Γενική πρόξενος Γερμανίας: Ιδανική η Β. Ελλάδα για επενδύσεις

Η Μόνικα Φρανκ χαρακτήρισε ευκαιρία την επέκταση του προβλήτα 6 του ΟΛΘ, ενώ πρόσθεσε ότι η Βόρεια Ελλάδα είναι ιδανική για βιώσιμο τουρισμό

Ιδανική για επενδύσεις που θα βοηθήσουν στη διαφοροποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας και στην απαλλαγή της από εξαρτήσεις από τρίτες χώρες θεωρεί τη Βόρεια Ελλάδα η γενική πρόξενος της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη, Μόνικα Φρανκ. «Νομίζω ότι αυτή είναι η ιδανική στιγμή και το ιδανικό μέρος για να διαφοροποιήσουμε την οικονομία της κεντρικής Ευρώπης, της δυτικής Ευρώπης, συνεργαζόμενοι με την Ελλάδα και ειδικά τη Β. Ελλάδα» τονίζει, μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η κ. Φρανκ.

Στην πρώτη της συνέντευξη από την ανάληψη των καθηκόντων της, η γενική πρόξενος της Γερμανίας μιλά εκτενώς για τις προοπτικές της περιοχής, που έχει πολλά πλεονεκτήματα αλλά χρειάζεται και επενδύσεις σε κάποιες υποδομές, ενώ αναφέρεται και στο μεγάλο έργο της ανέγερσης του Μουσείου Ολοκαυτώματος, το οποίο θα κατασκευαστεί με χρηματοδότηση και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Όπως χαρακτηριστικά λέει, το Μουσείο είναι ένα σημαντικό έργο που θα επαναφέρει την Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη στο τοπίο της μνήμης.

Θετικό το αποτύπωμα της Γερμανίας στη ΔΕΘ

Η κ. Φρανκ έφτασε στη Θεσσαλονίκη τον περασμένο Αύγουστο, λίγες εβδομάδες πριν από τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, όπου η Γερμανία ήταν η τιμώμενη χώρα και αυτό το «άλμα εν μέσω γεγονότων» που έπρεπε να κάνει «ήταν υπέροχο», όπως λέει, καθώς της έδωσε τη δυνατότητα να ενημερωθεί για πολλά θέματα και να έρθει σε επαφή με πολλούς ανθρώπους. «Επρόκειτο για τη μεγαλύτερη συμμετοχή της Γερμανίας σε ξένη έκθεση εδώ και 25 χρόνια, και αυτό συνέβη εδώ στη Θεσσαλονίκη» τονίζει και εξηγεί πως το Περίπτερο της τιμώμενης χώρας σχεδιάστηκε ειδικά για την έκθεση «και αυτή η διαφορετική προσέγγιση από αρχιτεκτονικής άποψης, ήταν ένα γεγονός, κάτι νέο για την πόλη και την περιοχή».

Σε ό,τι αφορά την οικονομική επίδραση, αν και «αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί πραγματικά να μετρηθεί με ακριβή στατιστικά στοιχεία», όπως σημειώνει, ωστόσο το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο κατέγραψε σχεδόν 360 συναντήσεις B2B, δύο συμφωνίες B2G, δηλαδή συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων και κυβερνήσεων ή μνημόνια συνεργασίας, καθώς και πολλές ακόμη επαφές. «Πολιτικά μιλώντας ή σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, νομίζω ότι επανέφερε τη Γερμανία στη συνείδηση του κοινού εδώ στην Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη, όχι μόνο ως έναν οικονομικό εταίρο, γιατί αυτό είναι γνωστό. Η επιτυχία αυτής της εκδήλωσης ήταν η προβολή της ποικιλομορφίας των σχέσεων B2G, διότι δεν αφορούσε μόνο επιχειρήσεις ή επιστημονικά ιδρύματα, αφορούσε πολιτιστικούς οργανισμούς, πολλές ΜΚΟ, πολλά πράγματα, και αυτό ήταν κάτι που νομίζω πως εκτιμήθηκε πραγματικά από το κοινό» τονίζει η κ. Φρανκ.

