Η χρονική συγκυρία που αποφάσισε ο Αλέξης Τσίπρας να υποδυθεί τον Αγιο Βασίλη είναι ατυχής, αναφέρει το Reuters, σχολιάζοντας την παροχολογία. Η αρθρογράφος του BreakingViews του Reuters τονίζει ότι το ποτήρι είναι... μισοάδειο για την ελληνική οικονομία, ενώ υπογραμμίζει ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός μπορεί να ανακαλύψει ότι οι αγορές δεν είναι τόσο διατεθειμένες να συγχωρήσουν όσο οι ψηφοφόροι.
«Ο Αλέξης Τσίπρας υιοθετεί τον ρόλο του Αγιου Βασίλη ενόψει Χριστουγέννων. Αφού βγήκε έπειτα από σχεδόν μια δεκαετία μνημονιακής λιτότητας, η χώρα χρειάζεται λίγη εορταστική διάθεση. Τα δώρα επίσης μπορεί να βοηθήσουν τις ελπίδες του κόμματός του, του ΣΥΡΙΖΑ, στις εκλογές του 2019. Αλλά η χρονική συγκυρία είναι ατυχής και η Ελλάδα, που ήταν το επίκεντρο της τελευταίας κρίσης που καταπόντισε την ευρωζώνη, μπορεί να συρθεί στις δυσκολίες που ξεκινούν αλλού», αναφέρει το δημοσίευμα, που παραπέμπει στις δηλώσεις του υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας ότι το ποτήρι είναι μισογεμάτο.
«Αλλωστε, η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 2,2% το τρίτο τρίμηνο του έτους, σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά και, αν οι προβλέψεις της Κομισιόν είναι σωστές, θα αναπτυχθεί κατά 2% αυτή τη χρονιά και την επόμενη. Οι εξαγωγές πηγαίνουν καλά και η ανεργία πέφτει. Στο μεταξύ, η χώρα έχει ακόμη μεγαλύτερα πρωτογενή πλεονάσματα από αυτά που υποσχέθηκε, βγήκε στις αγορές πέρυσι και θα πρέπει να μπορεί να καλύψει τις ανάγκες χρηματοδότησης του χρέους για τα επόμενα χρόνια χωρίς να εκδώσει περισσότερα ομόλογα», αναφέρει η αρθρογράφος.
Στη συνέχεια όμως τονίζει ότι το ποτήρι είναι και... μισοάδειο. «Το ΑΕΠ είναι μικρότερο από τότε που η Ελλάδα μπήκε στο ευρώ το 2001 και οι πάγιες επενδύσεις, που έπεσαν κατά 65% από την κορύφωση του 2007 έως το χαμηλότερο σημείο του 2017, ακόμη δεν έχουν ανακάμψει. Το ποσοστό της ανεργίας του 18,6% είναι από τα υψηλότερα στην ευρωζώνη. Πάνω από το 1/3 των νέων είναι εκτός εργασίας και η χώρα έχει υποστεί brain drain καθώς καταρτισμένοι επαγγελματίες αναζήτησαν καλύτερες προοπτικές στο εξωτερικό. Παρά τις βαθιές περικοπές στις δαπάνες, το ελληνικό χρέος θα ξεπεράσει το 180% του ΑΕΠ φέτος. Παρότι οι δανειστές έχουν παρατείνει τις αποπληρωμές για δεκαετίες, με πολύ χαμηλά επιτόκια, μέχρι στιγμής αρνούνται τη διαγραφή χρέους», εξηγεί.
Παρόλα αυτά, η έξοδος της Αθήνας από τα επίσημα μνημόνια δίνει στον κ. Τσίπρα περισσότερο χώρο κινήσεων, συνεχίζει η αρθρογράφος. «Τον χρησιμοποιεί για να υπογραμμίσει τις διαφορές ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, που έχει προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις. Θέλει να χαλαρώσει τη λιτότητα με μέτρα όπως περισσότερες προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων, μείωση του ΕΝΦΙΑ και σταδιακή μείωση της φορολογίας επιχειρήσεων. Το μήνυμα δεν έγινε δεκτό από το επιχειρηματικό κοινό το ίδιο καλά όσο η ταχύτερη μείωση των φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις και τα μέτρα για την προσέλκυση επενδύσεων που ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος τόνισε ότι ο κόσμος θέλει θέσεις εργασίας και όχι παροχές χρηματοδοτημένες από την υπερβολική λιτότητα των προηγούμενων ετών», επισημαίνει.
Η αρθρογράφος σημειώνει ότι πάνω από το ένα τρίτο των Ελλήνων 18-65 ετών είναι σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού και αναφέρει μεταξύ άλλων ότι κάποιοι αποφεύγουν να παντρευτούν γιατί δεν μπορούν να φύγουν από το σπίτι των γονιών τους. Αυτή η ζοφερή εικόνα πλήττει και το τραπεζικό σύστημα, επισημαίνει, κάνοντας αναφορά στο πρόβλημα των κόκκινων δανείων, όπως και ότι η ζήτηση χορηγήσεων είναι ασθενής.
«Οι περικοπές φόρων από μόνες τους δεν μπορούν να λύσουν τέτοια προβλήματα. Ενα σταθερό φορολογικό καθεστώς, λιγότερη γραφειοκρατία και επίσπευση των δικαστικών διαδικασιών είναι πιο σημαντικά. Επίσης, είναι πιο δύσκολα να τα υλοποιήσουν οι πολιτικοί», συνεχίζει.
«Οι εγχώριες πολιτικές αντιπαραθέσεις μπορεί να μην καθορίσουν το πώς θα τα πάει η Ελλάδα τα επόμενα 1-2 χρόνια. Ενώ η κυβέρνηση δεν χρειάζεται άμεσα χρήματα, θέλει να βγει στις αγορές, σε τακτικά διαστήματα, για να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της. Αν μείνει εκτός για πολύ, μπορεί να πασχίσει να κερδίσει ξανά την εμπιστοσύνη των επενδυτών, ιδιαίτερα αν αρχίσει να χρησιμοποιεί το μαξιλάρι ρευστότητας», αναφέρει η αρθρογράφος του Reuters.
Ομως, συνεχίζει, δεν είναι συνετός ο δανεισμός με υπερβολικά υψηλό επιτόκιο. «Η εντεινόμενη ανησυχία για τον ιταλικό προϋπολογισμό έχει ωθήσει προς τα πάνω τις αποδόσεις των ομολόγων. Τα χρόνια της εξαιρετικά εύκολης κεντρικής τραπεζικής πολιτικής φτάνουν στο τέλος, η οικονομική ανάπτυξη έχει επιβραδυνθεί στην Ευρώπη και οι παγκόσμιες εμπορικές τριβές εντείνονται».
Αυτό, επισημαίνει, θα κάνει τους επενδυτές περισσότερο ευαίσθητους σε κάποιο ολίσθημα του προϋπολογισμού ή σε κακές πολιτικές επιλογές. «Ο Τσίπρας μπορεί να δει ότι είναι ακόμη λιγότερο ανεκτικοί από εκείνους τους ψηφοφόρους που αισθάνονται προδομένοι από την παλιά αναστροφή του για τη λιτότητα».