Οι απόψεις του Ενγκελς για τη διαλεκτική της φύσης δεν αποτελούν παρά μια γενίκευση της διαλεκτικής διαδικασίας που ο Μαρξ ανιχνεύει στο Κεφάλαιο για την κίνηση της ανθρώπινης κοινωνίας.
Είναι κοινότοπο στις επετείους μεγάλων στοχαστών να τονίζεται η διαχρονικότητα και η αξία τους. Για έναν στοχαστή όπως ο Φρίντριχ Ενγκελς, από τη γέννηση του οποίου συμπληρώθηκαν στις 28 Νοεμβρίου 200 χρόνια, η αλήθεια της παραπάνω πρότασης είναι αυτονόητη. Η δυσκολία έγκειται στο να μπορέσει να δοθεί, σε ένα αναγκαία συνοπτικό άρθρο, μια περιεκτική εικόνα αυτής της αξίας, υπερβαίνοντας τις συνήθεις γενικότητες.
Ο Ενγκελς δεν ήταν ένας τυχαίος στοχαστής, αλλά συνθεμελιωτής, με τον Μαρξ, του επιστημονικού σοσιαλισμού. Για τους μαρξιστές έχει έτσι ιδιαίτερη σημασία, ως μέτρο της γονιμότητας του έργου του, η επίδραση που άσκησε στην παραπέρα πρόοδο του μαρξισμού, φωτίζοντας τους δρόμους του αγώνα για τον σοσιαλισμό και συνδέοντας τη θεωρία με την ιστορική πράξη.
Αυτήν ακριβώς την άρρηκτη σύνδεση του Ενγκελς με το κύριο ρεύμα του μαρξισμού, που την αμφισβητεί επίμονα στις μέρες μας η αστική μαρξολογία, θα συζητήσουμε στο παρόν, καταληκτικό κείμενο, δίνοντας έμφαση στις εκτιμήσεις της συνεισφοράς του από τον Λένιν.
Λένιν και Ενγκελς
Ο αναγνώστης βασικών κειμένων του Λένιν –«Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός», το δοκίμιό του «Καρλ Μαρξ», κ.ά.– δεν θα αποτύχει να δει ότι ο Λένιν στηρίζει τις θέσεις του για θεμελιώδη ζητήματα του μαρξισμού στα πεδία της ιστορίας και της φιλοσοφίας, αναφερόμενος συχνότερα στον Ενγκελς παρά στον Μαρξ. Αυτό ασφαλώς δεν υπονοεί ότι υπήρχε ουσιώδης διαφορά σε αυτά τα πεδία ανάμεσα στον Ενγκελς και τον Μαρξ, ο οποίος είχε δήθεν άλλες απόψεις, και ο Λένιν, όντας μη ικανός να βρει αντίστοιχες διατυπώσεις στον Μαρξ προσέφευγε προς επίρρωση των θέσεών του στον Ενγκελς.
Εκείνη την περίοδο δεν είχαν δημοσιευτεί ακόμη έργα όπως η «Γερμανική Ιδεολογία», το κοινό σύγγραμμα των Μαρξ και Ενγκελς στα 1845-46, καθώς και τα προγενέστερα «Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα του Μαρξ», τα οποία καθιστούν πρόδηλη τη βασική ταύτιση απόψεων των δύο κλασικών. Είναι όμως ενδεικτικό της διαύγειας του Ενγκελς, ο οποίος, στο πλαίσιο του καταμερισμού της εργασίας τους διατύπωσε και επεξεργάστηκε τις βάσεις του επιστημονικού σοσιαλισμού σε μια ποικιλία πεδίων.
Στο άρθρο του για τον Ενγκελς, γραμμένο την επαύριο του θανάτου του στα 1895, ο Λένιν δίνει ευρεία αποτίμηση των συνεισφορών του. «Πλάι στον Καρλ Μαρξ», εκτιμά, «…ο Ενγκελς ήταν ο πιο επιφανής επιστήμονας και δάσκαλος του σύγχρονου προλεταριάτου σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο». Σε μια εποχή που οι άλλοι στοχαστές είτε περιορίζονταν στον αγώνα για τη δημοκρατία, φοβούμενοι την ανάπτυξη του καπιταλισμού και της εργατικής τάξης, είτε φαντάζονταν ονειροπόλα ότι ο σοσιαλισμός θα ερχόταν με τη διαφώτιση, που θα έκανε φανερή την κοινωνική αδικία σε όλους, ακόμη και στις κυρίαρχες τάξεις, οι Μαρξ και Ενγκελς ήταν οι μόνοι που αντιλήφθηκαν τον ιστορικό ρόλο της εργατικής τάξης ως νεκροθάφτη του καπιταλισμού, καθώς και την επαναστατική πάλη ως το μέσο εκπλήρωσής του.