Εκτιμά, δε, πως η παρουσία της Γερμανίας ως τιμώμενης χώρας στη ΔΕΘ έχει εμβαθύνει τους διαύλους διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών, ενώ έχει δώσει και την ευκαιρία σε οργανισμούς και επιχειρήσεις από τη χώρα της να διερευνήσουν τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες εδώ στην Ελλάδα. «Δεν ήταν λοιπόν μια μονόπλευρη προσέγγιση, είναι πάντα αμφίπλευρη» επισημαίνει.

Πολλοί οι τομείς για συνεργασίες – Ευκαιρία η επέκταση του προβλήτα 6

Χαρτογραφώντας τους τομείς συνεργασίας, η κ. Φρανκ επισημαίνει πως υπάρχει ενεργή συνεργασία στους τομείς της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών (π.χ. η T-Digital), στις υπηρεσίες και την εξωτερική ανάθεση επιχειρηματικών διαδικασιών (κυρίως τηλεφωνικά κέντρα), στην ενέργεια και τους ανανεώσιμους πόρους, όπου υπάρχει μια εταιρεία που ονομάζεται Juwi. Ενεργή συνεργασία υπάρχει επίσης στα logistics και τις μεταφορές με τη Fraport και την DHL, σε εταιρείες που ασχολούνται με τη διαχείριση αποβλήτων και την ανακύκλωση (Econ Industries), στα ακίνητα, τον τουρισμό και στον τομέα της φαρμακευτικής κάνναβης.

Πέραν των παραπάνω τομέων υπάρχουν και άλλοι που, σύμφωνα με την ίδια, προσφέρονται για περαιτέρω ανάπτυξη της διμερούς συνεργασίας. «Υπάρχει ενεργό ενδιαφέρον από την ελληνική πλευρά σε ό,τι αφορά την εργολαβική παραγωγή, διότι η Β. Ελλάδα παρέχει πολύ καλές συνθήκες ανταγωνιστικού κόστους σε αυτούς τους τομείς, όπως η επεξεργασία μετάλλων, η μηχανολογία και ο ηλεκτρολογικός εξοπλισμός. Και περαιτέρω τομείς ενίσχυσης της συνεργασίας είναι η τεχνητή νοημοσύνη, η ψηφιοποίηση, κάθε είδους πράσινη τεχνολογία και καινοτομία, όπως για παράδειγμα το Thess-INTEC και το εργαστήριο νανοτεχνολογίας. Συμμετέχουν γερμανικές εταιρείες, γερμανικά επιστημονικά ιδρύματα επίσης. Και στη συνέχεια, φυσικά στα logistics και τις μεταφορές. Και αυτό δεν αφορά μόνο το αεροδρόμιο, αλλά και με την περαιτέρω ανάπτυξη του λιμανιού υπάρχουν μεγάλες ευκαιρίες, διότι με την επέκταση και την αναβάθμιση του προβλήτα 6, χρειάζεται σύνδεση με την ενδοχώρα. Και αυτό είναι κάτι που θα μπορούσε να αποτελέσει πεδίο συνεργασίας και στον τομέα της εφοδιαστικής αλυσίδας και των μεταφορών».

Ενδιαφέρον και από ελληνικές εταιρείες για επενδύσεις

Υπάρχει, άραγε, αντίστοιχο ενδιαφέρον εκ μέρους των ελληνικών εταιρειών να επενδύσουν σε διάφορους τομείς της γερμανικής οικονομίας; «Ναι» απαντά η γενική πρόξενος της Γερμανίας και εξηγεί πως υπάρχει ενδιαφέρον όσον αφορά την ενέργεια και την καινοτομία, όπως και τη νανοτεχνολογία, επίσης για όλα τα είδη αγροτικών επιχειρήσεων και τροφίμων, την επεξεργασία κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και το ψηφιακό μάρκετινγκ. «Αυτοί είναι οι τομείς σύμφωνα με το Επιμελητήριό μας, το οποίο είμαστε τυχεροί που το έχουμε εδώ» εξηγεί.

