Την κατάργηση της παροχής που δόθηκε προεκλογικά, από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, στους συνταξιούχους και παρουσιάστηκε ως «13η σύνταξη» σχεδιάζει η κυβέρνηση. Βέβαια, τα 971 εκατ. ευρώ που τελικά κόστισε στον ΕΦΚΑ η καταβολή στους 2,5 εκατ. συνταξιούχους ποσών που ξεκινούσαν από το 100% της σύνταξης (σε δικαιούχους με μία ή περισσότερες κύριες συντάξεις έως 500 ευρώ μεικτά) και έφθαναν έως το 30% αυτής (για συνταξιούχους με κύριες συντάξεις από 1.000 ευρώ και πάνω), θα παραμείνουν στους συνταξιούχους.
Ηδη, σύμφωνα με την Καθημερινή, στο υπουργείο Εργασίας επεξεργάζονται τη δημιουργία ενός μόνιμου μηχανισμού στήριξης των χαμηλοσυνταξιούχων, εντός του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Το ύψος της «στήριξης» αλλά και το εύρος των δικαιούχων θα καθοριστούν από δύο παραμέτρους, οι οποίες είναι αλληλοεξαρτώμενες και δεν έχουν ακόμη οριστικοποιηθεί: το αποτέλεσμα των αναλογιστικών μελετών που διενεργούνται στο υπουργείο Εργασίας ενόψει της κατάρτισης του σχεδίου νόμου για την επερχόμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση και τις δημοσιονομικές δυνατότητες της οικονομίας.
Επ’ αυτού άλλωστε, έχουν δεσμευθεί η κυβέρνηση και το οικονομικό επιτελείο της στους εκπροσώπους των δανειστών. Στην πράξη, όλες οι προωθούμενες αλλαγές, που οδηγούν σε αύξηση των συντάξεων με βάση τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, θα πρέπει να... χωρέσουν στον προϋπολογισμό του υπουργείου Εργασίας.
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις το οικονομικό επιτελείο προσανατολίζεται στο να καταργήσει την παροχή που δόθηκε προεκλογικά, από την προηγούμενη κυβέρνηση και παρουσιάστηκε ως «13η σύνταξη». Η σχετική δαπάνη, ύψους 971 εκατ. ευρώ, έχει ήδη ενσωματωθεί στην συνολική συνταξιοδοτική δαπάνη για το 2020, όπως εγγράφεται στον κρατικό προϋπολογισμό που αναμένεται να εγκριθεί από τη Βουλή το αμέσως επόμενο διάστημα.
Βάσει των σεναρίων που επεξεργάζονται, ένα μέρος από το περίπου 1 δισ. ευρώ πιθανότατα θα χρηματοδοτήσει τις αλλαγές που προωθούνται. Παράλληλα, όπως έχει δηλώσει σε τηλεοπτικές τος συνεντεύξεις ο αρμόδιος υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης, θα δημιουργηθεί ένας μόνιμος μηχανισμός στήριξης των χαμηλοσυνταξιούχων. Μάλιστα, σύμφωνα με τον υπουργό, η σχετική διάταξη θα υπάρχει και αυτή στο σχετικό σχέδιο νόμου που θα κατατεθεί στη Βουλή πιθανότατα τον Ιανουάριο.
Αλλά και η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, όταν ερωτάται για την τύχη της 13ης σύνταξης, απαντά ότι το σχετικό κονδύλι θα παραμείνει στους συνταξιούχους.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι στο υπό εξέταση σενάριο δημιουργίας ενός μόνιμου μηχανισμού ενίσχυσης των συνταξιούχων με χαμηλό εισόδημα, θα υπάρχουν αυστηρά εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια, ώστε να αποδεικνύεται ότι δικαιούχοι θα είναι μόνον αυτοί που πραγματικά το έχουν ανάγκη.
Η Κομισιόν έχει καταθέσει εγκαίρως τις ενστάσεις της ως προς τις παροχές επιδοματικού τύπου προς τους συνταξιούχους, υποστηρίζοντας ότι μειώνουν το σχετικό μερίδιο των κοινωνικών παροχών που δαπανώνται για τους νέους και τις ομάδες ασφαλισμένων που βρίσκονται σε ηλικία εργασίας (όπου ο κίνδυνος φτώχειας είναι πολύ μεγαλύτερος). Για τον λόγο αυτό, πηγές από το υπουργείο Εργασίας ξεκαθαρίζουν ότι ο νέος μηχανισμός θα είναι ενσωματωμένος στο συνταξιοδοτικό σύστημα.
Το σχέδιο αναμένεται να οριστικοποιηθεί όταν ολοκληρωθούν οι αναλογιστικές μελέτες που θα καταδείξουν το κόστος των προωθούμενων διατάξεων που αφορούν, κατά κύριο λόγο, τις αυξήσεις των συντάξεων.
