Διαδρομές και ιδέες του Σταύρου Ζουμπουλάκη

Ο Σταύρος Ζουμπουλάκης εδώ και περίπου είκοσι πέντε χρόνια είναι μια σημαντική παρουσία στον χώρο των ιδεών. Καθώς διαθέτει όλες τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά που συγκροτούν τον διανοούμενο της νεωτερικής εποχής. Είναι κατ’ αρχήν διανοούμενος-παραγωγός ιδεών και συγγραφέας κριτικών και αφηγηματικών βιβλίων και κειμένων, με ένα εντυπωσιακό εύρος ενδιαφερόντων.

ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ. Εντεκα διαδρομές. Συζητώντας με τον Στρατή Μπουρνάζο. Πόλις, 2020. Σελ. 635
 

Είναι παρεμβατικός, με δημόσιο κριτικό λόγο, όταν κρίνει ότι χρειάζεται, όπως συνέβη με την περίπτωση της εγχώριας Ακροδεξιάς και της Χρυσής Αυγής. Είναι, τέλος, και «οργανωτής κουλτούρας», σύμφωνα με τον ορισμό του Γκράμσι, αφού από το 1998 έως το 2012 με το ιστορικό περιοδικό «Νέα Εστία», που διηύθυνε, κι εδώ και αρκετά χρόνια ως πρόεδρος του Ιδρύματος Αρτος Ζωής και επιπλέον ως πρόεδρος του εφορευτικού συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης, δημιούργησε και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τη διανοητική και πολιτιστική παραγωγή και την κοινωνική δεξίωσή της. Για όλα αυτά βέβαια χρειάστηκε μια ιδιαίτερη σκευή την οποία απέκτησε και συγκρότησε με τις νομικές, φιλοσοφικές και φιλολογικές του σπουδές αλλά και τη μανιακή, σχεδόν, ανάγνωση βιβλίων από την εφηβική του ηλικία.

Τα τελευταία χρόνια το δοκιμιακό και αφηγηματικό έργο του Ζουμπουλάκη γνωρίζει αρκετά σημαντική υποδοχή. Το έργο του όμως δεν συντάσσεται με τους παραδεδεγμένους εγχώριους διανοητικούς και ιδεολογικούς τόπους. Χωρίς εντυπωσιοθηρικές λεκτικές πιρουέτες αλλά με έναν στιβαρό λόγο αντιστρατεύεται τους παραδεδεγμένους αυτούς τόπους και διατυπώνει τη δική του προβληματική.

Mια συμπυκνωμένη σύνοψη της προβληματικής του Ζουμπουλάκη για μια σειρά ζητήματα που θεωρεί σημαντικά και τον απασχολούν και αρκετά σπαράγματα της βιογραφίας του και της διανοητικής συγκρότησής του υπάρχουν στο πρόσφατο βιβλίο. Πρόκειται για μια μεγάλη συζήτηση του Ζουμπουλάκη με τον ιστορικό Στρατή Μπουρνάζο, που έλαβε χώρα σε έντεκα συναντήσεις με καθορισμένη κάθε φορά θεματική. Δεν πρόκειται όμως για μια «δημοσιογραφικού τύπου» συζήτηση ερωτήσεων και απαντήσεων, αλλά για έναν βαθύ και διερευνητικό διάλογο, με ανταλλαγή απόψεων και αντιρρήσεων ακόμα.

Οι πρώτες συζητήσεις αρχίζουν με την παιδική του ηλικία, που περιγράφεται «Στ’ αμπέλια», το προηγούμενο βιβλίο του Ζουμπουλάκη, και φτάνουν στα χρόνια των σπουδών στο Παρίσι. Είναι κεφάλαια με αρκετά βιογραφικά στοιχεία του Ζουμπουλάκη, κυρίως για την ξαφνική και ακατανόητη ακόμα για τον ίδιο στροφή στην ανάγνωση βιβλίων και για τη στράτευσή του, ως φοιτητής πλέον, την εποχή της δικτατορίας και τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, στις οργανώσεις της Αριστεράς και δη στον «Ρήγα Φεραίο».