Προσθέτει πως σε συνομιλίες που είχε η ίδια τόσο με το Βιοτεχνικό όσο και με το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης διαπίστωσε ενδιαφέρον είτε για την αναβίωση, είτε για τη δημιουργία νέων επαφών με αντίστοιχους φορείς της Γερμανίας. «Αυτό είναι κάτι πάνω στο οποίο πραγματικά εργαζόμαστε. Και αυτό θα ήταν μια ευρύτερη προσέγγιση. Δεν είναι μόνο “επιχείρηση προς επιχείρηση”, αλλά είναι μια συστηματική προσέγγιση» λέει.

«Κλειδί το nearshoring – Ιδανική γι’ αυτό η Β. Ελλάδα»

Αυτό που η Γερμανίδα γενική πρόξενος θεωρεί πως μπορεί να αποτελέσει πλεονέκτημα για τη Β. Ελλάδα είναι η ανάπτυξη του nearshoring (σ.σ. μετατόπιση προμηθευτών της βιομηχανίας πιο κοντά τους πελάτες της). «Η Ευρώπη χρειάζεται να ενισχύσει τις δικές της εγκαταστάσεις, δεξιότητες για να διαφοροποιήσει τις αλυσίδες εφοδιασμού. Το είδαμε αυτό στην πανδημία, αλλά και πριν, έχουμε πάρα πολλές εξαρτήσεις από χώρες εκτός Ευρώπης και πρέπει να διαφοροποιηθούμε. Και η λέξη-κλειδί εδώ είναι το nearshoring. Και νομίζω ότι, ειδικά η Β. Ελλάδα είναι ιδανική για την έννοια του οικονομικού nearshoring, και χρήσιμη και για τις δύο πλευρές» αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Φρανκ.

Στο πλαίσιο αυτό απαριθμεί τα πολλά πλεονεκτήματα της Θεσσαλονίκης και της περιφέρειας, όπως η υλικοτεχνική υποδομή, το γεγονός ότι «είναι ο μεγαλύτερος πανεπιστημιακός κόμβος σε ολόκληρη την περιοχή των Βαλκανίων» κ.ά. «Υπάρχει ιδανική σύνδεση, ειδικά με αεροπλάνο. Είναι κοντά, οπότε η μεταφορά έχει νόημα. Και είναι η ίδια κουλτούρα. Είναι το ανοιχτό πνεύμα των ανθρώπων εδώ. Είναι όλοι εξαιρετικά ανοιχτοί, μιλούν άπταιστα ξένες γλώσσες. Έτσι, νομίζω ότι αυτή είναι η ιδανική στιγμή και το ιδανικό μέρος για να διαφοροποιήσουμε την οικονομία της κεντρικής Ευρώπης, της δυτικής Ευρώπης, συνεργαζόμενοι, ειδικά με την Ελλάδα και τη Β. Ελλάδα. Και αυτό είναι χρήσιμο και γόνιμο και για τις δύο πλευρές» τονίζει η κ. Φρανκ.

«Πρόκειται για επενδύσεις και κέρδος και για τις δύο πλευρές - δημιουργία χώρων εργασίας και προοπτικών απασχόλησης εδώ για τους ανθρώπους, γιατί ένα από τα προβλήματα που βλέπω είναι το υψηλό ποσοστό ανεργίας, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων» σημειώνει, εξηγώντας πως αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια ευαλωτότητα σε πολιτικές μετατοπίσεις στα άκρα.

