Ο Καραγκιόζης πάντα θα σηκώνεται να πιάσει τον ήλιο

Κάθε καλλιτέχνης έχει χρέος και υποθήκη να εκφράσει με το έργο του την ιστορική στιγμή που ζει. Θέλησα ν’ αγκαλιάσω με τη δουλειά μου, το ιστορικό, κοινωνικό, λαογραφικό και ηθογραφικό στοιχείο της Β. Ελλάδας και ιδιαίτερα της μάνας Θεσσαλονίκης

Το βιβλίο του Γιάννη Χατζή «Οδοιπορώντας με τις σκιές του Καραγκιόζη» (εκδ. «Εκτός των τειχών») είναι ένα κατόρθωμα. Ο συγγραφέας του, μάχιμος ακόμη καραγκιοζοπαίχτης, μπαινοβγαίνει με μαεστρία, σεβασμό και σμιλεμένη αισθαντικότητα στο ιστορικό υλικό του, που δείχνει αχανές ως προς την περίοδο που καλύπτει.

Τελικά όμως παραδίδει μελέτες και δοκίμια που διαβάζονται σαν μέρος παράστασης, που δεν παραδίδεται στιγμή στις ευκολίες, δεν υποκύπτει ταυτόχρονα ούτε σε έναν διανοουμενισμό, ούτε σε μία μεγαλοστομία.

Ο Χατζής μάς παραδίδει ολόκληρο το είδωλο του Καραγκιόζη και των συντρόφων του, τεντώνει το σεντόνι των λέξεων, ανάβει τη λάμπα των προθέσεων και μας φιλοδωρεί είδωλα και «σκιές», όχι σαν παρηγορητικό ψέμα, αλλά σαν αποκάλυψη σε μια προοπτική χαράς ανόθευτης, που τα Σαράγια των εποχών κρατούν φυλακισμένη.

Είναι κατόρθωμα το βιβλίο διότι μετατρέπει τους τίτλους των ατέλειωτων παραστάσεων σε μια ενιαία διήγηση, οι λέξεις της οποίας κλείνουν διαρκώς το μάτι στον αναγνώστη, θυμίζοντας υπόγεια πάντα ότι πλάι σε κάθε παράσταση έχασκαν ιστορικά οι όλεθροι και οι ταπεινώσεις, οι ήττες και το αίμα, η Πείνα, ανήμερα θεριά απέναντι στα οποία οι άνθρωποι αντιπαρέθεταν ταπεινές σκιές, συνωμοτικά υπονοούμενα, βάζανε πλάτη ο ένας στον άλλο, ώσπου να φτάσει η στιγμή της τελικής αντιπαράθεσης με τους εκάστοτε εξουσιαστές.

Ο Χατζής χαίρεται απροσχημάτιστα τους θριάμβους της τέχνης του, χαϊδεύει τρυφερά τους πρωτομάστορες δασκάλους του και ταυτόχρονα δεν χαρίζεται ούτε λεπτό στις αστοχίες, τους ψευδοεκσυγχρονισμούς και την επίδειξη.

Ο συγγραφέας, που έχει υποσχεθεί μια ειδική έκδοση για τη συμμετοχή του Καραγκιόζη στην Εθνική Αντίσταση, μας παραδίδει στην τρέχουσα έκδοση στοιχεία για: το χιούμορ και τα σκηνικά, τους λήσταρχους και κάθε άλλη αναφορά σε παρεκβατικές ή πλήρως ανίερες προσωπικότητες, βρικόλακες, φαντάσματα, νεράιδες και εωσφόρους, την αρχαία Ελλάδα, το Βυζάντιο και την Επανάσταση του 1821, μαζί με μυθικά τέρατα σε απάτητες ζούγκλες, μασκοφόρους και κουκουλοφόρους, παραμύθια φυσικά, μια ολοζώντανη λαογραφία, πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές και, έρωτα, αλίμονο, με ενθουσιασμό τέτοιο που σου ’ρχεται από κεφάλαιο σε κεφάλαιο να βάλεις τα όργανα να παίζουν και να φωνάζεις σαν τα κολλητήρια «όπα όπα μπαμπάκο»...

