Οδοι-πυρικό ανάμεσα σε στάχτες και οργή από τον χαμένο παράδεισο

Στη Βόρεια Εύβοια δεν υπάρχει πια ζωή ● Απαρηγόρητοι οι κάτοικοι ● Η «Εφ.Συν.» περπάτησε στα χαλάσματα των κόπων μιας ζωής ● Ποιοι έβαλαν την Εύβοια στο μάτι; Το ερώτημα έρχεται και επανέρχεται επίμονα από όποιον συναντάμε στα ατέλειωτα χιλιόμετρα του χαμένου παραδείσου στο βόρειο τμήμα του νησιού. Καθώς επί οκτώ μέρες οι φλόγες συνεχίζουν να αλωνίζουν ανενόχλητες μέσα σε μισό εκατομμύριο στρέμματα, ο πόνος της καταστροφής ανάμεσα στα χαλάσματα δίνει μάχες και χάνει από την οργή για την ευθυνοφοβία των αρμοδίων της πυρόσβεσης.

Η Ζωή Χαλαστή μάς ξεναγεί στα αποκαΐδια της οικογενειακής επιχείρησης-ζαχαροπλαστείο «Νούφαρο» στις Ροβιές, ένα από τα γνωστότερα τουριστικά θέρετρα στη δυτική πλευρά. «Τριάντα οκτώ χρόνια παλεύαμε να το στήσουμε με τον σύζυγό μου», μας λέει καθώς πατά με προσοχή ανάμεσα σε σπασμένα γυαλιά και λιωμένα αλουμίνια – απομεινάρια αυτών που κάποτε ήταν φούρνοι, ψυγεία, ράφια και πλυντήρια: «Τα οχήματα της Πυροσβεστικής ήρθαν, είδαν και έφυγαν. Τους ζητούσαμε να ρίξουν νερό. Μας έλεγαν πως έχουν εντολή μόνο για εκκένωση. Το ίδιο έκαναν και μπροστά στο φλεγόμενο φροντιστήριο που θα δείτε λίγο πιο πάνω».

Το κτίριο του άλλοτε φροντιστηρίου έχει μείνει χωρίς στέγη. Απέναντί του, σε ύψωμα βρίσκεται ό,τι έχει απομείνει από το Δημοτικό Ιατρείο Ροβιών. Κατεστραμμένο κι αυτό από τη φωτιά, δεν θα μπορεί να προσφέρει πλέον υπηρεσίες υγείας και περίθαλψης στους 1.000 μόνιμους κατοίκους του χωριού. Ισως να μη χρειάζεται πια, αν λάβουμε υπόψη όσα μας λέει η Αναστασία που κατοικεί ακριβώς απέναντι με τα δυο της παιδιά: «Εργαζόμουν έως τώρα στον Ελαιοκομικό Συνεταιρισμό», μας λέει απογοητευμένη. Εχουμε ήδη ακούσει ότι οι ελαιώνες που τον τροφοδοτούσαν έχουν καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά. «Δεν ξέρω τι μπορώ να κάνω για να επιβιώσω μένοντας εδώ. Δεν υπάρχει μέλλον. Δυστυχώς, το μόνο που έχουμε να περιμένουμε τον επόμενο χειμώνα είναι τα ποτάμια λάσπης που θα κατέβουν από τα γύρω βουνά».

Γυρίζουμε προς τον κεντρικό δρόμο του χωριού. Πιο δίπλα γίνεται διανομή ειδών πρώτης ανάγκης στους κατοίκους, ανάμεσα σε τρακτέρ και αγροτικά που συνωστίζονται. Η κυρία Χαλαστή συνεννοείται για τα υλικά που θέλουν να στείλουν εθελοντές από τη Σκιάθο. Τη ρωτάμε εάν περιμένει τις ανακοινώσεις για την οικονομική αρωγή της κυβέρνησης: «Τι να σας πω; Πριν λίγο καιρό καταφέραμε να αποπληρώσουμε έναν ψυκτικό θάλαμο που χρειαζόμασταν. Κόστισε 5.000 ευρώ, θέλετε να δείτε τι απόμεινε από αυτόν;», μας λέει πικρά.

Χαμόγελο πικρό μάς φέρνει και η ταμπέλα του απέναντι καταστήματος που σώθηκε, ευτυχώς, από τη φωτιά: «Ταβέρνα Ο Κούλης». Περπατάμε σε ένα σύννεφο καπνού που μειώνει την ένταση του ήλιου αλλά όχι και την υγρή ζέστη. Ο Κώστας κάθεται αποκαμωμένος έξω από ένα καφενείο. Μας περιγράφει τη δική του εμπειρία από τις υπηρεσίες που (δεν) πρόσφερε η Πυροσβεστική Υπηρεσία όταν η φωτιά πλησίασε το σπίτι του στην άκρη του χωριού: «Είδα το όχημα και άρχισα να φωνάζω να ρίξει νερό. Κατέβηκε ο πυροσβέστης και μου είπε ότι είναι άρρωστος. Οντως, ήταν χλομός. Του είπα να πάρω εγώ τις μάνικες. Μου είπε πως δεν έχει αρκετό νερό και πρέπει να κάνω οικονομία. Σώσαμε το σπίτι, δώσαμε φαγητό στον πυροσβέστη και τον βάλαμε μέσα για να συνέλθει».

