Πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης που σάρωσε βίαια τα δικαιώματα των εργαζομένων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, διεξαγόταν μια μεγάλη δημόσια συζήτηση επί του αιτήματος συνδικαλιστικών οργανώσεων, με πρώτα αυτά της Γαλλίας, για τη καθιέρωση του 35ωρου, δηλαδή της 7ωρης ημερήσιας εργασίας σε πενθήμερη βάση.
Σε μεγάλο βαθμό η συζήτηση αυτή έχει εγκαταλειφθεί αφού δεν ευνοείται από τις τρέχουσες συνθήκες, αλλά το ενδιαφέρον είναι πως αυξάνει ο αριθμός ακαδημαϊκών μελετών που απαντούν στο αίτημα της αύξησης της παραγωγικότητας, που είναι βασικό ζητούμενο για το καπιταλιστικό σύστημα- με μείωση των ωρών εργασίας, καταρρίπτοντας την πεποίθηση πως περισσότερες ώρες δουλειάς μεταφράζονται σε αυξημένη παραγωγή.
Πρόσφατα, όπως γνωρίζουμε διεξήχθη και ένα σχετικό πείραμα στη Σουηδία βάσει του οποίου οι μισοί εργαζόμενοι σε οίκο ευγηρίας καλούνταν να εργαστούν 6 ώρες και οι υπόλοιποι 8 ώρες την ημέρα. Όπως παρατηρήθηκε η παραγωγικότητα των πρώτων αυξήθηκε αλλά η σκέψη για εφαρμογή του 6ωρου εγκαταλείφθηκε καθώς υπήρχαν αντιδράσεις για το κόστος που επέφερε μια τέτοια αλλαγή δεδομένου ότι για την κάλυψη των ωρών που προέκυπταν από την 6ωρη εργασία, έπρεπε να προσληφθούν επιπλέον νοσηλευτές. Βέβαια αυτό ήταν πάντα και ένα βασικό επιχείρημα για την εφαρμογή του 6ωρου αφού θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας.
Άλλες επιστημονικές ομάδες και καθηγητές Πανεπιστημίων έχουν δουλέψει πάνω σε άλλες, εναλλακτικές προτάσεις για την αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων συνδέοντας όμως αυτές με λιγότερες ώρες εργασίας. Όπως πχ ο ερευνητής Nathaniel Kleitman ο οποίος έχει υποστηρίξει πως ο οργανισμός μας κάνει έναν κύκλο 90 λεπτών κατά τον οποίο περνά από την φάση της υψηλής επαγρύπνησης στην χαμηλή. Έτσι ένας επαρκής αριθμός διαλειμμάτων κατά τη διάρκεια της εργασίας είναι απαραίτητος για να διατηρήσουμε υψηλό δείκτη παραγωγικότητας.
Αντίστοιχα ο δρ. Travis Bradberrry πρόεδρος του TalentSmart έχει υποστηρίξει πως «η ιδανική αναλογία εργασίας-διαλείμματος είναι 52 λεπτά δουλειά και 17 λεπτά ξεκούραση. Όσοι τηρούν αυτό το πρόγραμμα έχουν ένα εξαιρετικό επίπεδο συγκέντρωσης στη δουλειά τους».
Άλλοι πάλι προτείνουν επίσης ως απάντηση στο θέμα της παραγωγικότητας την τετραήμερη εργασία ή την τετράωρη εργασία.
Πώς καταλήξαμε όμως να δουλεύουμε 8ωρο;
Σύμφωνα πάντα με το άρθρο του "HuffPost Greece", τόσο η Πρώτη όσο και η Δεύτερη Βιομηχανική Επανάσταση, που μετέτρεψε ουσιαστικά τους αγρότες της υπαίθρου σε εργάτες σε βιομηχανίες και εργοστάσια, στιγματίστηκε από τις συνθήκες ακραίας εξαθλίωσης του ανθρώπινου δυναμικού.
Το αίτημα για 8ωρη εργασία όταν τα εργοστάσια παρέμεναν ανοιχτά ακόμη και όλο το 24ωρο και οι εργάτες δούλευαν ακόμη και 15 ώρες την ημέρα ήταν από ένα σημείο και μετά αναγκαιότητα, για την ίδια την επιβίωση τους.
Ο πρώτος που έθεσε το αίτημα, το οποίο ήταν απότοκο της Βιομηχανικής Επανάστασης, ήταν ο Jamed Deb αλλά «πατέρας» του αγώνα που ξεκίνησε το 1810 για την καθιέρωσή του νέου ωραρίου θεωρείται ο Ουαλλός Robert Owen. Μάλιστα διατύπωσε το αίτημα με ένα μοναδικό σλόγκαν που οικειοποιήθηκαν και τα σοσιαλιστικά-κομμουνιστικά κόμματα ανά τον κόσμο: «8 ώρες δουλειά, 8 ώρες αναψυχή, 8 ώρες ανάπαυση» («8 hours labour, 8 hours recreation, 8 hours rest»).
Φυσικά το αίτημα δεν ικανοποιήθηκε αμέσως. Έπρεπε να φθάσουμε στον 20ο αιώνα για να γίνει πραγματικότητα, ενώ σε πολλές χώρες συνεχίζει να μην τηρείται.
Πάντως η πρώτη χώρα που υιοθέτηση το 8ωρο ήταν η Ουρουγουάη στις 17 Νοεμβρίου 1915. Στη Ρωσία υιοθετήθηκε αμέσως μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, το 1917, στη Γερμανία το 1918, στην Γαλλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία το 1919. Σε όλες τις χώρες, για να καθιερωθεί το 8ωρο προηγήθηκαν επίμονες και επίπονες κινητοποιήσεις, που συχνά βάφτηκαν στο αίμα ενώ γενικότερα η παραχώρηση δικαιωμάτων στους εργάτες κρίθηκε πολιτικά αναγκαία καθώς τον 19ο αιώνα κέρδιζαν έδαφος τα σοσιαλιστικά κινήματα.
Από τις πρώτες επιχειρήσεις που υιοθέτησαν το 8ωρο ήταν στην Γερμανία το 1884 και από τις πρώτες πολύ μεγάλες επιχειρήσεις η Ford Motor το 1914.