Ας ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας από τις σελίδες του βιβλίου του Γιάννη Χατζή.

● Πόσο εύκολο είναι να μεταπηδά κανείς από τους όρους και τις απαιτήσεις συγγραφής ενός έργου για το θέατρο σκιών στις απαιτήσεις συγγραφής μελετών και δοκιμίων;

Η συγγραφή σήμερα ενός έργου, αν και είναι έντεχνη διαδικασία, απαιτεί κύρια δεξιότητες που αποκτούνται πρακτικά πίσω από τον μπερντέ και την αμφίδρομη ζωντανή επικοινωνία κοινού και συγγραφέα. Ο μελετητής προσεγγίζει τους κώδικες διεργασιών του θεάτρου σκιών στην εξέλιξή τους, σαν ερευνητής, θεατής κι αναγνώστης. Φυσικά ο ρόλος συγγραφέα έργων και μελετητή δεν αποκλείεται ενίοτε να ταυτίζονται. Είναι σαν να πατάς τα πόδια σε δυο βάρκες και να προσπαθείς να ισορροπήσεις. Δύσκολο ε;

● Ολόκληρο το βιβλίο κατατείνει χωρίς ούτε στιγμή να γίνεται μπροσούρα στην υπεράσπιση της λαϊκής θέασης του κόσμου.

Προσπάθησα να συνταιριάξω την πραμάτεια της ψυχής μου κι όλα όσα έλαχε ν’ ακούσω και να δω από παλιούς, αλλά και νέους μάστορες της τέχνης μας. Με την πένα στο ένα χέρι και τη φιγούρα στο άλλο θέλω ν’ αφουγκραστώ προβλήματα που ζητάνε απαντήσεις, δίπλα σε απαντήσεις που βάζουν νέα προβλήματα.

Να μικρύνω ακόμα περισσότερο την απόσταση μπερντέ και πλατείας και να αποδείξω ότι ο Καραγκιόζης, μ’ όλα τα προτερήματα και τα λάθη του, δεν είναι ένα θέαμα παρωχημένο, αλλά ένα θέατρο ζωντανό κι επίκαιρο, μ’ ένα διαχρονικό λαϊκό κώδικα στην εξέλιξη του σε εικόνα, ύφος, ήθος και λόγο. Το «φτωχό το σεντονάκι κι η λάμπα η τρελή», αυτός ο δισδιάστατος ποιητικός κόσμος της σκιάς, σαν όλες τις λαϊκές τέχνες είναι μορφή κοινωνικής συνείδησης που δεν παρεπιδημεί στα Σαράγια.

Ασχολούμενος παράλληλα με τον πολιτισμό, που δεν είναι ξεκομμένος από τα κοινωνικά προβλήματα, προσπάθησα απλά και γλαφυρά να συνηγορήσω και να επιχειρηματολογήσω, γιατί μπορεί και πρέπει ο Καραγκιόζης ν’ αποδοθεί εκεί που πάντα ανήκε, στον λαό. Αυτό είναι μια πολιτιστική άποψη, αλλά συνάμα κι η πεποίθηση ότι το μέλλον αυτής της τέχνης και γενικά της ανθρωπότητας (όπως έλεγε ο Μπρεχτ το 1955) μπορεί να ιδωθεί μόνο από τα κάτω, δηλαδή από τη μεριά της παράγκας των ταπεινών, καταφρονημένων και καταπιεσμένων, κι αυτό είναι μια πολιτική θέση.

