Αν και σπούδασε Καλές Τέχνες και ξεκίνησε την καριέρα του ως μέλος κινηματογραφικών συνεργείων στο Κάνσας του Μισούρι ενώ δημιουργούσε και ο ίδιος μικρές ταινίες animation, η μεγάλη του αγάπη ήταν τα κόμικς. Ο Richard Corben άργησε να δει την πρώτη του ιστορία δημοσιευμένη, κάτι που συνέβη το 1969 και ενώ ήταν ήδη 29 ετών, αλλά από τότε και μετά ο δρόμος ήταν ανοιχτός.
Ξεκίνησε να συνεργάζεται με underground περιοδικά σε εταιρείες όπως η Last Gasp και η Rip Off Press που συγκέντρωναν την αφρόκρεμα των εναλλακτικών δημιουργών κόμικς της εποχής και σύντομα προσέλκυσε το ενδιαφέρον της εταιρείας του James Warren που ειδικευόταν σε περιοδικά τρόμου όπως τα Creepy, Eerie, Vampirella κ.ά.
Για πολλά χρόνια δημοσίευε τα κόμικς τρόμου και φαντασίας που δημιουργούσε στα περιοδικά της Warren, αλλά το μεγάλο άλμα στην καριέρα του έγινε όταν ξεκίνησε τη συνεργασία του με το εμβληματικό γαλλικό περιοδικό Métal hurlant δίπλα σε τεράστια ονόματα των ευρωπαϊκών κόμικς όπως οι Druillet και Moebius.
Σημαντική για την καριέρα του ήταν και η συμμετοχή του στην τεράστια κινηματογραφική επιτυχία του animation Heavy Metal, που προβλήθηκε το 1981 και άφησε εποχή με τον πρωτότυπο και εντυπωσιακό συνδυασμό επιστημονικής φαντασίας και μουσικής. Συνέχισε να δημοσιεύει τα έργα του στην αμερικανική ανατύπωση του περιοδικού που κυκλοφορούσε στις ΗΠΑ με τον τίτλο Heavy Metal και συγκέντρωνε μια πλειάδα Ευρωπαίων δημιουργών πρώτης γραμμής όπως οι Liberatore, Caza, Crepax, Bilal κ.ά. δίπλα σε Αμερικανούς εναλλακτικούς καλλιτέχνες όπως οι Charles Burns και Drew Friedman, ενώ παράλληλα ίδρυσε τη δική του εταιρεία Fantagor στην οποία δημοσιεύονταν οι πιο προσωπικές δουλειές του και αναδημοσιεύονταν παλαιότερα έργα του.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 πια, διάσημος και κοντά στα εξήντα του ξεκίνησε τη συνεργασία με την εταιρεία DC κυρίως στη σειρά Vertigo που απευθυνόταν σε ενήλικους αναγνώστες, αλλά και με άλλες μεγάλες εταιρείες όπως η Marvel, η IDW και η Dark Horse. Η σχεδιαστική του δεξιοτεχνία στο ανθρώπινο σώμα και στο στήσιμο φανταστικών κόσμων, αλλά και η ικανότητα να χτίζει ατμόσφαιρες τρόμου σε δικές του ιστορίες ή σε προσαρμογές κλασικών έργων, όπως αυτά του Εντγκαρ Αλαν Πόε και του Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ του επέτρεψαν να δουλέψει με σεναριογράφους, όπως οι Alan Moore, Richard Margopoulos, Brian Azzarello, Garth Ennis, Steve Niles, Harvey Pekar, Mike Mignola.
Από τα δεκάδες βραβεία και τις πολλές τιμητικές διακρίσεις που είχε στη ζωή του, αποκορύφωμα ήταν η κατάκτηση του Μεγάλου Βραβείου στο Φεστιβάλ της Ανγκουλέμ το 2018.