Πόρισμα της Ομάδας Εργασίας της ευρωπαϊκής αστυνομίας, που διερεύνησε καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο, αποδίδει ελλιπείς πληροφορίες και αντικρουόμενους ισχυρισμούς στις υπηρεσίες του Λ.Σ. σε τουλάχιστον πέντε περιστατικά, πράγμα που κάνει και τους καχύποπτους να υποθέσουν ότι ακολουθούν παρελκυστική πολιτική
Ανακόλουθα στοιχεία σε σχέση με το υλικό τεκμηρίωσης και τα πραγματικά περιστατικά έδωσε κατ’ επανάληψη το Ελληνικό Λιμενικό στην Ομάδα Εργασίας του Δ.Σ. της Frontex που διερεύνησε τις καταγγελίες για εμπλοκή της Frontex σε παράνομες επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο, όπως προκύπτει από το τελικό πόρισμα της Ομάδας Εργασίας που παραδόθηκε χτες στο διοικητικό συμβούλιο.
Το πόρισμα, αντίγραφο του οποίου βρίσκεται στη διάθεση της «Εφ.Συν.», αδυνατεί να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα σε σχέση με πέντε περιστατικά εμπλοκής της Frontex σε επαναπροωθήσεις του Ελληνικού Λιμενικού, εξαιτίας ελλιπών πληροφοριών, αντιφατικών ισχυρισμών των εμπλεκόμενων μερών και του γεγονότος ότι εκκρεμεί η αξιολόγηση της Αναφοράς Σοβαρού Περιστατικού της Frontex, καθώς συνεχίζεται η επικοινωνία και η συγκέντρωση πληροφοριών από την ελληνική πλευρά και μάλιστα για μήνες μετά το περιστατικό. Εύλογα μπορεί να υποψιαστεί ο πιο καχύποπτος ότι το Λιμενικό ακολουθεί παρελκυστική πολιτική, για να καθυστερήσει ή να εμποδιστεί η αξιολόγηση ενός περιστατικού που ενδεχομένως ενέχει σοβαρές πειθαρχικές και ποινικές ευθύνες.
Σε κάθε περίπτωση οι ανακολουθίες που επισημαίνει το πόρισμα βαρύνουν στο σύνολό τους το Ελληνικό Λιμενικό, εκθέτουν τόσο τη φυσική και πολιτική ηγεσία του όσο και την κυβέρνηση, που σπεύδει χωρίς στοιχεία να χαρακτηρίσει τις καταγγελίες «ψευδείς ειδήσεις της τουρκικής προπαγάνδας». Ωστόσο αποδεικνύεται ότι οι ψευδείς ισχυρισμοί προέρχονται μάλλον από την ίδια και μάλιστα σε μια επίσημη διαδικασία. Σε περισσότερες από μία περιπτώσεις το Ελληνικό Λιμενικό μιλά για «παρεμπόδιση αναχώρησης» βάρκας με πρόσφυγες, ενώ η βάρκα βρίσκεται ήδη σε ελληνικά χωρικά ύδατα, γεγονός που το πόρισμα χαρακτηρίζει «ανακολουθία».
Η έρευνα δεν εξετάζει το σύνολο των εκατοντάδων καταγγελιών για επαναπροωθήσεις του Ελληνικού Λιμενικού μετά τον Μάρτιο, ενώ οι εκτιμήσεις αναφέρονται σε επαναπροωθήσεις περισσότερων από 10.000 προσφύγων και μεταναστών την ίδια περίοδο.
Οπως σημείωσε την Πέμπτη στο Ευρωκοινοβούλιο η Ευρωπαία επίτροπος Ιλβα Γιόχανσον, το θέμα των επαναπροωθήσεων της Ελλάδας υπερβαίνει την έρευνα για τη Frontex και πρέπει να αντιμετωπιστεί χωριστά.
Το πόρισμα εξετάζει μόνο 13 περιστατικά στα οποία εμπλέκονται τα σκάφη και το προσωπικό της Frontex ως μηχανισμός υποστήριξης και επιτήρησης επιχειρήσεων, στις οποίες τον πρώτο λόγο έχει το Ελληνικό Λιμενικό. Στο κείμενο αναφέρεται η δυσκολία ανασύστασης των περιστατικών, καθώς πρέπει να ληφθούν υπόψη η συμπεριφορά των τουρκικών αρχών, ειδικές περιστάσεις, όπως η επίδραση του περιβάλλοντος, ρεύματα, κύματα, καιρικές συνθήκες κ.ά.
