Οι σχεδιαστές των ανισοτήτων |

Το βιβλίο κινείται σε ένα επίπεδο ανάλυσης των κανόνων διανομής της γνώσης και της συσχέτισής τους με τις ευκαιρίες των μειονοτικών ομάδων του νεανικού πληθυσμού (φτωχοί, μετανάστες, νέοι με ειδικές ανάγκες κ.ά.)

Κατανοούμε πλέον σχεδόν όλοι, υποθέτω, ότι ζούμε τη μεγάλη αλλαγή του καπιταλιστικού παραδείγματος. Συμβαίνουν τεκτονικές μετατοπίσεις στο σύστημα καθώς μεταφέρεται πλούτος από τους πολλούς στους λίγους με όχημα το διαδίκτυο και την εξ αποστάσεως εργασία/παραγωγή/κατανάλωση.

Τα κέρδη είναι πλέον τεράστια για εκείνους που ελέγχουν τα σύγχρονα μέσα παραγωγής (λογισμικά/πλατφόρμες/αλγόριθμοι) και φυσικά τους σύγχρονους υπερεξειδικευμένους προλετάριους. Συντελείται μια ριζική αναδιάρθρωση παραγωγικών και καταναλωτικών προτύπων που μεταβάλλει τη δομή του συστήματος και αναδιανέμει ευκαιρίες, δικαιώματα, δυνατότητες.

Και αναφέρομαι σε εκείνες τις υποκειμενικές δυνατότητες που τα συστήματα εκπαίδευσης θα όφειλαν να αναδεικνύουν για όλες τις νέες και τους νέους του πλανήτη ώστε:

α) να μη συμβάλλουν στην ασυνείδητη απόσπαση υπεραξίας που συντελείται στο σύμπαν της ψηφιακής οικονομίας και
β) να παρέχονται ίσες ευκαιρίες για δυνατότητες κατάρτισης όλων όσοι θέλουν να επιλέξουν επαγγέλματα και επιστήμες υψηλής εξειδίκευσης.

Τι κάνουν όμως οι πολιτικές ηγεσίες γι’ αυτό το φαινόμενο; Ποια πολιτική παιδείας, που προηγείται της οικονομικής πολιτικής, και ποιο μοντέλο εκπαιδευτικού συστήματος μπορεί να πατάξει τις ανισότητες στις ευκαιρίες και να εξασφαλίσει στις νέες γενιές ένα μέλλον ίσων πιθανοτήτων ανέλιξης; Πόσο στοχευμένη είναι η εκπαιδευτική πολιτική στο να καλλιεργεί οικοσυστήματα ίσων ευκαιριών και να αναδεικνύει περιβάλλοντα εξέλιξης για τους νέους ανθρώπους, δεδομένων των οικονομικών ανισοτήτων και των εμφανών πλέον περιορισμών στην κοινωνική κινητικότητα;

Οποιος ψάχνει τέτοιες απαντήσεις, ας κάνει τον κόπο να ξεφυλλίσει το ενδιαφέρον θεωρητικό βιβλίο του Κινέζου κοινωνιολόγου της εκπαίδευσης, που ζει και εργάζεται στις ΗΠΑ, Wayne Au, «Ανισες βάσει σχεδίου: Οι εξετάσεις υψηλών απαιτήσεων και η τυποποίηση της ανισότητας», το οποίο κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Gutenberg.

Αν και επικεντρώνεται στο αμερικανικό σύστημα εξετάσεων και στην αρχιτεκτονική της ανισότητας των ευκαιριών που αυτό παράγει, φρονώ ότι αποτελεί έργο-σταθμό για την πολιτική οικονομία της σχολικής φοίτησης παντού στον κόσμο.

Γιατί στόχος του βιβλίου είναι αυτός ακριβώς: να αναδείξει μια ολόκληρη πολιτική οικονομία που κρύβεται πίσω από το νεοφιλελεύθερο αμερικανικό σύστημα εκπαίδευσης και εξετάσεων στα σχολεία και στις σχολές του μεγάλου καπιταλιστικού κράτους.