Εως πριν από μία εβδομάδα, οι δρόμοι του χωριού στις Ροβιές και τα δεκάδες καταλύματα έσφυζαν από ζωή. Ηταν η πρώτη φορά μετά την πανδημία που η περιοχή είχε γεμίσει παραθεριστές. Οι επιχειρηματίες έτρεφαν ελπίδες πως θα καταφέρουν να βγάλουν κάποια χρήματα. Με την εντολή εκκένωσης και τα αλλεπάλληλα μηνύματα πανικού στο «112» τα ξενοδοχεία άδειασαν μέσα σε λίγες ώρες χωρίς να πληρωθούν τα συμφωνηθέντα. Κανείς δεν διανοήθηκε να ζητήσει χρήματα καθώς σε πολλές περιπτώσεις οι περισσότεροι δεν είχαν καν πληρώσει προκαταβολές.

Προσπαθούμε να φανταστούμε το κλίμα χαλάρωσης που επικρατούσε λίγες μέρες νωρίτερα, οδηγώντας στα λίγα παραλιακά χιλιόμετρα ανάμεσα στις Ροβιές και τη Λίμνη Ευβοίας. Τα αυτοκίνητα με τα μπαγκάζια και τους χαρούμενους παραθεριστές, τα παιδιά που τρέχουν στη θάλασσα με τα κουβαδάκια, τις ταβέρνες και τα καφέ γεμάτα κόσμο. Τώρα, ελάχιστα οχήματα, ένα πυροσβεστικό με κανόνι στην κορυφή που ψάχνει να βρει οδό πρόσβασης προς τα καμένα. Στο πλάι του δρόμου, ένα τζιπάκι καμένο ολοσχερώς, δίπλα στην καρβουνιασμένη πρασιά μιας παραλιακής βίλας που μοιάζει να σώθηκε. «Από θαύμα», όπως γράφεται συχνά για τα διάσπαρτα εκκλησάκια της εξοχής. Στα χιλιόμετρα αυτού του οδοι-πυρικού θα συναντήσουμε πολλά τέτοια εκκλησάκια. Το «θαύμα» δεν λειτούργησε για όλα…

Κάπου εδώ, ανάμεσα Λίμνη και Ροβιές, στην περιοχή Χρόνια κατέληξε το πύρινο μέτωπο όταν ξεκίνησε την πρώτη μέρα να κατεβαίνει από το βουνό, κοντά στο χωριό Δάφνη. Ηταν απόγευμα Τρίτης 3 Αυγούστου, όταν ήρθε η ειδοποίηση για φωτιά κοντά σε ένα βενζινάδικο πάνω στον δρόμο που κατεβαίνει προς τη Λίμνη. Τα δέντρα στο σημείο εκείνο συνεχίζουν να καπνίζουν! Το χειρότερο, η φωτιά που ξεκίνησε τότε άλλαξε αναρίθμητες φορές κατεύθυνση, κατέβηκε δυτικά προς τον Ευβοϊκό και τις Ροβιές την Τετάρτη, γύρισε προς το βουνό, το σκαρφάλωσε ώς την κορφή, κατηφόρισε ανενόχλητη προς την αντίθετη πλευρά του Αιγαίου, μετέτρεψε σε κόλαση την ειδυλλιακή Αγία Αννα την Πέμπτη και ταυτόχρονα επέστρεφε πάλι για να κάψει τη Λίμνη την Παρασκευή πριν συνεχίσει το Σαββατοκύριακο προς Βορρά (Πευκί-Ιστιαία).

Ηταν τέτοια η δύναμη της φωτιάς που έκανε πολλούς ανθρώπους να σκάβουν την άμμο για να γλιτώσουν. Ηρθε μόνον ένα σκάφος του Λιμενικού, αλλά μας είπε πως μπορούσε να πάρει μόνο δέκα επιβάτες. Οι υπόλοιποι έφυγαν με κάποια ιδιωτικά σκάφη | Χριστίνα, υπεύθυνη καταστήματος στην Αγία Αννα