Το πόρισμα επισημαίνει επίσης την αρχή ότι δεν αποτελεί κάθε βάρκα που περνά τα σύνορα περίπτωση διακινδύνευσης στη θάλασσα ούτε περίπτωση πιθανής διεθνούς προστασίας, καθώς αυτό κρίνεται κατά περίπτωση από τα εμπλεκόμενα μέρη. Δεν διευκρινίζει ωστόσο πειστικά το ερώτημα που τέθηκε στην Ομάδα από την Αξιωματούχο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Frontex και από άλλα μέρη, αν δηλαδή είναι δυνατή σε αυτές τις συνθήκες, την ώρα της εισόδου στα σύνορα, η ορθή κρίση ως προς την υπαγωγή σε διαδικασία ασύλου. Οι επισημάνσεις της Ομάδας για τις ανακόλουθες εξηγήσεις του Λιμενικού προϊδεάζουν ότι μάλλον συμβαίνει το αντίθετο.
Αλλά και χωρίς να το σχολιάζει το πόρισμα, συγκρούονται με την λογική ισχυρισμοί οπως αυτοί για το περιστατικό στις 18-19 Απριλίου: «Το Ελληνικό Λιεμνικό δηλώνει ότι αξιολόγησε την προσωπική κατάσσταση των ανθρώπων πάνω στο σκάφος, χαρακτήρισε το περιστατικό παράνομη είσοδο και διέταξε το φουσκωτό να αλάξει την πορεία του και να φύγει από τα ελληνικά ύδατα σε συμφωνία με το διεθνές δίκαιο. Τους έδωσε πληροφορίες για τον προορισμό στην Τουρκά, δεν υπήρχαν ενδείξεις για να αποθαρρύνουν την επιστροφή τους στην Τουρκία ούτε παρουσιάστηκε κανείς ποιυ να ζητήσει άσυλο ή διεθνή προστασία, αν και τους δόθηκε η ευκαιρία».
Αρκεί να ρωτήσει κανείς σε ποια γλώσσα έγιναν όλα αυτά, με ποιους πιστοποιημένους διερμηνείς και με ποια κατάλληλη εκπαίδευση των Λιμενικών για θέματα ασύλου.
Τα περιστατικά:
▶ 18-19 Απριλίου
«Το Λιμενικό δηλώνει ότι δύο σκάφη του τουρκικού λιμενικού συμμετείχαν στον συντονισμό του περιστατικού, αν και αυτός ο ισχυρισμός δεν ήταν δυνατό να επιβεβαιωθεί και να τεκμηριωθεί από το οπτικό υλικό του Αεροσκάφους Επιτήρησης της Frontex […] Στο φωτογραφικό υλικό που λήφθηκε από το Αεροσκάφος, δεν υπάρχει αναγνωρίσιμη μηχανή την ώρα που ρυμουλκούσε τη βάρκα των προσφύγων το Λιμενικό. Σύμφωνα με τη δήλωση του Ελληνικού Λιμενικού, αυτό μπορεί να οφείλεται είτε στη γωνία και την απόσταση του αεροσκάφους είτε στο γεγονός ότι η μηχανή ήταν προσωρινά καλυμμένη. Η Oμάδα Eργασίας δεν μπορεί να καταλήξει σε συμπέρασμα, αν και πού θα μπορούσε να έχει κρυφτεί η μηχανή, ενώ το άδειο φουσκωτo ρυμουλκoύταν από το Ελληνικό Λιμενικό. [...] Η Ομάδα Εργασίας δεν μπόρεσε να διαλευκάνει αν είχε κρυφτεί η βάρκα μέσα στο φουσκωτό την ώρα που έφυγε το Λιμενικό από το σημείο, όπως ισχυρίζεται το Ελληνικό Λιμενικό. [...] Επίσης, δεν υπήρχαν σκάφη του τουρκικού λιμενικού τη στιγμή που το φουσκωτό αφέθηκε στη συνορογραμμή, αν και ένα σκάφος του τουρκικού λιμενικού είχε εντοπιστεί νωρίτερα από το αεροσκάφος της Frontex. Το Ελληνικό Λιμενικό επαναλαμβάνει ότι το φουσκωτό ήταν κατάλληλο για τη θάλασσα, ικανό για πλοήγηση, εφοδιασμένο με μηχανή που λειτουργούσε και ότι το τουρκικό λιμενικό ήταν στην περιοχή».