Ο συγγραφέας βοηθάει με τη διεπιστημονική του κατάρτιση την εμπειρία και την πολυετή του έρευνα στο να οδηγήσει τον αναγνώστη στα καλά κρυμμένα μυστικά της σημερινής δυτικής εκπαίδευσης που καλλιεργεί συστηματικά και μεθοδολογικά τον ατομικισμό.

Διαβάζουμε, λοιπόν, για την «εκπαιδευτική επιχείρηση» που μετατρέπει μαθητές και σπουδαστές σε εργαλεία μετά την αποφοίτησή τους. Για το πώς αντικατοπτρίζονται οι δομές της εξουσίας και της οικονομίας στην αρχιτεκτονική της εκπαίδευσης. Και πώς αυτή η αρχιτεκτονική συνδέεται με μια μηχανική παραγωγής ανισοτήτων σε ευκαιρίες που φυσικά μετεξελίσσονται μελλοντικά σε οικονομικο-κοινωνικές ανισότητες.

Τυποποιημένες εξετάσεις, υψηλές προδιαγραφές για εσκεμμένο αποκλεισμό μαθητών, άνισες ευκαιρίες για φτωχούς μαθητές που δεν μπορούν να παρακολουθήσουν την ξέφρενη κούρσα υπερεξειδίκευσης και εξωσχολικής φροντιστηριακής υποστήριξης. Το φαινόμενο το ζούμε στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, παντού.

Τα σχολικά περιβάλλοντα διαφέρουν και ο W. Au επισημαίνει τον μείζονα ρόλο που παίζουν οι εκπαιδευτικοί, κυρίως των κοινωνικών σπουδών, εγκλωβισμένοι συχνά σε ιδεολογικά πατενταρισμένα μοντέλα παροχής γνώσεων.

Δεν υπερβάλλει ο συγγραφέας όταν εξηγεί πως οι εξετάσεις υψηλών απαιτήσεων (δηλαδή υπερεξειδικευμένων γνώσεων, όπως ο χειρισμός λογισμικών υψηλής τεχνολογίας και θέματα που απαιτούν γοργά ανακλαστικά μάθησης και ανταπόκρισης) ουσιαστικά ρυθμίζουν τόσο τις συνειδήσεις όσο και την πορεία κοινωνικοποίησης των ατόμων. «Ο παιδαγωγικός μηχανισμός δρα ως ένας συμβολικός ρυθμιστής συνείδησης» έγραψε το 1996 ο Bernstein και το δανείζεται ο συγγραφέας αναλύοντας το θέμα εξαιρετικά και πειστικά.

Διδάσκοντας υπό τον ζυγό των εξετάσεων οι καθηγητές και διαβάζοντας υπό τον ίδιο βαρύ ζυγό οι μαθητές και οι σπουδαστές, η γνώση χάνει την ουσία της. Δεδομένης της εύκολης πρόσβασης σε αυτήν με τις νέες τεχνολογίες η διαδικασία αφομοίωσής της δεν είναι τόσο βατή όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως.

Διαμορφώνονται χαρακτήρες, ταυτότητες, ενεργοποιούνται μηχανισμοί υποκειμενοποίησης/κοινωνικοποίησης, που διαφεύγουν την απλή εκπαιδευτική πολιτική. Εννοιες όπως αριστεία, εξέλιξη, εξειδίκευση, αποδεικνύεται από τη συστηματική έρευνα του συγγράμματος ότι εφάπτονται της μηχανικής των ανισοτήτων, που το ίδιο το σύστημα προάγει στις ΗΠΑ και προφανώς σχεδόν το μιμούνται και οι ευρωπαϊκές χώρες.

Το βιβλίο δεν κάνει μια απλή αντικαπιταλιστική ανάλυση. Δεν δαιμονοποιεί τη σχέση σχολείου - αγοράς - τεχνολογίας. Κινείται σε ένα επίπεδο ανάλυσης των κανόνων διανομής της γνώσης και της συσχέτισής τους με τις ευκαιρίες των μειονοτικών ομάδων του νεανικού πληθυσμού (φτωχοί, μετανάστες, νέοι με ειδικές ανάγκες κ.ά.). Για έναν κοινωνικό επιστήμονα, όμως, γίνεται εύκολα αντιληπτό από τα περιεχόμενά του ότι «ο καταμερισμός εργασίας στην εκπαίδευση όπως και η δομή εξουσίας και επιβράβευσης, αντικατοπτρίζουν τις δομές της οικονομίας» (Bowles and Gintis 1988, όπως αναφέρεται στη σελ. 42 του βιβλίου του Αu).