«Πρόκειται για μια πορεία αντίστοιχη με της πυρκαγιάς του 1977 που έκαψε και πάλι την περιοχή», μας λέει ο δασάρχης Λίμνης, Σπύρος Ζίγκηρης. Μόνο που τότε δεν υπήρχαν εναέρια μέσα και την ευθύνη της πυρόσβεσης είχε η Δασική Υπηρεσία με μόλις δυο οχήματα. Και όμως, τότε κάηκαν περίπου 110.000 στρέμματα έναντι 300.000 στρεμμάτων σήμερα στην περιοχή ευθύνης του Δασαρχείου Λίμνης (υπάρχει ξεχωριστό Δασαρχείο Ιστιαίας). Ζητούμε από τον δασάρχη Λίμνης να μας σχολιάσει τη συνεργασία με την Πυροσβεστική Υπηρεσία και την Πολιτική Προστασία έχοντας υπόψη την πρόσφατη σκληρή κριτική των συναδέλφων του δασολόγων για την αναποτελεσματική δασοπυρόσβεση μετά την απομάκρυνση της Δασικής Υπηρεσίας. Ο κ. Ζίγκηρης αρνείται ευγενικά παραπέμποντάς μας σε πρόσφατες και παλιότερες αποφάσεις των Συντονιστικών Οργάνων Πολιτικής Προστασίας. Τον ρωτάμε πότε θα μπορέσει να ολοκληρώσει τις μελέτες για οριοθέτηση της καμένης περιοχής ώστε να κηρυχτεί αναδασωτέα και να ξεκινήσουν οι επείγουσες εργασίες υλοτόμησης και αντιδιαβρωτικής στήριξης με κορμοδέματα: «Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε, λέει. Λάβετε όμως υπόψη ότι το Δασαρχείο μας έχει αποψιλωθεί από προσωπικό και διαθέτει σήμερα μόλις δυο δασολόγους που βρίσκονται στα όρια της συνταξιοδότησης»…

Μακριά από τις δεσμεύσεις της υπηρεσιακής θέσης του δασάρχη, πάντως, ο κόσμος στη Λίμνη μοιάζει να έχει ξεκάθαρη άποψη. «Εναέρια μέσα δεν είδαμε καθόλου όλες αυτές τις μέρες» μας λέει ο εκπαιδευτικός Πάνος Βασιλόπουλος. Οσο για τα επίγεια της Πυροσβεστικής και του Στρατού, ο ίδιος μας μεταφέρει εικόνες για γέλια και για κλάματα. Βυτιοφόρα που χρειάζονταν 45 λεπτά για να γεμίσουν, αξιωματικοί που ρωτούσαν περαστικούς ψάχνοντας δρόμους στο βουνό. Ζώντας ο ίδιος 34 χρόνια στην περιοχή θυμάται την οργανωμένη Δασοφυλακή που διέθετε κάποτε άφθονο προσωπικό και γνώριζε πού βρίσκεται το κάθε πέρασμα και οι γεωτρήσεις που γέμιζαν δεξαμενές δασοπυρόσβεσης σε ελάχιστο χρόνο. Μας δείχνει βίντεο από τις προσπάθειες που έκαναν τρεις γνωστοί του και κατάφεραν να σώσουν το εξοχικό τους κέντρο «Ο Παράδεισος». «Αγνόησαν την εντολή εκκένωσης και έσωσαν τον “Παράδεισο” από τη φωτιά με τα χέρια τους», μας λέει. Θα καταφέρουν να το σώσουν από τις πλημμύρες του χειμώνα; ρωτάμε. Κουνά το κεφάλι και θυμάται ότι μετά από μια μικρότερη πυρκαγιά το 2016 και παρά τα αντιπλημμυρικά που έγιναν, οι καταστροφές δεν αποφεύχθηκαν.

Η φωτιά έγλειψε τον γραφικό οικισμό της Λίμνης αλλά δεν κατάφερε να εισχωρήσει. Ομως, το σπίτι της οικογένειας Γαρυφάλλου καταστράφηκε ολοσχερώς μαζί με το συνεργείο - βουλκανιζατέρ που βρίσκεται από κάτω. Μας υποδέχονται καμένες εξατμίσεις, κινητήρες και ολόκληροι σκελετοί από μηχανάκια στο ισόγειο. Η κυρία Γαρυφάλλου και τα δυο της παιδιά προσπαθούν να καθαρίσουν ό,τι απέμεινε από τον πάνω όροφο. Τρόπαια και κύπελλα από τις νίκες των παιδιών σε αγώνες ιστιοπλοΐας συνεχίζουν να στέκουν –αν και λίγο παραμορφωμένα– σε ένα ράφι αποτελώντας τα μοναδικά αντικείμενα που λάμπουν μέσα στο καπνισμένο δωμάτιο.

