Καλά Χριστούγεννα, κύριε Ενγκελς |

Από τη βικτωριανή εποχή, εδώ και δυο αιώνες, τα Χριστούγεννα εξυμνούν την οικογενειακή εστία, την πεμπτουσία του αστικού κόσμου, γιατί εκεί, και μόνο εκεί, τα προβλήματα και οι αντιθέσεις της κοινωνίας του μπορούσαν να ξεχαστούν ή να καταργηθούν τεχνητά. Εκεί, και μόνο εκεί, η αστική και ακόμα περισσότερο η μικροαστική οικογένεια, μπορούσαν να διατηρήσουν την ψευδαίσθηση μιας αρμονικής, ιεραρχικά δομημένης, ευτυχισμένης ζωής γύρω από τα αντικείμενα, τα στολίδια. Και για τους εργάτες, τις εργάτριες; Τους φτωχούς των πόλεων; Τα παιδιά των δρόμων; Ποιο ήταν το μήνυμα των Χριστουγέννων;

Με το φάντασμα της πανδημίας να πλανιέται πάνω από την υφήλιο, αυτά τα Χριστούγεννα θα είναι διαφορετικά. Aνθρωποι-φαντάσματα, σώματα αδειανά, πρόσωπα μασκοφορεμένα θα γεμίσουν τους δρόμους. Οι «χαρούμενοι» καταναλωτές αποτελούν πλέον είδος υπό εξαφάνιση. Τα μεγάλα μαγαζιά στις λεωφόρους των μητροπόλεων έχουν ήδη στολίσει τις βιτρίνες τους, χιλιάδες λαμπιόνια αστράφτουν στα κλαδιά του χριστουγεννιάτικου δέντρου τους. Eρημες αίθουσες, χωρίς παιδιά να χαζεύουν τα παιχνίδια, χωρίς Aνατολίτες τουρίστες στα μεγάλα βουλεβάρτα.

Oλοι ανεξαιρέτως, ιδιοκτήτες, εργαζόμενοι και καταναλωτές, προσδοκούν να γίνει το θαύμα, να γυρίσει ο χρόνος πίσω στις κανονικότητες της πιο λαμπερής γιορτής του χρόνου. Ο θαυμαστός παλιός κόσμος καταρρέει. Η πανδημία επιφέρει τεράστιες αλλαγές. Ενας ατέρμονος διάλογος κωφών πλήττει τους θεσμούς -κοινωνικούς και οικονομικούς- στο παγκοσμιοποιημένο σύμπαν μας. Οι εργαζόμενοι βρέθηκαν στον δρόμο, η τηλεργασία εισβάλλει στο σπίτι ροκανίζοντας συνεχώς τον χρόνο της ξεκούρασης και της ανάπαυσης. Ο εγκλεισμός προκαλεί επιθετικότητα, μοναξιά, κατάθλιψη και άλλα πολλά. Οι μεγάλες εταιρείες λιανικής πώλησης κλείνουν, απολύουν προσωπικό ή το οδηγούν κατ’ ανάγκη σε πλάνο εθελουσίας εξόδου. Τίποτα, ακόμα και οι τεράστιες εκπτώσεις στο διαδίκτυο δεν μπορούν να αναχαιτίσουν τον κατήφορο.

Από τη βικτωριανή εποχή, εδώ και δυο αιώνες, τα Χριστούγεννα εξυμνούν την οικογενειακή εστία, την πεμπτουσία του αστικού κόσμου, γιατί εκεί, και μόνο εκεί, τα προβλήματα και οι αντιθέσεις της κοινωνίας του μπορούσαν να ξεχαστούν ή να καταργηθούν τεχνητά. Εκεί και μόνο εκεί η αστική και ακόμα περισσότερο η μικροαστική οικογένεια μπορούσαν να διατηρήσουν την ψευδαίσθηση μιας αρμονικής, ιεραρχικά δομημένης, ευτυχισμένης ζωής, γύρω από τα αντικείμενα, τα στολίδια. Το χριστουγεννιάτικο δείπνο εξυμνείται από τον Ντίκενς, το χριστουγεννιάτικο δέντρο επινοείται στη Γερμανία και εγκλιματίζεται πολύ γρήγορα σε όλη την Ευρώπη. Τα χριστουγεννιάτικα άσματα -με γνωστότερο το γερμανικό «Αγια Νύχτα»- συμβόλιζαν ταυτόχρονα την ψυχρότητα του έξω κόσμου, τη θαλπωρή του οικογενειακού κύκλου και την αντίθεση ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο.

