Ανευρη η διεθνής αντίδραση για τη μετατροπή της Αγια-Σοφιάς σε τζαμί ● Ποια μηνύματα έστειλαν προς τον Ερντογάν πολιτικοί και θρησκευτικοί ηγέτες από όλο τον κόσμο.
«Πονεμένος» δηλώνει ο Πάπας Φραγκίσκος για τη μετατροπή της Αγια-Σοφιάς σε τζαμί, «θλίψη και μεγάλη ανησυχία» εκφράζει το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών - γέμισε ο κόσμος δάκρυα, αλλά ξεμείναμε από μαντίλια.
Σχεδόν όλες οι επίσημες ανακοινώσεις των εκπροσώπων του Θεού επί της γης περιορίζονται σε μια συναισθηματικού τύπου -και μάλλον άνευρη- αντίδραση, κάτι σαν «ανάβω ένα κερί στη μνήμη της», με πιο πολιτικό τον λόγο του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερώνυμου που έκανε -ορθώς- λόγο για εργαλειοποίηση της θρησκείας από τον Ερντογάν, για επιδίωξη κομματικών, γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών σκοπιμοτήτων.
Εξίσου πολιτικός και ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος -είχε κατέβει και στην πορεία διαμαρτυρίας στο Μπρούκλιν για τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ-, συμπεραίνει πως «καταργώντας την Αγία Σοφία ως μνημείο, η Τουρκία κλείνει το παράθυρο που ο Ατατούρκ άνοιξε στον κόσμο».
Ο Τζο Μπάιντεν
Οσο δε για την αντίδραση των κυβερνήσεων και της παγκόσμιας πολιτικής ελίτ, ο πιο προχωρημένος ήταν ο υποψήφιος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν, που κι αυτός θλίβεται και λυπάται, αλλά τουλάχιστον ζήτησε από τον Ερντογάν να αναιρέσει την απόφασή του.
Τόσο ο αντίπαλος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ όσο και ο κόσμος όλος γνωρίζουμε ότι ο νέος Πορθητής και μέγας τακτικιστής Ερντογάν δεν θα ασχοληθεί καν με το αίτημα τού -θα ήθελα να γίνω πρόεδρος- Μπάιντεν, ωστόσο αυτή η δήλωση του Δημοκρατικού υποψηφίου τον φέρνει σε αντιδιαστολή με τον κολλητό του προέδρου Ερντογάν, Τραμπ, και μπορεί να του αποδώσει κρίσιμες ψήφους του λόμπι των ορθοδόξων, αλλά και αρκετά εκατομμύρια στο ταμείο της προεκλογικής του εκστρατείας.
Δυστυχώς, ο εκτροχιασμός του προέδρου Ερντογάν δεν τον φέρνει σε αντιπαράθεση με τον κόσμο όλο, ούτε και τον απομονώνει διεθνώς, όπως πιστεύει ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης. Ούτε και είναι ελληνο-τουρκικό το ζήτημα, ούτε καν ευρωτουρκικό, όπως σωστά επισημαίνει ο Νίκος Δένδιας, που το ορίζει ως ζήτημα «αναίρεσης κανόνων και μη σεβασμού κανόνων που αφορούν την παγκόσμια κοινότητα» το οποίο αποτελεί «πρόκληση για την Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά» και για την UNESCO.
Απέναντι στις χλιαρές αντιδράσεις των δυτικών κυβερνήσεων ορθώθηκαν και έντονες ρητορικές από λαϊκιστές και ακροδεξιούς, που είδαν -όπως ο Ματέο Σαλβίνι- στην κίνηση Ερντογάν «ένα συγκεκριμένο Ισλάμ, ασύμβατο με τις αξίες δημοκρατίας, ελευθερίας και ανοχής της Δύσης».
Ο Ερντογάν διαχειρίζεται τα σύμβολα, δηλαδή κάνει πολιτική, και δεν μπορεί να τον κρίνει κανείς ούτε με το συναίσθημα, ούτε και με ιδεολογικές προκαταλήψεις. Με τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, ο Ερντογάν, στο μεν εσωτερικό, αναιρεί συμβολικά το σύνολο της κοσμικής παρακαταθήκης του Κεμάλ Ατατούρκ και αποκαθηλώνει την εικόνα του που κάποτε δέσποζε σε κάθε δημόσιο κτίριο, ενώ στο παγκόσμιο χωριό και στην ούμα στέλνει επίσης ένα συμβολικό μήνυμα διεύρυνσης της ηγεμονίας του. Διευρύνει την επιρροή του από άτυπος ηγέτης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στο όλον του σουνιτικού μουσουλμανικού κόσμου.
Στη διαχείριση συμβόλων, ας σημειώσουμε και την καθόλου τυχαία σύμπτωση πως η πρώτη προσευχή στο νέο τζαμί θα διεξαχθεί την Παρασκευή 24 Ιουλίου, στην επέτειο της υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάννης. Την ημέρα που θα την αναθεωρήσει στην πράξη, ίσως ακούσουμε και πάλι ανακοινώσεις για θλίψη και ανησυχία. Ομως ο Ερντογάν δεν θα καλέσει τους θλιμμένους στη γιορτή του.