Η πρώτη επεξεργασία του νομοσχεδίου, σε επίπεδο γενικών εισηγητών και ειδικών αγορητών, διεξήχθη μέσα σε κλίμα συναινετικό, έχοντας ευρεία αποδοχή από τα κόμματα της Αντιπολίτευσης, χωρίς ωστόσο να απουσιάζουν και σοβαρές επιφυλάξεις αλλά και ενστάσεις για ορισμένες διατάξεις.
Με τον υπουργό Δικαιοσύνης, Γιώργο Φλωρίδη, να χαρακτηρίζει «σημαντικές πολλές από τις προτάσεις που έχουν καταθέσει όλα τα κόμματα» και να διαβεβαιώνει ότι» η ηγεσία του Υπουργείου θα τις λάβει σοβαρά υπόψη του και θα προχωρήσει σε βελτιωτικές αλλαγές, ξεκίνησε στην αρμόδια Επιτροπής της Βουλής, η επεξεργασία του νομοσχεδίου με τίτλο «Ενίσχυση δικηγορικής ύλης, Ρυθμίσεις για τα κληρονομητήρια, τις αποδοχές και τις αποποιήσεις κληρονομιών , τις εγγραφές και τις εξαλείψεις συναινετικών προσημειώσεων υποθηκών και τις ένορκες βεβαιώσεις και για το Ταμείο Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων και τη πληρωμή των υποθέσεων νομικής βοήθειας».
Η πρώτη επεξεργασία του νομοσχεδίου, σε επίπεδο γενικών εισηγητών και ειδικών αγορητών, διεξήχθη μέσα σε κλίμα συναινετικό, έχοντας ευρεία αποδοχή από τα κόμματα της Αντιπολίτευσης, χωρίς ωστόσο να απουσιάζουν και σοβαρές επιφυλάξεις αλλά και ενστάσεις για ορισμένες διατάξεις.
Την συζήτηση άνοιξε ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Τάσος Μπαρτζώκας, χαρακτηρίζοντας το νομοσχέδιο ως «ένα σημαντικό κρίκο για να επιταχυνθούν οι διαδικασίες απονομής της δικαιοσύνης, να ξεπεραστούν οι γραφειοκρατικές παθογένειες και να κτιστεί ένα σύγχρονο κράτος».
Όπως είπε ο κ. Μπαρτζώκας, είναι ένα νομοσχέδιο που έχει τριπλή στόχευση:
-Την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων της χώρας και κατ' επέκταση την υποβοήθηση στην προσπάθεια που γίνεται σε όλα τα επίπεδα για επιτάχυνση της δικαιοσύνης,
- την ενίσχυση της ύλης των δικηγόρων και
-την καλύτερη, αμεσότερη και ταχύτατη διεκπεραίωση των υποθέσεων για όλους τους πολίτες και πάντα με ασφάλεια δικαίου.
Έμφαση έδωσε ο κ. Μπαρτζώκας, στην διάταξη «που για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια ενισχύει την δικηγορική ύλη αυξάνοντας τις πράξεις που μπορούν να εκτελούν οι δικηγόροι», όπως είπε χαρακτηριστικά.
«Πρόκειται για μα εντελώς συνειδητή επιλογή του Υπουργείου Δικαιοσύνης, αναγνωρίζοντας έμπρακτα το ρόλο του δικηγόρου και αναδεικνύοντας την εμπιστοσύνη της πολιτείας αλλά και της κοινωνίας στους έλληνες δικηγόρους ως συνλειτουργούς της δικαιοσύνης», ανέφερε χαρακτηριστικά ο γενικός εισηγητής της ΝΔ.
Ακόμα, χαρακτήρισε «πολύ σημαντική τη διάταξη που έρχεται να δώσει λύση στα συσσωρευμένα προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί από τις μεγάλες καθυστερήσεις στην εκκαθάριση των οφειλόμενων αποζημιώσεων για τη παροχή νομικής βοήθειας από το Ταμείο Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων».
«Κλείνει άμεσα και δια παντός οποιαδήποτε οικονομική εκκρεμότητα που αφορά τα έτη μέχρι το 2022 αλλά και το 2023. Το κυριότερο όμως είναι ότι υπάρχει ένα σχέδιο και μία εντατική προσπάθεια να δοθεί μια οριστική λύση στο τρόπο που γίνεται η εκκαθάριση των αποζημιώσεων», είπε και κατέληξε:
« Η ανεμπόδιστη πρόσβαση στη δικαιοσύνη για όλους τους πολίτες είναι βασικός πυλώνας της δημοκρατίας μας, επομένως είναι κρίσιμο να λειτουργεί σωστά χωρίς προσκόμματα».
Υποστηρικτικός στο νομοσχέδιο εμφανίστηκε ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Μπάρκας, σημειώνοντας ωστόσο ότι «η κυβέρνηση έρχεται να χρυσώσει το χάπι στη νομική κοινότητα της χώρας μετά τις έντονες αντιδράσεις που εξέφρασε εναντίων των ισοπεδωτικών μέτρων που είχε εφαρμόσει με άλλα νομοσχέδια της».