«Πρώτοι οι Μαρξ και Ενγκελς εξήγησαν στις επιστημονικές εργασίες τους ότι ο σοσιαλισμός δεν είναι μια επινόηση ονειροπόλων, αλλά… το αναγκαίο αποτέλεσμα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων της σύγχρονης κοινωνίας», καθώς και ότι «η συνειδητή ταξική πάλη των οργανωμένων εργατών πρέπει να στρέφεται ενάντια στις βάσεις [αυτής της κοινωνίας]», που είναι «η ατομική ιδιοκτησία και η αναρχική κοινωνική παραγωγή… Οι υπηρεσίες των Μαρξ και Ενγκελς απέναντι στην εργατική τάξη μπορεί να διατυπωθούν έτσι: δίδαξαν στην εργατική τάξη την αυτογνωσία και την αυτοσυνείδηση και στη θέση των ονειροπολημάτων έβαλαν την επιστήμη»1.
Στο ίδιο άρθρο του ο Λένιν επισημαίνει ότι ο Ενγκελς ήταν αυτός που πρώτος, στο «Η Κατάσταση της Εργατικής Τάξης στην Αγγλία», έδειξε ότι η εργατική τάξη δεν είναι μόνο μια τάξη που υποφέρει από τη φτώχεια, αλλά και μια τάξη ικανή, ωθούμενη από τη θέση της στην παραγωγή και τα δεινά της, να θέσει τέρμα στην καπιταλιστική εκμετάλλευση. Αναφέρει ως κύριες συμβολές του Ενγκελς την επεξεργασία και έκδοση των τόμων ΙΙ και ΙΙΙ του Κεφαλαίου, την καθοδήγηση του διεθνούς σοσιαλιστικού κινήματος μετά τον θάνατο του Μαρξ, όταν έκανε τα πρώτα βήματά της η Β' Διεθνής, και τα θεωρητικά του έργα στα οποία «φώτιζε τα πιο γενικά επιστημονικά προβλήματα και διάφορα φαινόμενα του παρελθόντος και του παρόντος – στο πνεύμα της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας», με πιο σημαντικά το «Αντι-Ντίρινγκ» και την «Καταγωγή της Οικογένειας»2.
Ηταν ο Ενγκελς υπαίτιος για τον ρεφορμισμό της Β' Διεθνούς;
Μια συχνή κριτική ενάντια στον Ενγκελς, συνήθως από αριστεριστές διανοούμενους, είναι ότι συνεισέφερε, λίγο ώς πολύ, στη διαμόρφωση του εξελικτικού μαρξισμού που κυριάρχησε στα κόμματα της Β' Διεθνούς. Στον πυρήνα του, προέκρινε μια βαθμιαία αύξηση στον σοσιαλισμό, μέσω εκλογών και μεταρρυθμίσεων, και αυτή η τακτική έδωσε γένεση αργότερα τόσο στον ρεφορμισμό, τις αντιλήψεις του «τρίτου δρόμου», με πατέρα τον Μπερνστάιν, όσο και στην προδοσία του 1914, όταν η πλειοψηφία των σοσιαλιστών ηγετών, ακόμη και οι μαρξιστές Κάουτσκι και Πλεχάνοφ, έγιναν σοβινιστές και υποστήριξαν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο.
Οι απόψεις αυτές δεν είναι νέες. Υποστηρίζονταν από αριστεριστές διανοούμενους στα χρόνια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, μεταξύ άλλων τον Α. Μπογκντάνοφ στο ρωσικό κίνημα. Εις επίρρωσίν τους επικαλούνταν την υποστήριξη από τον Ενγκελς της υπεράσπισης της πατρίδας σε περίπτωση πολέμου στα 1891 μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας-Ρωσίας, καθώς και τον «Πρόλογό» του στο «Ταξικοί Αγώνες στη Γαλλία 1848-1850» του Μαρξ στα 1895, όπου αναφερόταν στις δυνατότητες που άνοιγε η κοινοβουλευτική πάλη.
