Στον τραπεζικό τομέα έχουμε έντονο και επικίνδυνο το φαινόμενο που ολοένα αυξάνεται, οι δανειολήπτες, να μην μπορούν, όχι μόνο να εξυπηρετήσουν και να είναι συνεπείς με την ομαλή αποπληρωμή των δανείων ή των πιστωτικών καρτών τους, αλλά και να αδυνατούν, να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες της επιβίωσης τόσων των ίδιων, όσο και των οικογενειών τους.
Και βέβαια το ζήτημα που ανακύπτει είναι η κατάσχεση από τις Τράπεζες, συνήθως με τη μορφή της αυτόματης παρακράτησης, της δόσης του δανείου από το μισθό ή τη σύνταξη του δανειολήπτη.
Ωστόσο, σε ποιο βαθμό αυτό είναι νόμιμο; Η νομική προστασία:
Κατά τη ρητή διάταξη του άρθρου 982§2 περ. δ’ του ΚΠολΔ «εξαιρούνται από την κατάσχεση απαιτήσεις μισθών, συντάξεων ή ασφαλιστικών παροχών». Επίσης το άρθρο 664 του Αστικού Κώδικα ορίζει ότι ο μισθός είναι ακατάσχετος. Το άρθρο 464 του Αστικού Κώδικα, όπως θα δούμε και πιο κάτω, ορίζει ότι οι απαιτήσεις ακατάσχετες είναι και ανεκχώρητες (άρα και ο μισθός ως ακατάσχετος δεν δύναται να εκχωρηθεί).
- Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρ. 451, 464, 653, 664 παρ. 3 του Αστικού Κώδικα και 982 παρ. 2 εδ. δ’ Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, συνάγεται ότι ο μισθός είναι και ακατάσχετος και ανεκχώρητος.
- Η εκχώρηση του μισθού που έγινε κατά παράβαση των ανωτέρω διατάξεων είναι απολύτως άκυρη.
Όπως άλλωστε σημειώνει το "e-forologia.gr ", κατά την διάταξη των άρθρων 653 και 664§3 ΑΚ, ως «μισθός» υποκείμενος στην ανωτέρω προστασία, θεωρείται κάθε παροχή σε χρήμα, που καταβάλλεται σε αντάλλαγμα της εργασίας, ανεξάρτητα από τον τρόπο υπολογισμού του. (Την ίδια θέση έχει διατυπώσει και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους με την υπ’ αριθ. 194/2006 γνωμοδότησή του για δημοσίους υπαλλήλους Ο.Τ.Α.)
- Συνεπώς κατάσχεση μισθού ή σύνταξης, ολόκληρου ή μέρους αυτού, δεν μπορεί να γίνει για οφειλές σε τράπεζες από δάνεια ή πιστωτικές κάρτες.
- Για τέτοιου είδους χρέη, ο μισθός ή η σύνταξη παραμένουν ακατάσχετα.
Δηλαδή, πρακτικά, καταρχήν κατάσχεση επί του μισθού ή της σύνταξης δεν μπορεί να γίνει με δέσμευση του ποσού «στην πηγή του», προτού δηλαδή καταβληθεί στον δικαιούχο (οφειλέτη).
Πότε μπορεί να γίνει κατάσχεση:
Μπορεί να γίνει μέχρι το μισό του μισθού ή της σύνταξης το πολύ «αφού ληφθούν υπόψη τα ποσά που εισπράττει ο υπόχρεος, το μέγεθος των υποχρεώσεων που του δημιουργεί ο γάμος του για αντιμετώπιση οικογενειακών αναγκών και ο αριθμός των δικαιούχων», στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- αν με την κατάσχεση ικανοποιείται απαίτηση για διατροφή που στηρίζεται στο νόμο
- ή για «συνεισφορά στις ανάγκες της οικογένειας».
Τι γίνεται όμως σε περίπτωση που ο μισθός ή η σύνταξη κατατίθεται σε τραπεζικό λογαριασμό; Και εδώ ο νόμος, πάλι στο άρθρο 982 ΚΠολΔ είναι σαφής:
«Ο μισθός ή η σύνταξη, και αν ακόμα κατατίθεται σε τραπεζικό λογαριασμό, είναι ακατάσχετα «μόνο στην έκταση που ο λογαριασμός παρουσιάζει υπόλοιπο που δεν υπερβαίνει, κατά το χρονικό διάστημα από την επιβολή της κατάσχεσης έως την επόμενη ημέρα της καταβολής, το ποσό της εξαιρούμενης από την κατάσχεση απαίτησης».
- Δηλαδή μέχρι την επόμενη ημέρα της κατάθεσης και για το ύψος στο οποίο (ο μισθός ή η σύνταξη) ανέρχονται.
Με άλλα λόγια το ποσό που υπερβαίνει έναν μηνιαίο μισθό ή μία σύνταξη του οφειλέτη, μπορεί να κατασχεθεί αν παραμείνει εντός του λογαριασμού πέραν της επομένης της ημέρας καταβολής.