● Το «πεινάω» του Καραγκιόζη έγινε προσφάτως «πεινάμε» έξω από Μαξίμου αλλά η αστυνομία - Βεληγκέκας επέβαλλε την... τάξη. Αξίζει μια παράσταση στο θέατρο σκιών το γεγονός;

Ανάμεσα σε χρόνια, πρόσωπα και πεπρωμένα, σ’ όλη την περίοδο της νεοελληνικής πραγματικότητας, κάθε τόσο, το «πεινάω» του Καραγκιόζη, που ακούγεται έξω από τα Σαράγια, γίνηκε ο εκφραστής των «μύριων όσων» συναισθημάτων του λαού μας, κλιμακώνοντας την πίκρα και την οργή του για τα τόσα πάθια του. Είναι ίσως το πιο διαχρονικό και μεστό διεκδικητικό αίτημα του νεοέλληνα. Συνοπτικό, αλλά τα λέει όλα, με «μια γλώσσα που κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει».

Σ’ όλη του τη ζήση ο Καραγκιόζης, πρόσφατα ακόμα περισσότερο, δεν έκανε τίποτα άλλο από το παρουσιάζει ζόρια, μεράκια κι όνειρα. Ας αντιστρέψουμε το ερώτημα «αν όλα αυτά που βιώνουμε αξίζουν μια παράσταση». Το θέμα είναι «πότε επιτέλους δεν θα είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε παραστάσεις για Σαράγια και Βεληγκέκες, αλλά για τα δικαιωμένα όνειρα του Καραγκιόζη».

● Ο ξυπόλητος ήρωας πώς θα άκουγε τις επιταγές και τα μέτρα περιορισμού για μάσκες, αποστάσεις, απαγορεύσεις την εποχή του κορονοϊού;

Καραγκιόζης: Στάσου λίγο μακριά/ο κολονοϊός καραδοκά./Φοράς μάσκα; Δεν φοράς;/Τρέξε μωρέ και μας παίρνουνε/φλουρί κωνσταντινάτο./και μας δίνουν για να ζήσουμε/βαρέλι δίχως πάτο./ (Απευθύνεται στη γυναίκα του.) Αγλαΐα... εμείς τις βραδιές με καραντίνα/ θε να τις περνάμε φίνα./Μάσκες, γάντια κι αγκαλιές...../είναι φίλε μου να κλαις.

● Ο Καραγκιόζης περιμένει μια πρόσκληση για τους εορτασμούς των 200 χρόνων της Ελληνικής Επανάστασης; Με ποιον θα συμφωνούσε, τον Σκαρίμπα ή τον Παπαρρηγόπουλο;

Ο Γιάννης Σκαρίμπας έπαιζε Καραγκιόζη για τα παιδιά της γειτονιάς του. Ο μπάρμπα Γιάννης πέθανε, αλλά οι φιγούρες του διασώζονται. Επαιζε κι έργα «ηρωικά» για το 1821. Οι απόψεις του, τα κείμενά του για εκείνη την εποχή, τα έργα που έπαιζε, χωρούν και περισσεύουν στην παράγκα του Καραγκιόζη. Το δίλημμα είναι να πάνε οι καραγκιοζοπαίχτες ν’ ανοίξουν την πόρτα κι ας ξημεροβραδιάζεται ο Δερβέναγας έξω από το παράθυρο. Θέλει «αρετή και τόλμη η ελευθερία».

Πρόσκληση στον Καραγκιόζη για τα 200 χρόνια του 1821; Ναι, κορονοϊού επιτρέποντος, θα δοθούν και παραστάσεις Καραγκιόζη. Εκεί ο Καραγκιόζης θα συναντήσει τον Σκαρίμπα και θα μιλήσουν για το ’21, την πολυπόθητη λευτεριά, διότι πολλά είδαν κι έπαθαν σ’ αυτόν το γιαλαντζί ντουνιά, ξέρουν και δεν έχουν ψευδαισθήσεις! Τα υπόλοιπα στο μπερντέ... Εξάλλου η Αλαμάνα κι η Γραβιά συνδέονται με την κουραμάνα κι όχι με την εμπορευματοποίηση, τους εθνισμούς και το φολκλόρ.

