδίδονται στον σύζυγό της, που δεν έχει απασχολήσει ποτέ την δικαιοσύνη, είναι ψευδή.
Ο ίδιος απολογούμενος αρνήθηκε τα όσα του αποδίδονται ισχυριζόμενος ότι αποτελούν αποκυήματα αλλοιωμένης φαντασίας ενός παιδιού, στην προσπάθειά του να γλιτώσει από τον έλεγχο της μητέρας του και στη συνέχεια, μιας δικαιολογημένης, αλλά υπερβολικής αντίδρασης του πατέρα της.
Διατείνεται ότι η ανήλικη υποστήριξε ότι κατά την διάρκεια της άδικης πράξης υπήρχε και τρίτο πρόσωπο (αυτόπτης μάρτυρας) ο οποίος είδε το περιστατικό και μάλιστα το μετέφερε στο πατέρα της, πράγμα που διαψεύστηκε, αφού βρισκόταν την επίμαχη ημέρα στην Τουρκία.
Υποστηρίζει ακόμη ότι ο τρόπος που περιγράφει την σύλληψή του διαψεύδεται από τις ίδιες τις καταθέσεις των αστυνομικών, επισημαίνοντας ότι είχε αυτοβούλως παραμείνει στο Κέντρο Υγείας και αυτοβούλως μπήκε μέσα στο περιπολικό χωρίς οι αστυνομικοί να τον δεσμεύσουν.
Ισχυρίζεται παραπέρα ότι οι γονείς μεγαλοποίησαν την κατάσταση, ενώ υποστηρίζει ότι οι διαπιστώσεις του πατέρα – ιατρού έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τα ευρήματα της ιατροδικαστικής έρευνας. Τονίζει ότι είναι θύμα μιας φοβερά άτυχης και δυσάρεστης συγκυρίας και της φαντασίας ενός παιδιού χωρίς να έχει διαπράξει καμία από τις πράξεις που του καταλογίζονται.