Η ένταξη αυτή, που είναι βέβαια και σωματική, αφού συμμετέχει στην έκδοση των περιοδικών της οργάνωσης, διαρκεί, με κάποιες αμφιβολίες ήδη, μέχρι τη μετάβασή του στο Παρίσι για τη συνέχεια των σπουδών του. Η νοσταλγία του είναι ευδιάκριτη για τα χρόνια στο Παρίσι και αναφέρεται με θέρμη στους καθηγητές του, αλλά και σε σημαντικούς άλλους διανοούμενους. Ο θάνατος του πατέρα του διακόπτει απότομα τη διαμονή και τις σπουδές στο Παρίσι και ο Ζουμπουλάκης επιστρέφει στην Ελλάδα όπου πλέον, για τις βιοτικές του ανάγκες, εργάζεται για λίγο ως δικηγόρος και μετά, αφού είχε τελειώσει και τη Φιλοσοφική, ως φιλόλογος στην ιδιωτική μέση εκπαίδευση.

Οι υπόλοιπες συζητήσεις εξειδικεύονται και αφορούν ζητήματα που βρίσκονται στο επίκεντρο του έργου του Ζουμπουλάκη, χωρίς όμως να λείπουν και οι ευρύτερες αναφορές. Η αρρώστια είναι ένα από αυτά, το οποίο μάλιστα βίωσε έντονα τόσο ο ίδιος όσο και μέσω της αδελφής του. Η αρρώστια για τον Ζουμπουλάκη θέτει ερωτήματα για τη ζωή και το νόημά της, προκαλεί συναισθήματα, όπως τον φόβο και την ελπίδα, αλλάζει τη σχέση με τον χρόνο, υποβάλλει σε δοκιμασία την πίστη στον Θεό και θεωρεί ότι έχει κεντρική σημασία για την κατανόηση της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ο χριστιανισμός είναι ένα από τα ζητήματα που απασχολούν τον Ζουμπουλάκη σε όλη τη μέχρι τώρα διανοητική, και όχι μόνο, διαδρομή του. Εξιστορεί την, με τον δικό του τρόπο, αρχική του πρόσληψη του χριστιανισμού εξ αιτίας του ιερέα πατέρα του και πλέον δηλώνει λίγο χριστιανός λόγω της τρομακτικής δυσκολίας να είναι κάποιος χριστιανός. Η έμπρακτη αγάπη δε για τους άλλους και η προσευχή συνιστούν για τον Ζουμπουλάκη τη χριστιανική ζωή.

Είναι αρνητικός απέναντι στην υπάρχουσα θεσμική έκφραση της Ορθόδοξης Εκκλησίας και στις αρτηριοσκληρωτικές δομές και αντιλήψεις της. Ταυτόχρονα όμως είναι ανοιχτός απέναντι στις άλλες σοβαρές χριστιανικές ομολογίες και στη θεολογία τους και συνδιαλέγεται άφοβα μαζί τους. Το σχολείο, το αντικείμενο της πέμπτης συνάντησης, είναι για τον Ζουμπουλάκη ο παράδεισός του, όπως έχει γράψει.

Εχει μια βιωματική σχέση μ’ αυτό και γνωρίζει εκ των έσω τα προβλήματά του. Δηλώνει συντηρητικός και θέλει το σχολείο ως χώρο μετάδοσης της γνώσης. Θεωρεί μία από τις αιτίες της απαξίωσης του σχολείου τις καταλήψεις, για τις οποίες ευθαρσώς λέει ότι αποτελούν μαθητεία στη βία. Θέλει τον δάσκαλο ερωτευμένο με το αντικείμενο της διδασκαλίας του και βλέπει τη διδασκαλία ως τέχνη. Οσα εκφέρει, δε, συγκροτούν μια άποψη για το σχολείο ριζικά διαφορετική από την κυρίαρχη εκδοχή γι’ αυτό και όχι μόνο από τη μεριά της πολιτείας.