Παράλληλα, επεσήμανε «τον κίνδυνο το νομοσχέδιο να είναι το έναυσμα ενός δικαστικού Καλλικράτη», τονίζοντας ότι «αυτές οι παρεμβάσεις δημιουργούν ερωτηματικά και προβληματισμούς καθώς δεν υπάρχει σχεδιασμός για αναβάθμιση των δικαστηρίων, τόσο σε υλικοτεχνικό όσο και σε στελεχιακό προσωπικό».
Σύμφωνος δήλωσε και για τα άρθρα «που δίνουν λύση στις δραματικές καθυστερήσεις που υπήρχαν για τις αμοιβές των δικηγόρων», ενώ πρότεινε «να χρηματοδοτηθούν μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, σεμινάρια επιμόρφωσης των δικηγόρων για την δικαστική ύλη που θα επωμιστούν, χωρίς να επιβαρυνθούν οι δικηγορικοί σύλλογοι».
Θετική στο νομοσχέδιο δήλωσε και η γενικής εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Μιλένα Αποστολάκη, εντάσσοντάς το «στο πλαίσιο της καλής νομοθέτησης» και επισημαίνοντας ότι «κοινός τόπος όλων είναι η ταχύτερη και αποτελεσματικότερη απονομή της δικαιοσύνης».
«Είναι γνωστό ότι υπάρχει πρόβλημα σε ότι αφορά την καθυστέρηση της απονομής δικαιοσύνης στη χώρα μας. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2020, η χώρα μας ήταν στην 146 θέση ως προς το μέσο όρο επίλυσης διαφορών στα δικαστήρια και ανέρχεται στα 4,5 χρόνια», σημείωσε.
«Η ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης δεν συνδέεται μόνο με την ασφάλεια δικαίου αλλά αποτελεί ταυτόχρονα και σημαντική προϋπόθεση για την προσέλκυση επενδύσεων», συμπλήρωσε.
Η κ. Αποστολάκη, χαρακτήρισε ακόμα «θετικές και πολύ σημαντικές τις ρυθμίσεις για την ενίσχυση της δικηγορικής ύλης με την προϋπόθεση όμως ότι θα υπάρξουν ασφαλιστικές δικλείδες για την ύλη που θα αφαιρεθεί από τους δικαστές».
Έμφαση έδωσε και στην επιμόρφωση των δικηγόρων για τη νέα δικαστική ύλη, ενώ τόνισε την ανάγκη σαφών διατυπώσεων ως προς τις προϋποθέσεις, τους όρους, τους χρόνους και τον τρόπο καταβολής της αμοιβής τους για νομική βοήθεια.
Στην αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκε η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Μαρία Κομνηνάκα, υποστηρίζοντας ότι και αυτό το νομοσχέδιο είναι ένα ακόμα βήμα στην ιδιωτικοποίηση της δικαιοσύνης».
Παράλληλα, καταλόγισε στην κυβέρνηση «υποκρισία», τονίζοντας ότι «δεν την ενδιαφέρει η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης υπέρ των λαϊκών κοινωνικών στρωμάτων αλλά είναι υπέρ των επιχειρηματικών ομίλων για γρήγορη προνομιακή εκδίκαση των υποθέσεων τους».
«Υποκριτικά εμφανίζεται ευαίσθητη και μεγαλόψυχη, απέναντι στην οικονομική ασφυξία στην οποία οδήγησε τους δικηγόρους, προσφέροντας τους αντίδωρα και επιδιώκοντας να αμβλύνει τις δικαιολογημένες αντιδράσεις τους και να πετύχει δια της πλαγίας οδού την υποστολή των αγώνων τους», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Κομνηνάκα.
Την αντίθεση της εξέφρασε και για το ζήτημα της έκδοσης κληροδοτηρίου, τονίζοντας ότι «πρέπει αποκλειστικά να ανατεθεί σε δικαστές που έχουν την κατάρτιση και τα νομικά εχέγγυα και αν θέλει να ενισχύσει τους δικηγόρους να τους στηρίξει με ουσιαστικά μέτρα και όχι να προσπαθεί να τους ξεγελάσει ρίχνοντας τους επικίνδυνα τυράκια».
Επιφυλάξεις εξέφρασε ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Παύλος Σαράκης, σημειώνοντας ότι «πολλές διατάξεις του είναι θετικές και σημαντικές, ωστόσο ορισμένες είναι ελλιπείς και ενέχουν κινδύνους».
«Οι ρυθμίσεις του διαπνέονται με όρους επικοινωνιακής πολιτικής, παρά με την πραγματική βούληση της να ενισχυθεί ο θεσμικός ρόλος των δικηγόρων», σημείωσε ενώ εξέφρασε σοβαρές επιφυλάξεις για την διάταξη που αφορά την έκδοση κληροδοτηρίου.