● Κρατάει τάμπλετ και κινητό ο Καραγκιόζης; Βλέπει Νέτφλιξ;

«Πού τέτοιες παροχές;» όπως έλεγε σε μια παράστασή του ο καραγκιοζοπαίχτης Βάγγος. Να φανταστείτε ότι πήγε στην Εφορία και κατέθεσε τα μπαλώματά του, διαμαρτυρόμενος για τον ΕΝΦΙΑ της παράγκας, επιμένοντας ότι δεν ήταν ακίνητο, αλλά κινητό. Ανάλογα με τον αέρα, κοιμόταν στο Κουλέ Καφέ και ξυπνούσαν στην Καλαμαριά. Ντεντφλίξ; Το μόνο που βλέπει είναι οι φούρνοι. Μ’ αυτούς μετράει τις αποστάσεις. «Τρεις φούρνοι δρόμος είναι», λέει.

● Τι μπορεί να πει ο Καραγκιόζης που δεν μπορεί να πει κανένα τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων;

Οτι «πάντα θα φοβάται αυτά που γίνονται γι’ αυτόν, χωρίς αυτόν». Οτι έχει αυξημένη ατομική και κοινωνική ευθύνη κι ας λένε ό,τι θέλουν. Οτι μ’ ένα λόγο ασυμβίβαστο, λόγο αμφισβήτησης κι εναντίωσης, προσπαθεί να κατανοήσει τι συμβαίνει γύρω του και γιατί. Οτι όσες φορές κι αν μπουρδουκλωθεί ο Καραγκιόζης δεν κωλώνει και πάντα θα σηκώνεται να πιάσει τον ήλιο, γιατί έχει δικαίωμα στο όνειρο και το διεκδικεί.

● Τι θα έλεγε σε κάποιον -όπως εσείς- που έγραψε βιβλίο γι αυτόν;

Τον παρακάτω διάλογο:

Χατζηαβάτης: Κι άλλα βιβλία βρε για την αφεντομουτσουνάρα σου;Τι δόξες είναι αυτές; Δάφνες, δάφνες!
Καραγκιόζης: Καλές οι δάφνες ρε Χατζατζάρη, άμα ήταν μέσα σ’ ένα πιάτο φακή, ακόμα καλύτερα.

● Σαράντα χρόνια ενασχόληση με τον Καραγκιόζη. Πόσες παραστάσεις; Πόσες φιγούρες έχετε φτιάξει; Εντάξατε νέο ήρωα στα έργα σας;

Με τι μέτρο και ζύγι να μετρήσει κανείς την πολύχρονη και πολύτροπη ενασχόλησή μου με την ποίηση και τη μαγεία του λαϊκού θεάτρου σκιών; Πώς να προσπεράσεις το εξελισσόμενο πρόσωπο της νεοελληνικής πραγματικότητας και του πολιτισμικού της είναι και πού να πρωτοσταθείς; Είχα τόσα να πω, πίσω και μπρος από το μπερντέ, με τις φιγούρες, την πένα και τον χρωστήρα. Πολλές παραστάσεις κι όχι μόνο, σε Ελλάδα κι εξωτερικό. Φιγούρες; Πάνω από χίλιες.

Θέλησα ν’ αγκαλιάσω με τη δουλειά μου, το ιστορικό, κοινωνικό, λαογραφικό, και ηθογραφικό στοιχείο της Β. Ελλάδας κι ιδιαίτερα της μάνας Θεσσαλονίκης. Από τον μπερντέ μου περάσανε Πόντιοι, ο Καραμανλής, ο θρακιώτης Στέργιος, μετανάστες, πρόσφυγες του σήμερα, διάφοροι υπαρκτοί γραφικοί τύποι και ιστορικά πρόσωπα της Μακεδονίας.