Και για τους εργάτες, τις εργάτριες; τους φτωχούς των πόλεων; Τα παιδιά των δρόμων; Ποιο ήταν το μήνυμα των Χριστουγέννων;

Τα Χριστούγεννα αποκάλυπταν ακόμα περισσότερο την κοινωνική αδικία και τη φτώχεια, την εποχή του θριάμβου της Βιομηχανικής Επανάστασης. Από το 1834 καθιερώθηκαν με νόμο ως μέρα αργίας στη Γηραιά Αλβιώνα. Ηταν η μοναδική μέρα του χρόνου όπου οι φτωχοί μπορούσαν να φάνε, να πιουν και να ζεσταθούν. Ηταν μια προσπάθεια επιβολής των αξιών της αστικής οικογένειας και της εκχώρησης του δικαιώματος για διασκέδαση και για θέρμανση-ζεστασιά στους φτωχούς, έστω και για μόνο μία μέρα τον χρόνο.

Στις παρυφές της Ευρώπης, η Ελλάδα. Η κατεύθυνση που θα ακολουθούσε το ελληνικό βασίλειο για τον εορτασμό των Χριστουγέννων ήταν δεδομένη: εξομοίωση με την Ευρώπη. Το βασιλικό ζεύγος, ο Οθωνας και η Αμαλία, γιορτάζουν τα πρώτα τους Χριστούγεννα στην Αθήνα, το 1837, χωρίς στολισμό και δέντρο. Ανήμερα ο Εντμουντ Λάιονς, ο πρώτος Βρετανός πρέσβης της Ελλάδας, σύμφωνα με τα γερμανο-βρετανικά πρότυπα δίνει λαμπρό χορό στην κατοικία του· παρόντες ήταν οι βασιλείς και η αυλή τους.

«Πράγμα όπερ πολύ με ενοχλεί, είναι ότι δεν εορτάζεται παρά πάντων ενταύθα η εορτή αύτη, αλλά βλέπει τις ανθρώπους να εργάζωνται, να κτίζουν και εν γένει άπασαν την βιομηχανίαν εις κίνησιν» εξομολογείται, το 1838, με φανερή δυσαρέσκεια η πρώτη Κυρία της Τιμής και παιδαγωγός της βασίλισσας, Ιουλία φον Νόρτενφλιχτ, προς τη φίλη της στη Γερμανία. Πραγματικά ο πρώτος νόμος για τον χρόνο εργασίας θεσπίστηκε στην Ελλάδα πολύ αργότερα, το 1909, και ήταν για την «Κυριακή αργία». Οι μέρες των θρησκευτικών εορτών ήταν εργάσιμες για τους ανθρώπους του μόχθου στις ελληνικές πόλεις αλλά και πολύ αργότερα. Μέχρι σήμερα οι μοδίστρες, οι μανικιουρίστες, οι κομμώτριες εργάζονται ακόμα και ανήμερα τα Χριστούγεννα, για να ικανοποιήσουν την απαιτητική πελατεία τους.

Στο αστικό τοπίο της Αθήνας του 19ου αιώνα οι συνήθειες, τα ήθη και τα έθιμα αλλάζουν άρδην. Τα ανώτερα στρώματα της Αθήνας ακολουθούν κατά πόδας τις διασκεδάσεις των Ευρωπαίων ομολόγων τους. Οι βασιλείς, οι άνθρωποι του παλατιού, οι οικογένειες των Ελλήνων αγωνιστών που συμμετείχαν στη διοίκηση, οι πλούσιοι Φαναριώτες και τα ανώτερα στελέχη του κρατικού μηχανισμού ασπάζονται το χριστουγεννιάτικο κλίμα της διασκέδασης. Το τεράστιο έλατο το 1839, δώρο του Σούτσου προς τον Οθωνα και την Αμαλία, διακοσμημένο με ζαχαρωτά, ξύλινα στολίδια και κρύσταλλα, φωταγωγημένο με κεριά, κοσμούσε τη βασιλική κατοικία. Η οικογένεια Λιτ, του Δανού ιερέα της βασίλισσας, σύμφωνα με τα βαλτικά έθιμα στόλισε και αυτή δέντρο, πεύκο όμως όχι έλατο.

Ενα βιβλίο, ένας Βρετανός συγγραφέας, έμελλε να επανακαθορίσουν το νόημα των εορτής των Χριστουγέννων.