O μαρξιστής αναγνώστης ίσως βγάλει ένα εύκολο συμπέρασμα: ότι τα σχολεία λειτουργούν για να εξυπηρετούν τις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής. Ταπεινή μου γνώμη, αν και οικονομολόγος, είναι να δούμε περισσότερο κοινωνιολογικά το ζητούμενο του βιβλίου.

Nα επικεντρωθούμε στη συστηματική καλλιέργεια των διαχωριστικών γραμμών στις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες και πώς αυτές ενισχύονται από τις εξετάσεις υψηλών απαιτήσεων, την κατ’ εμέ μανιακή υπερεπιτάχυνση που επιβάλλεται στον εγκεφαλικό κόσμο των παιδιών μέσω των νέων τεχνολογιών (Σημ: Φρονώ, χωρίς να είμαι σίγουρος αλλά μάλλον δεν υπερβάλλω, ότι ο μαγικός κόσμος της υψηλής τεχνολογίας και της υπερδικτύωσης έχει μετατρέψει μαθητές και σπουδαστές σε υποκείμενα-χρήστες).

Συστήνω το βιβλίο σε όσους υποψιάζονται πως το αμερικανικό σύστημα εκπαίδευσης -που ουσιαστικά αντιγράφεται εδώ και χρόνια σε πολλές άλλες χώρες- ετοιμάζει πολίτες-πελάτες για επιχειρήσεις και κράτη. Πως ετοιμάζει φθηνό εργατικό δυναμικό υψηλής ειδίκευσης. Παραγωγούς και καταναλωτές ταυτόχρονα. Η έρευνα του Au δεν καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η εκπαίδευση δεν είναι εφόδιο για όλους τους νέους.

Εξηγεί, όμως, ότι είναι ιδεολογικός προσανατολισμός του συστήματος πώς αυτό το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό μοντέλο υψηλών απαιτήσεων, που κουράζει τα παιδιά μας, να δημιουργεί ανισότητες ευκαιριών και φυσικά να συντηρεί τις οικονομικές ανισότητες όταν οι νέοι βγουν στην αγορά. Η μαθησιακή και σπουδαστική ταυτότητα ετοιμάζει την οικονομική ταυτότητα του υποκειμένου. Φαίνεται ότι αυτό είναι βασικό αξίωμα για τους όποιους σχεδιαστές(;) των ανισοτήτων...

*Οικονομολόγος


Τη σελίδα αυτήν δεν τη φτιάχνουν επαγγελματίες κριτικοί βιβλίου. Οι παρουσιάσεις είναι των ίδιων των αναγνωστών, εκείνων ακριβώς για τους οποίους γράφτηκε το βιβλίο. Είναι γραμμένες από αναγνώστες και απευθύνονται σε αναγνώστες. Και αυτό τις κάνει πιο προσωπικές, πιο προσιτές και πιο ανθρώπινες. Αν θέλετε να μοιραστείτε όσα νιώσατε διαβάζοντας ένα βιβλίο, στείλτε το κείμενό σας στο [email protected]


Πηγή

Σχόλια

To ergasianews.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη και μόνο αυτόν. Παρακαλούμε πολύ να είστε ευπρεπείς στις εκφράσεις σας. Τα σχόλια με ύβρεις θα διαγράφονται, ενώ οι χρήστες που προκαλούν ή υβρίζουν θα αποκλείονται.

Δείτε επίσης

K. Xατζηδάκης: Δεν είμαστε έθνος αποτυχημένο - 5 συλλογικές εθνικές επιτυχίες

«Αλλά μία στιγμή. Η τάση ορισμένων να τα βλέπουν όλα μαύρα θα δημιουργήσει το τέλος …