«Ευτελίζετε πρώτα τους δικηγόρους και μετά τους προσφέρετε ένα ξεροκόμματο και περιμένετε να σας πουν ευχαριστώ», ανέφερε ο κ. Σαράκης ζητώντας μεταξύ άλλων, να είναι υποχρεωτική η παράσταση δικηγόρων στις αγοραπωλησίες.
Έντονες επιφυλάξεις για τα κίνητρα της κυβέρνησης εξέφρασε ο ειδικός αγορητής της Νέας Αριστεράς, Δημήτρης Τζανακόπουλος, τονίζοντας ότι «το νομοσχέδιο έχει προβληματικά σημεία ενώ έρχεται με καθυστέρηση και σε μια περίοδο που υπάρχει έντονη σύγκρουση με την δικηγορική κοινότητα».
Όπως υποστήριξε, η νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης σχετίζεται με το νέο δικαστικό χάρτη, καθώς με πρόσχημα την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων θα προχωρήσει σε καταργήσεις και συγχωνεύσεις τους και θα εκχωρήσει σε δικηγόρους νομική ύλη οπότε και θα δημιουργηθούν μεγάλα προβλήματα και αντιδράσεις.
«Η απόπειρα συναλλαγής με τους δικηγόρους ανοίγει πολύ επικίνδυνα μονοπάτια και προμηνύει άσχημες παρεμβάσεις για την ιδιωτικοποίηση συγκεκριμένων πτυχών δικαστικών αρμοδιοτήτων που περιβάλλονται με ανεξαρτησία. Υπάρχει τεράστια επιφύλαξη για τις προθέσεις της κυβέρνησης και για το αν θέλουμε να διατηρήσομε την ελληνική δικαιοσύνη ανεξάρτητη και δημόσια στον πυρήνα της», ανέφερε ο κ. Τζανακόπουλος.
Ο ειδικός αγορητής των Σπαρτιατών, Πέτρος Δημητριάδης, χαρακτήρισε «υποκρισία την αύξηση της ύλης των δικηγόρων χωρίς να υπάρχει υποχρεωτική παράσταση τους στις αγοραπωλησίες».
«Η κυβέρνηση συμπαρίσταται ελάχιστα στα αιτήματα των δικηγόρων ενώ στην ουσία θα εξυπηρετήσει μεγάλες νομικές εταιρίες που έχουν εξειδικευμένο προσωπικό», ανέφερε.
Υποστήριξε ακόμα ότι «στα κληρονομητήρια αντικαθίσταται ο ρόλος του δικαστή με δικηγόρους και αυτό ενέχει κινδύνους καθώς ορισμένοι δεν θα έχουν την νομική εμπειρία και επάρκεια» και τόνισε ότι είναι απαραίτητη η επιμόρφωση τους με ειδικά σεμινάρια.
«Αν και υπάρχει θετική κατεύθυνση ο στόχος του νομοσχεδίου πέφτει στο κενό λόγω έλλειψης προσωπικού», σημείωσε ο κ. Δημητριάδης.
Εύσημα στην ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, έδωσε ο ειδικός αγορητής της «ΝΙΚΗΣ», Τάσος Οικονομόπουλος, επισημαίνοντας ότι «το νομοσχέδιο είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και ήταν πάγιο αίτημα να μεταφερθεί η νομική ύλη στους δικηγόρους».
Χαρακτήρισε επίσης, «κρίσιμο σημείο για το οποίο πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, τις ένορκες βεβαιώσεις και τον τρόπο που θα αρχειοθετηθούν», ενώ εισηγήθηκε, στις προσημειώσεις, να προβλεφθούν έλεγχοι στους τίτλους και στα συμβόλαια να είναι η υποχρεωτική η παράσταση δικηγόρου.
Η ειδική αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας, Ελένη Καραγεωργοπούλου, έκανε λόγο για αρνητικές αλλά και θετικές διατάξεις ενώ εξέφρασε την αντίθεση της σε ότι αφορά τις πράξεις αποδοχής κληρονομιάς τονίζοντας ότι «οι συμβολαιογράφοι είναι οι μόνοι εγγυητές της διαδικασίας».
«Το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί να νομοθετεί κοντόφθαλμα η κυβέρνηση εξυπηρετώντας μία συντεχνιακή ομάδα ενώ θα δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα και σύγχυση;
Δεν λύνει τα προβλήματα η παράσταση του δικηγόρου γιατί δεν μπορούν, δεν έχουν την ευθύνη, δεν γνωρίζουν τον έλεγχο των τίτλων. Είναι προβληματικό να ανατίθεται σε μη έχοντες τη γνώση. Μην δημιουργείτε προβλήματα στην ιδιοκτησία του πολίτη. Η διάταξη αυτή είναι επικίνδυνη για την έννομη τάξη», υποστήριξε η κ. Καραγεωργοπούλου και κατέληξε:
«Η απώλεια ύλης από τους συμβολαιογράφους, κυρίως της περιφέρειας, θα σηματοδοτήσει ταυτόχρονα και το κλείσιμο των γραφείων τους».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.