Στα 1843 κυκλοφορεί το βιβλίο του Καρόλου Ντίκενς «Τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα». Είναι ένα έργο ριζοσπαστικό, ανατρεπτικό για τη συσσώρευση του πλούτου και την ιδεολογία των αστικών στρωμάτων. Ενα βιβλίο που έκανε ρεκόρ σε πωλήσεις παγκοσμίως διαδίδοντας νέο νόημα και νέα ήθη στην εορτή των Χριστουγέννων. Ο κεντρικός του χαρακτήρας, ο Εμπενίζερ Σκρουτζ, φιλάργυρος τραπεζίτης ή τοκογλύφος, μόνος στο σπίτι, ξεσπά σε φριχτά κλάματα μετανιωμένος μετά την επίσκεψη τριών φαντασμάτων που καυτηριάζουν τη φιλοχρηματία του και το μέλλον που του επιφυλάσσεται από τη μισανθρωπία που τον διακατέχει. Αποφασίζει να αλλάξει, να γίνει φιλεύσπλαχνος και γενναιόδωρος. Με δώρο μια γαλοπούλα πηγαίνει να περάσει τα Χριστούγεννα και να γευτεί την οικογενειακή θαλπωρή με την οικογένεια του Κράτσιτ, του φτωχού υπαλλήλου του.

Ο Ντίκενς σε αυτό το μυθιστόρημα καινοτομεί, όχι μόνο γιατί η γαλοπούλα παίρνει τη θέση της χήνας στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι, ούτε γιατί ο πλούσιος εργοδότης πηγαίνει επίσκεψη στο σπίτι του φτωχού υφισταμένου του. Αλλά γιατί μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του διδάσκει και προειδοποιεί: «Ή θα μοιράζουμε τον πλούτο ή θα αντιμετωπίσουμε την καταστροφή».

Από μια χώρα της Βαλτικής, τη Δανία, ο διάσημος παραμυθάς Χανς Κρίστιαν Αντερσεν φέρνει κι αυτός στο προσκήνιο την παιδική εργασία και τις απαράδεκτες συνθήκες διαβίωσης.

Δύο χρόνια μετά τον Ντίκενς, στα 1845, δημοσιεύει ένα πολύ θλιβερό παραμύθι «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα». Ενα ετοιμοθάνατο κοριτσάκι από το κρύο και τις κακουχίες τριγυρίζει τα Χριστούγεννα στους παγωμένους δρόμους πουλώντας σπίρτα. Φοβάται να γυρίσει στο σπίτι γιατί ο πατέρας της θα την ξυλοκοπήσει. Αποκαμωμένο και απελπισμένο το κορίτσι κάθεται στην άκρη του δρόμου. Η ματιά του πλανάται στο τζάμι του πλούσιου αστικού σπιτιού με το χριστουγεννιάτικο δέντρο και τις γιρλάντες. Το κρύο ήταν ανυπόφορο, γι' αυτό αποφασίζει να ζεστάνει τα δάχτυλά της ανάβοντας σπίρτα.

Με το πρώτο σπίρτο ονειρεύτηκε μια ζεστή φωτεινή σόμπα, με το δεύτερο, ένα μεγάλο καλοστρωμένο τραπέζι με άφθονο φαγητό και με το τρίτο, το δέντρο των Χριστουγέννων. Τα σπίρτα τελείωσαν. Το κοριτσάκι έβλεπε τα χριστουγεννιάτικα φώτα σαν διάττοντα αστέρια στον ουρανό, σαν κεράκια που πέφτουν από το δέντρο των Χριστουγέννων, σαν τη γιαγιά της που ήρθε να την πάρει στην αγκαλιά της και να την οδηγήσει στον Θεό.

Ενα παραμύθι που αποκαλύπτει την πείνα, τη φτώχεια, την εκμετάλλευση, αλλά κυρίως την εγκατάλειψη των χιλιάδων παιδιών «χωρίς οικογένεια» που πλήθαιναν με γεωμετρική πρόοδο την εποχή της ευημερίας και του θριάμβου της αστικής τάξης στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις.

Οταν βγαίνουν στην κυκλοφορία αυτά τα βιβλία ο Φρίντριχ Ενγκελς βρίσκεται στην Αγγλία και επισκέπτεται μαζί με τον Μαρξ τις δύο μεγάλες βιομηχανικές πόλεις, το Μάντσεστερ και το Λονδίνο. Μελετούν την εργατική τάξη και το εργατικό κίνημα. Γίνονται μέλη στην «Ενωση των Δικαίων», τη μετέπειτα «Ενωση των Κομμουνιστών». Γράφουν μαζί το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο». Στις 21 Φεβρουαρίου 1848 το Μανιφέστο κυκλοφορεί. Πρόκειται για το πλέον μνημειώδες - και το πιο έντονα αποκηρυγμένο- πολιτικό φυλλάδιο όλων των εποχών. Η εισαγωγή του παραπέμπει στο βιβλίο του Ντίκενς: «Ενα φάντασμα πλανιέται στην Ευρώπη. Το φάντασμα του κομμουνισμού».