Άρα, για να μην μπορεί να γίνει κατάσχεση, πρέπει το ποσό του μισθού ή της σύνταξης που καταβάλλεται, να αναλαμβάνεται από το δικαιούχο πριν την επόμενη ημέρα της καταβολής αυτού με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό.
- Αν ο δανειολήπτης έχει υπογράψει με την Τράπεζα όρο που παραχωρεί το δικαίωμα σε αυτή να προβαίνει σε απευθείας ανάληψη των μηνιαίων δόσεων από το λογαριασμό μισθοδοσίας;
- Δεν είναι δυνατό να συμφωνηθεί αυτόματη παρακράτηση της δόσης του δανείου από τη μισθοδοσία ή τη σύνταξη ή παρακράτηση αμέσως μόλις καταβληθεί.
Γιατί σύμφωνα με το άρθρο 464 του Αστικού Κώδικα απαιτήσεις ακατάσχετες είναι ανεκχώρητες, ενώ όπως είδαμε πιο πάνω ακατάσχετες είναι οι απαιτήσεις μισθών και συντάξεων κατά το άρθρο 982 παρ. 2 του ΚΠολΔ.
Αν ο δανειολήπτης έχει συμφωνήσει με την τράπεζα όρο με τον οποίο η παρακράτηση της δόσης του δανείου να γίνεται μόνο μετά την επόμενη ημέρα της καταβολής του μισθού ή της σύνταξης και όχι «στην πηγή» (προτού καταβληθεί ή αμέσως μόλις καταβληθεί στο λογαριασμό), τότε ισχύει η συμφωνία αυτή.
Προσοχή: Κάθε αντίθετη συμφωνία προσκρούει στην διάταξη του άρθρου 464 του Αστικού Κώδικα. Η εκχώρηση του μισθού, ακόμα και εάν γίνεται με την συναίνεση του οφειλέτη είναι απολύτως άκυρη και δεν παράγει καμία έννομη συνέπεια.
Πλούσια και η νομολογία:
- «Κατ’ ακολουθίαν η εντολή-εξουσιοδότηση παρακράτησης μέρους μισθού για την αποπληρωμή δανείου που δόθηκε στο πλαίσιο δανειακής σύμβασης είναι αυτοδικαίως άκυρη, αφού οι απαιτήσεις μισθών είναι ανεκχώρητες και η απαγόρευση αυτή ισχύει και σε περίπτωση εξουσιοδότησης ή εντολής για είσπραξη της απαίτησης ανεξάρτητα από την δοθείσα τυχόν συναίνεση του οφειλέτη. Η τράπεζα απαγορεύεται να παρακρατεί το μισθό του αιτούντος από το λογαριασμό μισθοδοσίας του για την αποπληρωμή δανείου». ΜΠρΘεσ 19428/2011
- «Αυτοδικαίως άκυρη η εντολή-εξουσιοδότηση παρακράτησης μέρους μισθού δημοτικού υπαλλήλου για την αποπληρωμή δανείου που δόθηκε στο πλαίσιο τραπεζικής δανειακής σύμβασης, αφού οι απαιτήσεις μισθών είναι ανεκχώρητες και η απαγόρευση αυτή ισχύει και σε περίπτωση εξουσιοδότησης ή εντολής για είσπραξη της απαίτησης ανεξάρτητα από την δοθείσα τυχόν συναίνεση του οφειλέτη (ΑΚ 464, 174 και 982 παρ. 2 ΚΠολΔ)» [ΕιρΘεσ 9183/2014]
- «Η εκχώρηση του μισθού ακόμα και εάν γίνεται με την συναίνεση του οφειλέτη είναι απολύτως άκυρη και δεν παράγει καμία έννομη συνέπεια». (ΕφετΑθ 9347/2000 ΕΕΔ ΜΒ’, 124).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:
Γίνεται αντιληπτό ότι ο μισθός ή η σύνταξη, είναι ακατάσχετα για οφειλές προς τις Τράπεζες, με δεδομένο (πέρα των όσων διατάξεων αναφέρθηκαν) και το παράγγελμα του συνταγματικού νομοθέτη, για την κάλυψη των αναγκών διαβίωσης, που πηγάζει, μεταξύ άλλων, και στο άρθρο 2 του Συντάγματος αναφορικά με την προστασία της ανθρώπινης αξίας.
Είναι επίσης συνεπώς σαφές ότι ο μισθός δεν μπορεί να κατασχεθεί από τις τράπεζες, ούτε να εκχωρηθεί, ολόκληρος ή τμήμα του, σε αυτές. Ούτε βεβαίως είναι έγκυρη οποιαδήποτε σχετική συμφωνία με τις τράπεζες, ούτε νόμιμη η αφαίρεσή του από λογαριασμούς μισθοδοσίας των εργαζομένων στους οποίους κατατίθενται από τον εργοδότη.