Οι καπνοί μάς ακολουθούν σε όλη την πορεία προς την άλλη πλευρά της Εύβοιας που βλέπει Αιγαίο. Οι βίλες στην πλαγιά συνεχίζουν να έχουν άπλετη θέα αλλά οι περισσότερες έχουν χάσει τουλάχιστον τις στέγες τους. Από ένα σπίτι έχει μείνει να στέκει μόνο το πέτρινο τζάκι. «Η φωτιά έφτασε στην παραλία την Πέμπτη. Δεν μπορώ να ξεχάσω τις εκρήξεις που ακούγαμε συνέχεια επί πολλές ώρες πριν, βλέποντας συνέχεια την απόκοσμη λάμψη της φωτιάς που πλησίαζε πίσω από το βουνό», μας λέει ο Χρήστος Πετσάβας. Τον συναντάμε στο μοναδικό καφέ από τα δεκάδες μαγαζιά της παραλίας που παραμένει ανοιχτό με τη βοήθεια μιας γεννήτριας. Εδώ καταφεύγουν και οι ελάχιστοι επισκέπτες που έχουν απομείνει.

Η Αγία Αννα έχει γίνει αγνώριστη. Γκρίζοι οι κατάφυτοι λόφοι που την τριγύριζαν. Αδεια τα καταλύματα που είχαν αρχίσει να γεμίζουν ασφυκτικά την περασμένη εβδομάδα. «Ο κόσμος άρχισε να φεύγει από την Τρίτη που ξέσπασαν οι φωτιές στην άλλη μεριά του νησιού», μας λέει η Χριστίνα, υπεύθυνη του καταστήματος. «Την Πέμπτη ακολούθησε πανικός». Η παραλία έχει τεράστιο πλάτος. Και όμως, λέει η Χριστίνα, «ήταν τέτοια η δύναμη της φωτιάς που έκανε πολλούς ανθρώπους να σκάβουν την άμμο για να γλιτώσουν». «Ηρθε μόνον ένα σκάφος του Λιμενικού αλλά μας είπε πως μπορούσε να πάρει μόνο δέκα επιβάτες. Οι υπόλοιποι έφυγαν με κάποια ιδιωτικά σκάφη».

Κοινός παρονομαστής σε κάθε συζήτηση με όποιον συναντάμε, η οργή για την απουσία της Πυροσβεστικής. Και η αναζήτηση σκοτεινών συμφερόντων πίσω από την καταστροφή που δεν επήλθε μέσα σε ελάχιστες ώρες, όπως συνέβη σε άλλες εξαιρετικά καταστροφικές πυρκαγιές όπως στην Ηλεία το 2007 και στο Μάτι το 2018. Κανείς δεν μοιάζει έτοιμος να ακούσει εξηγήσεις για τη διάλυση των δημόσιων υπηρεσιών που είναι υποτίθεται αρμόδιες, την υπερεπάρκεια σε διευθυντές και αξιωματικούς και την απόλυτη έλλειψη σε «εργατικά χέρια» που θα παλέψουν να σβήσουν τη φωτιά. Ολοι μιλούν για τις ανεμογεννήτριες που «θέλουν να γεμίσουν τη Βόρεια Εύβοια» και όσους θα εκμεταλλευτούν την απογοήτευση για να αγοράσουν γη σε χαμηλές τιμές.

■ Εικόνες κλειδωμένες στο βάθος της συνείδησης, δεκατέσσερα χρόνια τώρα. Το ίδιο γκρίζο πέπλο παντού, τα ίδια χιλιάδες κούτσουρα –απομεινάρια θεόρατων κάποτε δέντρων– να «λιβανίζουν» τον αέρα με τον καπνό τους, σαν να προσεύχονται για τη ζωή που χάθηκε. Ο υπογράφων βρέθηκε στις καμένες περιοχές της Ηλείας τον Αύγουστο του 2007, την ημέρα που γίνονταν οι κηδείες πολλών από τα 63 θύματα που κάηκαν εκεί ζωντανά. Ποια ζυγαριά να μετρήσει τη θλίψη τότε και τώρα; Ποιος να μετρήσει το αναπόφευκτο, τότε και τώρα; Ο χρόνος μοιάζει το μόνο ισχυρό συγκριτικό στοιχείο, καθώς στην Ηλεία η καταστροφή είχε επέλθει σε ένα απόγευμα ενώ στην Εύβοια η φωτιά αλωνίζει επί οκτώ μέρες.


Πηγή

Σχόλια

To ergasianews.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη και μόνο αυτόν. Παρακαλούμε πολύ να είστε ευπρεπείς στις εκφράσεις σας. Τα σχόλια με ύβρεις θα διαγράφονται, ενώ οι χρήστες που προκαλούν ή υβρίζουν θα αποκλείονται.

Δείτε επίσης

Νέο ρεκόρ για το Bitcoin - «Φλερτάρει» με τα 100.000 δολάρια

Το Bitcoin έχει υπερδιπλασιάσει την αξία του φέτος και έχει αυξηθεί κατά περίπου 45% στις …