Το Μανιφέστο αναφέρεται στην ευρύτατα διαδεδομένη δυσαρέσκεια που εκφραζόταν μέσα από τα επαναστατικά κινήματα του 1848. Μαζί με τις προτροπές για δωρεάν παιδεία, για κρατικοποιήσεις, περιλαμβάνεται η κατάργηση της παιδικής εργασίας και η εξασφάλιση θέσεων εργασίας για όλους. Η Ευρώπη μετασχηματίζεται, το προλεταριάτο κάνει τα πρώτα του βήματα και οι δυο φίλοι αναπτύσσουν όλο και πιο στενούς ιδεολογικούς, φιλικούς και οικογενειακούς δεσμούς.

Τα Χριστούγεννα αποτελούν και γι’ αυτούς του δύο επαναστάτες μια ξεχωριστή γιορτή. Οταν ο Μαρξ περνούσε ατέλειωτες ώρες στο Αναγνωστήριο του Βρετανικού Μουσείου συγγράφοντας το «Κεφάλαιο», με το φάντασμα της φτώχειας να κρέμεται πάνω από το κεφάλι της οικογένειάς του και τις συχνές επισκέψεις του στο Ενεχυροδανειστήριο, η γυναίκα του Τζένη την παραμονή Χριστουγέννων του 1866 έγραφε στον αγαπημένο χρηματοδότη της οικογένειας: «Αγαπητέ κύριε Ενγκελς, δεχθείτε τις πιο θερμές ευχαριστίες μου για το χριστουγεννιάτικο καλάθι σας. Η σαμπάνια θα αποτελέσει μια τεράστια βοήθεια για να απολαύσουμε αυτή τη μελαγχολική γιορτή και θα μας εξασφαλίσει ένα χαρούμενο χριστουγεννιάτικο ρεβεγιόν. Με τις αφρώδεις φυσαλίδες της τα αγαπημένα μας παιδιά θα ξεχάσουν πως το χριστουγεννιάτικο δέντρο λείπει αυτή τη χρονιά και θα είναι χαρούμενα και ευτυχισμένα για όλα αυτά που διαθέτουν».

Στην Ελλάδα το έθιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου διαδίδεται από το 1870 και στα λαϊκά στρώματα μέσω των φιλανθρωπικών συλλόγων, των Σχολών της Κυριακής, που εκπαιδεύουν τα κορίτσια στην καθαριότητα, στην υγιεινή και στα επαγγέλματα της βελόνας. Στολίζεται το δέντρο, μοιράζονται δώρα από τους μαγαζάτορες και τις φιλάνθρωπες κυρίες στις «θυγατέρες του λαού», που τραγουδούν χριστουγεννιάτικα άσματα.

Υπάρχουν όμως και τα Χριστούγεννα του Παπαδιαμάντη. Η αγρύπνια των Χριστουγέννων στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου. Μετά τις 5 το πρωί γινόταν η απόλυση της αγρύπνιας. Ο εμπνευσμένος συγγραφέας και μεταφραστής με τη συντροφιά των φίλων του, των συναγρυπνιστών, στα απονύχτερα καφενεδάκια έπινε τη φασκομηλιά του και περίμενε μέχρι να φέξει και να τραβηχτεί στο ερημικό και κρύο κελί του. Εκεί, επηρεασμένος από το κλίμα του Ντίκενς, τη γαλοπούλα, τη φτώχεια, τη μοναξιά, συγγράφει στα 1896 το διήγημα «Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη».

*Δρ. ιστορικός-οικονομολόγος


Πηγή

Σχόλια

To ergasianews.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη και μόνο αυτόν. Παρακαλούμε πολύ να είστε ευπρεπείς στις εκφράσεις σας. Τα σχόλια με ύβρεις θα διαγράφονται, ενώ οι χρήστες που προκαλούν ή υβρίζουν θα αποκλείονται.

Δείτε επίσης

K. Xατζηδάκης: Δεν είμαστε έθνος αποτυχημένο - 5 συλλογικές εθνικές επιτυχίες

«Αλλά μία στιγμή. Η τάση ορισμένων να τα βλέπουν όλα μαύρα θα δημιουργήσει το τέλος …