Την ανεξέλεγκτη δράση αλλοδαπών μυστικών υπηρεσιών στην Ελλάδα αποκαλύπτει η υπόθεση του αεροσκάφους που «απήγαγε» η Λευκορωσία ● Ανταλλάσσουν «πυρά» για τις ευθύνες τα υπουργεία Προστασίας του Πολίτη και Εξωτερικών.
Την ώρα που η υπόθεση της σύλληψης του Λευκορώσου δημοσιογράφου Ρομάν Προτάσεβιτς προκαλεί πολύ σοβαρά ερωτήματα για ανεξέλεγκτη δράση ξένων πρακτόρων μέσα στη χώρα μας, η ελληνική κυβέρνηση εξέπεμπε χθες μια εικόνα αλαλούμ με το ένα υπουργείο να πετάει το μπαλάκι της ευθύνης στο άλλο, ενώ στο πινγκ πονγκ για το ποιος είναι αρμόδιος για το θέμα συμμετείχε και το μέγαρο Μαξίμου.
Μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης («Financial Times») να καταδίκασε την «απαράδεκτη επιθετική ενέργεια» της Λευκορωσίας και του καθεστώτος Λουκασένκο να εξαναγκάσει σε προσγείωση στο Μινσκ το αεροσκάφος της Ryanair που πραγματοποιούσε την πτήση Αθήνα - Βίλνιους (Λιθουανία) και στο οποίο επέβαινε ο ακροδεξιός ακτιβιστής Προτάσεβιτς, «με στόχο την παράνομη κράτηση ενός πολιτικού αντιπάλου και δημοσιογράφου», αλλά εδώ εγείρεται και ένα ζήτημα για το πώς έδρασαν ανενόχλητες ξένες μυστικές υπηρεσίες όσο ο τελευταίος βρισκόταν ακόμα στην Αθήνα.
Γιατί, ενώ ήταν γνωστό ότι ο Προτάσεβιτς καταζητείτο από το καθεστώς Λουκασένκο και είχε έρθει στην Ελλάδα ως μέλος της αντιπροσωπείας της αρχηγού της λευκορωσικής αντιπολίτευσης Σβετλάνα Τιχανόφσκαγια, η οποία είχε συμμετάσχει στο Φόρουμ των Δελφών, φαίνεται πως σε ελληνικό έδαφος έδρασαν ξένοι πράκτορες, παρακολουθώντας τον, ενώ ξένοι πράκτορες επέβαιναν και στην ίδια πτήση. «Πιστεύουμε ότι υπήρχαν και μερικοί πράκτορες της KGB στο αεροπλάνο», είναι η χαρακτηριστική δήλωση του διευθύνοντος συμβούλου της αεροπορικής εταιρείας, Μάικλ Ο’ Λίρι, που ήρθε να ενισχύσει τις καταγγελίες για άτομα, δηλαδή πράκτορες, που αποβιβάστηκαν στο Μινσκ.
«Μας προβληματίζει, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, το γεγονός ότι αυτό ξεκίνησε από την Αθήνα», δήλωσε (Open) ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης και έδειξε προς το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, λέγοντας ότι «πρέπει πραγματικά να γίνει και από το υπουργείο Δημόσιας Τάξης μία πολύ σοβαρή έρευνα για να δούμε ποιοι ήταν αυτοί, οι οποίοι δρουν στην Ελλάδα και παρέχουν τέτοιες πληροφορίες, παρακολουθούσαν την αποστολή της Τιχανόφσκαγια στην Αθήνα και βέβαια και τον δημοσιογράφο» και προσθέτοντας ότι «υπάρχει ένας ευρύτερος προβληματισμός πώς λειτούργησαν αυτοί οι άνθρωποι εδώ στην Αθήνα. Αυτό είναι κάτι όμως το οποίο θα διερευνηθεί».
Κι ενώ, λοιπόν, ο αναπληρωτής ΥΠΕΞ έδειχνε προς το υπουργείο του Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, πηγές του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη έλεγαν ότι το ίδιο το υπουργείο δεν έχει εμπλοκή στο ζήτημα και ότι το θέμα το διαχειρίζεται το υπουργείο Εξωτερικών, επιστρέφοντας πίσω, με αυτόν τον τρόπο, το μπαλάκι των ευθυνών. Αλλά και πηγές από το μέγαρο Μαξίμου –παρεμπιπτόντως η ΕΥΠ ανήκει στην αρμοδιότητα του ίδιου του πρωθυπουργού– έδειχναν και αυτές προς το υπουργείο Εξωτερικών, λέγοντας ότι αυτό είναι που διαχειρίζεται το θέμα. Το αποτέλεσμα ήταν μια εικόνα κυβερνητικού αλαλούμ, με το ζήτημα της ανεξέλεγκτης δράσης ξένων μυστικών υπηρεσιών στη μέση.
«Οι δηλώσεις του διευθύνοντος συμβούλου της Ryanair [...] προκαλούν μείζονα ερωτήματα», σχολίασε ο ΣΥΡΙΖΑ, καλώντας την κυβέρνηση «να δώσει εξηγήσεις για ένα περιστατικό που εκθέτει τη χώρα. Και να απαντήσει εάν το “επιτελικό κράτος” και οι ελληνικές Αρχές ελέγχουν τη δράση ξένων υπηρεσιών στο ελληνικό έδαφος ή ασχολούνται μόνο με τον “εσωτερικό εχθρό” για να γνωρίζουν “τι καπνό φουμάρει” ο κάθε νέος που συχνάζει στις πλατείες της χώρας».
«Η υπόθεση αυτή αποκαλύπτει την ανεπάρκεια της Υπηρεσίας Πληροφοριών της χώρας μας και της διορισμένης με προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού, Διοίκησης της», σημείωσε το ΚΙΝΑΛΛ, επισημαίνοντας ότι «η ασφάλεια της Ελλάδας εμφανίζεται διάτρητη». Ανέφερε ακόμα ότι «οι πράκτορες των ξένων υπηρεσιών έμειναν παντελώς ανενόχλητοι, έθεσαν με τις ενέργειές τους σε κίνδυνο την ζωή Ελλήνων επιβατών και εξέθεσαν διεθνώς την χώρα μας» και πρόσθεσε πως «για μια ακόμη φορά οι κρατικοί μηχανισμοί “δεν είδαν και δεν άκουσαν τίποτε”, συνελήφθησαν κοιμώμενοι. Μια ακόμη “επιτυχία” του επιτελικού κράτους του Μαξίμου και των επιλογών του».