▶ 27 Ιουλίου
«Η πληροφορία που δόθηκε από το Ελληνικό Λιμενικό υποδεικνύει ότι η βάρκα των μεταναστών άλλαξε την πορεία της προς τα τουρκικά θαλάσσια ύδατα, με την άφιξη του σκάφους του Ελληνικού Λιμενικού. [...] τα διαθέσιμα στοιχεία δεν μπορούσαν να επιλύσουν την αντίφαση μεταξύ των εκπροσώπων της Δανίας και της Ελλάδας για τη μεταξύ τους επικοινωνία. Τα έγγραφα της επιχείρησης, οι έρευνες -πέραν της αναφοράς της δανέζικης αποστολής- και η τελική αξιολόγηση του περιστατικού από τη Frontex, που εκκρεμεί ακόμη, δεν επέτρεψαν την αναλυτική διαλεύκανσή του. Η διαδικασία της αναφοράς, διασταύρωσης και επικύρωσης των στοιχείων της επιχείρησης, σε κάθε επίπεδο, πρέπει αν γίνεται με αποτελεσματικό και διαφανή τρόπο που δεν αφήνει περιθώριο για παρεμβάσεις και παρεξηγήσεις».
▶ 5 Αυγούστου
«Το Κέντρο Διεθνούς Συντονισμού στον Πειραιά χαρακτήρισε το περιστατικό ως «Παρεμπόδιση Αναχώρησης”, αν και συνέβη σε ελληνικά ύδατα, κάτι που κατά τη γνώμη της Ομάδας Εργασίας είναι ανακόλουθο. Σύμφωνα με την Υπηρεσία, η Αναφορά Σοβαρού Περιστατικού δεν έχει ολοκληρωθεί λόγω της συνεχιζόμενης επικοινωνίας με το Ελληνικό Λιμενικό. [...] Καταλήγοντας, οι παρουσιάσεις των δύο πλευρών διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. Οι δηλώσεις και οι ισχυρισμοί δεν μπορούσαν ούτε να επικυρωθούν ούτε να διαψευστούν από την Ομάδα Εργασίας».
▶ 30 Οκτωβρίου
«Το περιστατικό κατηγοριοποιήθηκε ως “Παρεμπόδιση Αναχώρησης”, παρά το γεγονός ότι το το φουσκωτό μπήκε σε ελληνικά ύδατα. Σύμφωνα με την άποψη της Ομάδας Εργασίας, αυτή η κατηγοριοποίηση είναι ανακόλουθη. [...] Οι πληροφορίες που έδωσαν η Frontex, η Ελλάδα και η Σουηδία δεν επέτρεψαν να καλυφθούν όλα τα κενά πληροφόρησης σ’ αυτή την περίπτωση, ιδίως σε ό,τι αφορά τα μέτρα που πήρε το Ελληνικό Λιμενικό. [...] Ακόμη και μετά την περαιτέρω εξέταση της Ομάδας Εργασίας, τα πραγματικά περιστατικά στο αντίστοιχο περιστατικό δεν μπορούν να διαλευκανθούν πειστικά».
▶ 21 Νοεμβρίου
«Περιληπτικά, υπάρχει διαφορά στην παρουσίαση των γεγονότων αναφορικά με αυτή την υπόθεση. Οι δηλώσεις και οι ισχυρισμοί δεν μπορούσαν ούτε να επιβεβαιωθούν ούτε να διαψευστούν [...] Εξαιτίας του γεγονότος ότι υπάρχει πρόσφατη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Υπηρεσίας και των Ελληνικών Αρχών αναφορικά με την επικύρωση του περιστατικού, η Αναφορά Σοβαρού Περιστατικού συνεχίζεται. Η Ομάδα Εργασίας αναγνωρίζει ότι εκκρεμούν περαιτέρω πληροφορίες».