● Είναι ευκολότερο να ερμηνεύετε δικά σας έργα ή κλασικά;

Σε κάθε παραδοσιακή παράσταση ελλοχεύει μια νέα ανάγνωση, ανάλογα τον τόπο, τον χρόνο και τις περιστάσεις. Η ζωντάνια, λειτουργικότητα, προσαρμοστικότητα του Καραγκιόζη, του επέτρεψαν να ευδοκιμήσει, να μεγαλουργήσει και να μακροημερεύσει. Κάθε παράσταση έχει τις δυσκολίες της στην απόδοση, αλλά και τις εκπλήξεις της. Εμένα πιο πολύ με δυσκολεύουν τα δικά μου έργα, ιδιαίτερα στο στάδιο της δημιουργίας τους.

● Σήμερα είναι μια καλή ιστορική στιγμή για τους καραγκιοζοπαίχτες ή θα προτιμούσατε να είχατε ζήσει σε μια άλλη;

Κάθε καλλιτέχνης έχει χρέος και υποθήκη να εκφράσει με το έργο του την ιστορική στιγμή που ζει. Σήμερα υπάρχει μεγάλη ανάγκη ο Καραγκιόζης να «τεντώσει πανί» στο νέο εξελισσόμενο πρόσωπο της χώρας, σαν ένα ζωντανό, λαϊκό θέατρο μάχιμης επικαιρότητας.

● Ξαφνικά φέτος υπάρχουν απανωτές εκδόσεις -το βιβλίο σας, το ημερολόγιο του πατέρα Σπαθάρη- για τον Καραγκιόζη; Τι σκέφτεστε; Είναι σύμπτωση ή κάτι άλλο;

Οχι δεν είναι σύμπτωση. Τα τελευταία χρόνια το θέατρο σκιών απασχολεί ολοένα και περισσότερους. Είναι σαν το ασχημόπαπο που έγινε κύκνος. Η θεματολογία του θεάτρου σκιών δεν έχει ακόμα ερευνηθεί σε βάθος και δυστυχώς οι μεγάλοι αυτής της τέχνης, που θα μπορούσαν να μιλήσουν και να βοηθήσουν από τα μέσα του μπερντέ, μας είπαν το στερνό τους αντίο. Πάντως κάθε έκδοση είναι καλοδεχούμενη, γιατί με τον τρόπο της προσθέτει ένα λιθαράκι στη διερεύνηση του λαϊκού μας θεάτρου. Εύχομαι όλες οι εκδόσεις να είναι καλοτάξιδες.

● Οταν γράφετε ένα έργο ποιους έχετε πρώτα στον νου, τα παιδιά ή τους μεγάλους που θα δουν την παράσταση;

Οι παραστάσεις μου απευθύνονται σ’ όλα τα παιδάκια ηλικίας πέντε έως ενενήντα πέντε χρόνων. Σ’ όλα εκείνα τα παιδικά μάτια, που ποτέ δεν μεγάλωσαν και μπορούν ακόμα να συγκινούνται με το γιασεμί, το αγιόκλημα και τη φεγγαράδα μιας καλοκαιριάτικης νυχτιάς Καραγκιόζη, που, αχ, φίλοι μου, ας μην τέλειωνε ποτέ.


Πηγή

Σχόλια

To ergasianews.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη και μόνο αυτόν. Παρακαλούμε πολύ να είστε ευπρεπείς στις εκφράσεις σας. Τα σχόλια με ύβρεις θα διαγράφονται, ενώ οι χρήστες που προκαλούν ή υβρίζουν θα αποκλείονται.

Δείτε επίσης

Χατζηδάκης στον ΣΚΑΪ: «Αν συμβεί κάτι στα ελληνοτουρκικά, θα είναι ναυάγιο σε λιμάνι»

«Τώρα τι θα μας χωρίσει, η υποψία για το τι σκέφτεται ο Γεραπετρίτης; Είναι τραγελαφικό» …