Ο Λένιν, στην αλληλογραφία του με την Ινέσα Αρμάν, υπέβαλε σε κριτική τις θέσεις του Μπογκντάνοφ. Σημείωνε ότι στα 1891 δεν υπήρχε ακόμη το ιμπεριαλιστικό σύστημα, η Γερμανία ήταν η πρωτοπόρα χώρα του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού και μια επίθεση της τσαρικής Ρωσίας σε συνασπισμό με τη Γαλλία εναντίον της θα ήταν ένας επιθετικός πόλεμος, στον οποίο η υπεράσπιση της παρτίδας θα ήταν καθήκον των σοσιαλιστών. Το να βάζει, λοιπόν, κανείς τον Ενγκελς στην αφετηρία του σοσιαλσοβινισμού, σήμαινε να εξισώνει αντιιστορικά τις συνθήκες στα 1891 και τα 1914, και στερούνταν βάσης.
Από την άλλη μεριά, ο πρόλογος του Ενγκελς στην μπροσούρα του Μαρξ είχε περικοπεί από τους ηγέτες της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας. «Εγώ στη ζωή μου», σημείωνε ο Λένιν, «είδα πάρα πολλές και πολύ βιαστικές κατηγορίες κατά του Ενγκελς για οπορτουνισμό, και τις βλέπω με μεγάλη δυσπιστία… Είμαι ακόμη “ερωτευμένος” με τον Μαρξ και τον Ενγκελς, και δεν μπορώ να μείνω ήσυχος όταν ακούω κατηγορίες εναντίον τους. Οχι, αυτοί ήταν πραγματικοί άνθρωποι! Απ’ αυτούς πρέπει να διδασκόμαστε. Από αυτή τη βάση δεν πρέπει να ξεφύγουμε»3.
Στην πραγματικότητα, το «Αντι-Ντίρινγκ», το κύριο θεωρητικό έργο του Ενγκελς, ήταν μια πολεμική στις φιλοσοφικές βάσεις του ρεφορμισμού, ιδιαίτερα στην άρνηση της διαλεκτικής, τις οποίες επεξεργάστηκε από τη σκοπιά του αστικού καθηγητισμού ο Ντίρινγκ και σε συνέχεια δανείστηκαν και επένδυσαν με σοσιαλιστική φρασεολογία οι ρεφορμιστές (Μπερνστάιν, κ.ά.).
Ταυτόχρονα, επικρίνοντας τους ρεφορμιστές, όπως έκανε και με τους αναρχικούς αλλού, για τις λαθεμένες απόψεις και τακτικές τους, ο Ενγκελς επέμενε στην ανάγκη για αντικειμενική θεμελίωση της δράσης, με μια ανάλυση των πραγματικών εξελίξεων του καπιταλισμού σε κάθε στάδιο, δίνοντας ο ίδιος πολύτιμα στοιχεία τέτοιων αναλύσεων. Οι πολεμικές των αριστεριστών διανοούμενων στρέφονταν περισσότερο ενάντια στον ιστορικό ρεαλισμό του, ώστε να εμφανίζουν ότι η οποιαδήποτε, αυθαίρετη δράση, και όχι μια θεμελιωμένη δράση, μπορεί να οδηγήσει στον ιστορικό σκοπό. Με τον τρόπο αυτόν, οι αριστεριστές αποδείκνυαν την αδυναμία τους να διαχωριστούν σοβαρά από τα ρεφορμιστικά ρεύματα, καταλήγοντας από έναν άλλο δρόμο στο ίδιο αποτέλεσμα, κάτι που συμβαίνει συχνά και με τους σύγχρονους συνεχιστές τους.
Ο Ενγκελς και ο δογματισμός
Αυτά μας φέρνουν στο δεύτερο ζήτημα, αν ο Ενγκελς συνετέλεσε στην άνοδο του δογματισμού, σε μια πορεία που, με το ενδιάμεσο του Λένιν, οδήγησε τελικά στον σταλινικό δογματισμό.
