Το ότι η κυβέρνηση έχει εγκαινιάσει ατύπως προεκλογική περίοδο δεν χρειάζεται να είναι κάποιος πολιτικός αναλυτής για να το καταλάβει. Αρκεί να σταθεί λίγο παραπάνω στις αποφάσεις και τις εξαγγελίες των τελευταίων εβδομάδων και ημερών.
Και επειδή, βέβαια, στην πολιτική ισχύει το "its the economy, stupid!”οι περισσότερες εξαγγελίες στρέφονται γύρω από την τσέπη και τα εισοδήματα μικρών και μεγάλων κοινωνικών ομάδων. Ο κατάλογος είναι μακρύς. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός δήλωσε πρόσφατα ότι τα επόμενα χρόνια θα μειωθούν οι φόροι. Ακολούθησαν οι τροπολογίες που δίνουν ελπίδες σε συμβασιούχους για μονιμοποίηση, συστάθηκε επιτροπή για να δώσει τίτλους ιδιοκτησίας σε όσους κατέχουν καταπατημένες εκτάσεις του δημοσίου ενώ κατατέθηκε στη Βουλή και το νομοσχέδιο που ζητούσε ο κλάδος των επαγγελματικών ταξί που περιορίζει τη δράση των ανταγωνιστικών στον κλασικό τρόπο διενέργειας του μεταφορικού έργου σχημάτων (π.χ. uber, taxibeat).
Την ίδια ώρα που έχουν αρχίσει να πέφτουν οι υποσχέσεις βροχή, έχουν αρχίσει δειλά -δειλά σε κατ ιδίαν συζητήσεις κυβερνητικών στελεχών να διατυπώνονται προσδοκίες και σχεδιασμοί για πάγωμα μνημονιακών δεσμεύσεων οι οποίες όταν θα εφαρμοστούν -γιατί θα εφαρμοστούν όπως έχει δείξει η μνημονιακή ιστορία της χώρας- θα στοιχίσουν στα εισοδήματα και στην πολιτική επιρροή της κυβέρνησης.
Ας τα δούμε αναλυτικά, όπως τα παρουσιάζει το "capital.gr":
- Το τρίτο ελληνικό μνημόνιο οδεύει προς ολοκλήρωση και οι κρίσιμες διαπραγματεύσεις για αυτήν έχουν οριστεί χρονικά για τον Μάιο. Αν και η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί ότι τον Μάιο θα δεχτεί να έρθει η μείωση του αφορολόγητου ορίου έναν χρόνο νωρίτερα "αν κριθεί αναγκαίο από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο” εμφανίζεται βέβαιη ότι αυτό δεν θα γίνει και η μείωση θα υλοποιηθεί κανονικά το 2020.
- Η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις που θα φέρει μειώσεις στις συντάξεις έως και 18% έχει ψηφιστεί για εφαρμογή τον Ιανουάριο του 2019. Ήδη κυβερνητικά στελέχη έχουν αρχίσει να αφήνουν να εννοηθεί ότι αυτό μπορεί να πάει πιο πίσω αφού "με την καθαρή έξοδο από τα μνημόνια τον Αύγουστο, θα έχουμε περιθώρια ελιγμών”.
Με άλλα λόγια και τα δυο μέτρα δημοσιονομικής στήριξης στη μεταμνημονιακή περίοδο έχουν αρχίσει εμμέσως πλην σαφώς να αμφισβητούνται από κυβερνητικά στελέχη που βλέπουν πλέον ότι η κυβέρνηση πλέον έχει περισσότερο χρόνο πίσω της παρά μπροστά της. Δεν είναι τυχαίο ότι η ζήτηση για τα ελληνικά ομόλογα στις αγορές κόπασε τις τελευταίες εβδομάδες μετά τον ενθουσιασμό τους για το νέο ελληνικό "success story”. Οι αγορές δείχνουν να οσμίζονται εμπλοκής της οικονομίας στον πολιτικό κύκλο που στην περίπτωση της Ελλάδας συνήθως -αν όχι πάντα- βγαίνει κερδισμένος ο πολιτικός κύκλος και μεγάλη χαμένη η οικονομία.
Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση εμφανίζεται διατεθειμένη να μιλήσει για μειώσεις φόρων. Γνωρίζει ότι η υπερφορολόγηση αν όχι φορολογική εξόντωση της οικονομίας είναι η αχίλλειος πολιτική της πτέρνα, καθώς ενώ προστάτεψε με κάθε τρόπο και μέσο τις κρατικές δαπάνες, φόρτωσε μέσω δυσβάστακτων φόρων και ασφαλιστικών εισφορών τον λογαριασμό της δικής της δημοσιονομικής εξυγίανσης στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας και την αγορά. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δημοσκόποι εντοπίζουν μονοψήφια εκλογική επιρροή της κυβέρνησης στις τάξεις των ελευθέρων επαγγελματιών και γενικά στις τάξεις του επιχειρείν. Με τις υποσχέσεις για μειώσεις φόρων επιχειρείται να αποκατασταθεί, σε πρώτη φάση, η πολιτική επικοινωνία της κυβέρνησης με αυτές τις τάξεις που συνδέονται άμεσα με την αγορά. Το ερώτημα, όμως, είναι αν οι υποσχέσεις για μειώσεις στη φορολογία έχουν βάση. Η απάντηση δεν είναι κάτι υποκειμενικό. Περιγράφεται μέσα στις σελίδες του μνημονίου που έχει υπογράψει η κυβέρνηση.
Για να υπάρξει δημοσιονομικό περιθώριο θα πρέπει να εφαρμοστούν τα μέτρα της περικοπής των συντάξεων και της μείωσης του αφορολόγητου ορίου. Αν πράγματι από την εφαρμογή υπερκαλυφθεί ο δημοσιονομικός στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% τότε και μόνο τότε θα εφαρμοστούν μέτρα μείωσης της φορολογίας τα οποία έχουν ήδη ορισθεί για το 2020: μείωση του 10% του ΕΝΦΙΑ για όσους έχουν ετήσιο ΕΝΦΙΑ έως 700 ευρώ, κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισόδημα έως 30.000 ευρώ και μείωση του εταιρικού φορολογικού συντελεστή από το 29% στο 26%. Δηλαδή μειώσεις συντάξεων και αφορολόγητου για να μειωθούν οι φόροι. Μπορεί το πρώτο σκέλος να είναι πολιτικά βαρύ και ασήκωτο, ωστόσο είναι προϋπόθεση για το δεύτερο.