Ο εβραϊσμός και ο αντισημιτισμός και βέβαια το Ολοκαύτωμα κατέχουν κεντρική θέση στη σκέψη του Ζουμπουλάκη. Στην αρκετά αντισημιτική Ελλάδα είναι σφοδρός πολέμιος του αντισημιτισμού και βαθύς γνώστης της εβραϊκής θρησκευτικής παράδοσης.

Παρά την κάποια αμηχανία του ως χριστιανού, εντοπίζει τις ρίζες του αντισημιτισμού στη χριστιανική κειμενική και λατρευτική παράδοση και προτείνει, όπου είναι δυνατόν, την αφαίρεση των σχετικών αναφορών και τον ειλικρινή διάλογο μεταξύ των δύο θρησκειών. Εξηγεί ότι ο αντισημιτισμός διαπερνά την ευρωπαϊκή Ιστορία με θλιβερή κατάληξη την ανείπωτη φρίκη του Ολοκαυτώματος. Στο συμβάν αυτό στέκεται ιδιαίτερα και αναδεικνύει τη μοναδικότητά του. Επισημαίνει δε ότι στην Ελλάδα το Ολοκαύτωμα δεν έχει βρει ακόμα τη θέση του στη δημόσια Ιστορία.

Φυσικά από τις συζητήσεις του Ζουμπουλάκη με τον Μπουρνάζο δεν θα μπορούσαν να λείψουν η λογοτεχνία και η πολιτική. Ο δεινός αναγνώστης Ζουμπουλάκης ξεκινά από τα πρώτα του λογοτεχνικά διαβάσματα και ώριμος πλέον, σε πείσμα του διαφωτιστικού ιδεώδους, καταλήγει ότι η λογοτεχνία δεν κάνει τον άνθρωπο καλύτερο και ηθικότερο. Τονίζει όμως την ανθρωπογνωστική αξία της λογοτεχνίας μέσω των παθών, των αντιφάσεων, των πολλαπλών διλημμάτων των ηρώων της.

Και όλα αυτά με συχνές κριτικές αναφορές σε συγγραφείς που τον γοήτευσαν αισθητικά και νοηματικά. Οσον αφορά την πολιτική και την Αριστερά, ο Ζουμπουλάκης δηλώνει ότι έχει επιλέξει χωρίς καμιά ταλάντευση τη Σοσιαλδημοκρατία, την οποία μάλιστα θεωρεί τη μόνη υπερασπίσιμη Αριστερά πλέον. Δεν παραλείπει βέβαια να μιλήσει για το άγος της Χρυσής Αυγής και να προσπαθήσει να εξηγήσει το ακραίο αυτό πολιτικό φαινόμενο.

Ο Ζουμπουλάκης ακόμα συζητά τις εμπειρίες του από την πολύχρονη διεύθυνση του περιοδικού «Νέα Εστία», εκθέτει τις προσδοκίες του από το Ιδρυμα Αρτος Ζωής για τις βιβλικές και θεολογικές σπουδές και περιγράφει το εγχείρημα της μετεγκατάστασης και της ριζικής αναδιοργάνωσης της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

Το βιβλίο τελικά, με την ουσιαστική συνέργεια του Μπουρνάζου, είναι μια επιτομή της προβληματικής και των αντιλήψεων του Ζουμπουλάκη και περιέχει μάλιστα αρκετά στοιχεία της διανοητικής του βιογραφίας. Θα πρέπει δε να επισημανθεί ιδιαίτερα η διαύγεια του ύφους του Ζουμπουλάκη και των νοημάτων και η χρήση της γλώσσας με έναν λιτό και ανεπιτήδευτο τρόπο.


Πηγή

Σχόλια

To ergasianews.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη και μόνο αυτόν. Παρακαλούμε πολύ να είστε ευπρεπείς στις εκφράσεις σας. Τα σχόλια με ύβρεις θα διαγράφονται, ενώ οι χρήστες που προκαλούν ή υβρίζουν θα αποκλείονται.

Δείτε επίσης

Τράπεζα της Ελλάδας: Η μείωση του ΦΠΑ δεν θα έφτανε στον καταναλωτή

Η Κεντρική Τράπεζα κάνει λόγο για μονοπώλια και ολιγοπώλια για την «άνθηση» των οποίων δεν …