Ηδη, το κόστος της αύξησης των επικουρικών συντάξεων σε όλους όσοι το καλοκαίρι του 2016 είδαν τις επικουρικές τους να μειώνονται ακόμη και κατά 48%, εκτιμάται σε ετήσια βάση σε 300 εκατ. ευρώ συν 100 εκατ. ευρώ για τα αναδρομικά ποσά που θα δοθούν από τον Οκτώβριο του 2019. Οσο για την αύξηση των κύριων συντάξεων, μέσω της αναπροσαρμογής των συντελεστών αναπλήρωσης κυρίως για τα 30 έτη και μετά, ήδη στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή διενεργούν μετρήσεις, με το υπουργείο Εργασίας να έχει θέσει ως πλαφόν τα 400 εκατ. ευρώ.
Αυξάνονται αναδρομικά οι επικουρικές χηρείας
Αυξάνονται αναδρομικά από τον Ιούνιο του 2019 κατά περίπου 40% οι επικουρικές συντάξεις χηρείας. Πρόκειται για 9.500 συντάξεις χηρείας Δημοσίου (πρ. ΤΕΑΔΥ) και άλλων μικρών πρώην Ταμείων όπως του ΤΕΑΥΝΤΠ (ναυτιλιακοί και τουριστικοί πράκτορες) των Ναυτικών (ΚΕΑΝ) κ.ά. αλλά και τουλάχιστον 16.000 συντάξεις χηρείας του πρ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.
Σύμφωνα με εγκύκλιο του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ), οι επικουρικές συντάξεις που λαμβάνουν οι χήροι και οι χήρες θα ανέρχονται στο 70% της σύνταξης του θανόντος, από 50% που ίσχυε μέχρι πρότινος. Αναλυτικά, και όπως προκύπτει από ΕΤΕΑΕΠ, οι επικουρικές συντάξεις χηρείας για θανάτους ασφαλισμένων ή συνταξιούχων που απεβίωσαν ή αποβιώνουν μετά την ισχύ του νόμου Κατρούγκαλου, δηλαδή μετά τις 12/5/2016, υπολογίζονται με δύο ταχύτητες, καθώς ακόμη δεν έχει εκδοθεί ο Ενιαίος Κανονισμός Ασφάλισης και Παροχών του Ταμείου. Οταν αυτός εκδοθεί, τότε η διαδικασία θα είναι ενιαία.
Ετσι, σε όσα πρώην Ταμεία –κυρίως του ιδιωτικού τομέα ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα που έχουν πλέον ενταχθεί στο ΕΤΕΑΕΠ– ορίζονται συγκεκριμένα ποσοστά σύνταξης δικαιοδόχων μελών, από τις επιμέρους καταστατικές τους διατάξεις, θα ακολουθούνται αυτά τα ποσοστά.
Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι για τις συγκεκριμένες συντάξεις δεν θα υπάρξει αναπροσαρμογή. Ηδη, ακολουθούνται η διαδικασία και τα ποσοστά που προβλέπονται στο καταστατικό των πρώην Ταμείων. Ετσι, για παράδειγμα οι χήροι/χήρες εμποροϋπαλλήλων, αλλά και υπαλλήλων των ΕΛΤΑ δικαιούνται το 60% της σύνταξης του θανόντος, ενώ χήροι ή χήρες των υπαλλήλων ΔΕΗ και ΟΤΕ δικαιούνται (πριν και μετά το 2016) το 70% της σύνταξης. Σύμφωνα με την εγκύκλιο, οι συντάξεις αυτές δεν θα αλλάξουν.
Στον αντίποδα, σε όσα Ταμεία ακολουθούνται τα ποσοστά του κύριου φορέα, τότε ισχύουν οι διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου και οι χήρες ή χήροι, από τον Μάιο του 2016 δικαιούνταν το 50% της σύνταξης του θανόντος. Από τον Μάιο του 2019 και εφεξής, το ποσοστό αυτό αναπροσαρμόζεται στο 70%.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι δύο μεγαλύτεροι φορείς του ΕΤΕΑΕΠ, δηλαδή το πρ. ΙΚΑ-ΤΕΑΜ και το ΤΕΑΔΥ των δημοσίων υπαλλήλων ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία των Ταμείων που ακολουθούν τον κύριο φορέα και συνεπώς και οι συντάξεις τους απαιτούν αναπροσαρμογές.
Ηδη, έχουν συγκεντρωθεί μάλιστα αναδρομικά 7 μηνών και έως το τέλος του έτους αναμένεται να προστεθεί και ο Ιανουάριος του 2020, που πρόκειται να πληρωθεί στο τέλος Δεκεμβρίου.
Να σημειωθεί ότι, με τον νόμο του 2019, καταργήθηκαν τα ηλικιακά κριτήρια που καθόριζαν τη διάρκεια του δικαιώματος συνταξιοδότησης των δικαιούχων επιζώντων συζύγων και ορίστηκε ότι σε περίπτωση εργασίας ή αυτοαπασχόλησης ή λήψης σύνταξης από οποιαδήποτε πηγή μετά την πρώτη τριετία καταβάλλεται το πενήντα (50%) της σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο.
Πηγή: Καθημερινή