Αυτή η θέση υποστηρίζεται επίμονα από αστούς παρερμηνευτές του μαρξισμού, όπως οι εκπρόσωποι της λεγόμενης «Νέας ανάγνωσης του Μαρξ» και άλλοι. Σύμφωνα με τους τελευταίους, κατά την επιμέλειά του των τόμων ΙΙ και ΙΙΙ του Κεφαλαίου, ο Ενγκελς παραποίησε το κείμενο του Μαρξ ώστε να στηρίξει τις δικές του, διαφορετικές ερμηνείες. Οι αντιλήψεις του Ενγκελς για τη διαλεκτική της φύσης, τις οποίες παρέλαβε ο Λένιν αλλά δεν θα βρούμε δήθεν στον Μαρξ, ήταν επίσης μέρος αυτής της «παραχάραξης». Ετσι προέκυψε το σταλινικό «ντιαμάτ», που ενέπνευσε τον σκοταδισμό των τσαρλατάνων τύπου Λισένκο.
Οι αστικές κριτικές στοχεύουν ουσιαστικά, με το πρόσχημα της απομάκρυνσης των «ξένων στοιχείων» που εισήγαγε ο Ενγκελς, να διαγράψουν από τον μαρξισμό την επαναστατική του δέσμευση και τη διαλεκτική του μεθοδολογία, ώστε στη συνέχεια να μετατρέψουν τον Μαρξ σε έναν ακαδημαϊκό ερευνητή, στα μέτρα των εκπροσώπων του καθηγητικού κατεστημένου.
Χαρακτηριστικά, οι Τ. Κάρβερ και Μ. Χάινριχ κατηγορούν σε αυτό το πνεύμα τον Ενγκελς, ότι παρουσίασε το υλικό του Μαρξ στους τόμους ΙΙ και ΙΙΙ σαν να αναφέρεται σε μια «ιστορική διαδοχή», ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για την υπαγωγή «ενός σώματος επιστημονικής θεωρίας σε λογική, φιλοσοφική, μαθηματική, κ.ο.κ., ανάλυση»4. Επιχειρήματα όπως αυτά δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώνουν στα μάτια των μαρξιστών την ουσιώδη ταύτιση ανάμεσα στον Μαρξ και τον Ενγκελς, γιατί ο ίδιος ο Μαρξ ασφαλώς παρουσιάζει στο Κεφάλαιο την ιστορική κίνηση του καπιταλισμού και όχι κάποια αφηρημένα λογικά και μαθηματικά σχήματα.
Σε αυτό το γενικό πλαίσιο, οι απόψεις του Ενγκελς για τη διαλεκτική της φύσης δεν αποτελούν παρά μια γενίκευση της διαλεκτικής διαδικασίας που ο Μαρξ ανιχνεύει στο Κεφάλαιο για την κίνηση της ανθρώπινης κοινωνίας. Η δέσμευση του Μαρξ στη χεγκελιανή διαλεκτική, υλιστικά ανεστραμμένη, είναι εντελώς αναμφισβήτητη και είναι σαφές ότι μια διαλεκτική θεώρηση της κοινωνίας δεν μπορεί να σταθεί χωρίς μια ευρύτερη διαλεκτική θεώρηση της φύσης, δεδομένου ότι η κοινωνία αποτελεί μέρος της φύσης και οι κανονικότητές της δεν μπορεί να βρίσκονται σε διάσταση με τους τύπους και τις μορφές της εξέλιξης στη φύση. Αυτό το καίριο σημείο, πρόδηλο και στους δύο κλασικούς, αποσαφηνίζει επίμονα ο Ενγκελς.
Τα προηγούμενα δεν υπονοούν ότι δεν υπάρχουν προβληματικά σημεία στις επεξεργασίες του Ενγκελς για τη διαλεκτική της φύσης. Μια τέτοια καθαγιαστική αντίληψη χαρακτήρισε πράγματι αργότερα τον σταλινικό δογματισμό, δεν έχει όμως τίποτα κοινό με τη διαλεκτική θεώρηση. Οι κλασικοί του μαρξισμού ασφαλώς έκαναν λάθη, τα οποία πρέπει να συζητιούνται σε ένα μαρξιστικό πλαίσιο ανάλυσης. «Ο Ενγκελς», τόνιζε ο Λένιν στα ίδια γράμματά του στην Αρμάν, «δεν είναι αλάθητος… Μα για να αποδείξει κανείς τις “αμαρτίες” του πρέπει να καταπιαστεί διαφορετικά»5.
Οι αδυναμίες του Ενγκελς δεν θα βρεθούν τόσο στη γενική συζήτηση των νόμων και γνωρισμάτων της διαλεκτικής (όπου δίνει πάντως μια μονόπλευρη έμφαση στον νόμο της μετατροπής της ποσότητας σε ποιότητα) αλλά μάλλον στον τρόπο σύνδεσής τους με τις φυσικές επιστήμες του καιρού του. Στον 19ο αιώνα κυριαρχούσε ακόμη η κλασική φυσική, η οποία βασίζεται στην τυπική λογική και την απουσία ιστορικότητας, ενώ η ιστορικότητα, και μαζί της η διαλεκτική, είχε εισχωρήσει μόνο στη βιολογία (η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου) και την κοσμολογία (οι θεωρίες των Καντ-Λαπλάς).
Ο Ενγκελς έσπευσε να θεωρήσει ότι η εξελικτική διατύπωση των φυσικών επιστημών είχε βασικά ολοκληρωθεί. Αυτό, ενώ σε τομείς όπως η κοσμολογία προέβλεψε διορατικά τις μελλοντικές εξελίξεις, τον οδήγησε σε μερικές λαθεμένες προβλέψεις, όπως η ιδέα του ότι οι πρωτεΐνες είναι ο αποκλειστικός φορέας της ζωής και αν κάποτε συντεθούν θα παρουσιάζουν έμβιες ιδιότητες, μεταβολισμό, κ.ο.κ. Ταυτόχρονα, μη όντας σε θέση να καταδείξει τη διαλεκτική αντιφατικότητα και διαδικασία με το ανεπαρκές υλικό των φυσικών επιστημών, έφερε στο «Αντι-Ντίρινγκ» μερικά απλοϊκά παραδείγματα, όπως η τριαδική ανάπτυξη του σπόρου.
Αυτά τα στοιχεία στο έργο του Ενγκελς αξιοποιήθηκαν αργότερα από τους σταλινικούς δογματιστές, που με τη διανοητική ένδεια και τον παρασιτισμό τους πιάστηκαν από τα λάθη του Ενγκελς, μετατρέποντάς τα σε άρθρα πίστης. Είχαν όμως επικριθεί από τον ίδιο τον Λένιν, ο οποίος τα συζητά σε κείμενά του όπως τα «Τι Είναι οι Φίλοι του Λαού» και «Σχετικά με το ζήτημα της διαλεκτικής», επισημαίνοντας ότι αποτελούν κατάλοιπα της χεγκελιανής εκδοχής της διαλεκτικής.
Ο δογματισμός, αξιοποιώντας και τα λάθη του Ενγκελς, που ήταν μόνο εξαιρέσεις, οικοδόμησε μια αντίληψη της αντίθεσης ως καθαρής, απορρίπτοντας τη μεταβατικότητα, για να ταυτίζει τον εαυτό του αξιωματικά με την κομμουνιστική άποψη, ενώ κάθε τι άλλο απορριπτόταν ως αστικό και προδοτικό. Ο Ενγκελς αντίθετα, όντας ο πρώτος μαρξιστής που επεξεργάστηκε το μεταβατικό πρόγραμμα, έδινε πάντα έμφαση στην αλληλοδιείσδυση και αλληλεπίδραση των αντιθέτων και την εύπλαστη, ρευστή υφή της πραγματικότητας και της εξέλιξης.
Οι πλούσιες αναλύσεις του, δομημένες σε αυτό το μοντέλο, αποτελούν –όπως το πιστοποιούν με τον τρόπο τους και οι αστικές κακολογίες εναντίον του– πολύτιμο και αναπόσπαστο μέρος της μαρξιστικής παράδοσης.
Σημειώσεις
1. Λένιν, Απαντα, εκδ. Σ.Ε., τόμ. 2, σελ. 5-6.
2. Στο ίδιο, σελ. 9, 11-12, 13, κ.λπ.
3. Λένιν, Απαντα, τόμ. 49, σελ. 348, 378, επίσης σελ. 369-71 για τα υπόλοιπα επιχειρήματα.
4. Βλέπε το εισαγωγικό δοκίμιο του γράφοντος στο «Φρίντριχ Ενγκελς. Διαλεκτά Κείμενα», εκδόσεις Τόπος, Αθήνα 2020, σελ. 157 κ.ε., για εκτενέστερη συζήτηση.
5. Λένιν, Απαντα, τόμ. 49, σελ. 348.
*Συγγραφέας, μέλος της Σ.Ε. της Μαρξιστικής Σκέψης. Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Τόπος το βιβλίο του «Φρίντριχ Ενγκελς. Διαλεκτά Κείμενα»