Η Β. Ελλάδα είναι ιδανική για βιώσιμο τουρισμό - Χρειάζονται υποδομές

Μπορεί οι παραλίες της Χαλκιδικής να κατακλύζονται κάθε καλοκαίρι (και) από Γερμανούς τουρίστες, ωστόσο η κ. Φρανκ δηλώνει μετά βεβαιότητας ότι οι συμπατριώτες της ενδιαφέρονται και για άλλες μορφές βιώσιμου τουρισμού και η Β. Ελλάδα «είναι ιδανική» για κάτι τέτοιο. «Οι Γερμανοί τουρίστες δεν θέλουν να κάθονται μόνο σε μία παραλία, αλλά νομίζω πως τούς αρέσει η πεζοπορία, ο βιώσιμος τουρισμός, τα εκτός εποχής ταξίδια» τονίζει.

Αυτό που εκτιμά πως χρειάζεται είναι να γίνουν κάποιες επενδύσεις σε επίπεδο υποδομών. «Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Πήγα στην Αγία Τριάδα, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τον Κόλπο και είναι πανέμορφη. Το βράδυ βλέπεις τα φώτα απέναντι, υπάρχει μια παραλία όπου μπορείς να περπατήσεις και υπάρχει επίσης μια προβλήτα, έτσι ώστε να μπορείς να πάρεις ένα μικρό σκάφος για να περάσεις απέναντι σε 40 λεπτά, το οποίο θα ήταν τέλειο. Αλλά δεν υπάρχουν υποδομές. Θέλω να πω, το μόνο πράγμα που θα χρειαζόταν είναι, φυσικά, ένα ξενοδοχείο που θα είναι ανοιχτό κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου, αλλά και μια μικρή επένδυση για να κατασκευαστεί απλώς ένα ξύλινο δάπεδο κατά μήκος της μεγάλης παραλίας για να φτιαχτεί ίσως ένας ποδηλατοδρόμος ή επίσης κάτι που να είναι προσβάσιμο για αναπηρικά αμαξίδια. Και μετά θα πρέπει να καθαριστεί λίγο. Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που με στεναχωρεί όταν το βλέπω, γιατί το τοπίο εδώ είναι τόσο όμορφο, αλλά πολλά μέρη έχουν επηρεαστεί από την απόρριψη απορριμμάτων» αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Φρανκ.

«Αυτό το είδος τουρισμού θα ωφελούσε και τις δύο πλευρές. Θα ήταν ιδανικό για τον λεγόμενο “ασημένιο τουρισμό”. Δεν είναι μόνο για τους ξένους που έρχονται εδώ, αλλά και για τους ανθρώπους που ζουν εδώ, οι οποίοι θα είχαν πρόσβαση στις παραλίες τους με αναπηρικά καροτσάκια, για ηλικιωμένους ανθρώπους» σημειώνει, επισημαίνοντας πως υπάρχουν τεράστιες δυνατότητες και για όλα τα είδη του ιατρικού τουρισμού -και του τουρισμού ιατρικής αποκατάστασης.

«Πολύ σημαντικό έργο το Μουσείο Ολοκαυτώματος»

Από τη συζήτηση με τη γενική πρόξενο της Γερμανίας δεν θα μπορούσε να λείψει η αναφορά στο έργο του Μουσείου Ολοκαυτώματος, το οποίο έχει πάρει πλέον τον δρόμο της υλοποίησης. «Νομίζω ότι το μουσείο είναι ένα πολύ σημαντικό έργο, το οποίο έχει καθυστερήσει πάρα πολύ. Και θα επαναφέρει τη Θεσσαλονίκη και την Ελλάδα στο τοπίο της μνήμης. Γιατί αυτή η ιστορία δεν είναι γνωστή. Δεν είναι γνωστή στη Γερμανία. Είναι γνωστή στους ανθρώπους που κατάγονται από τη Θεσσαλονίκη, αλλά σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, δεν είναι γνωστή. Έτσι, αυτό είναι κάτι πραγματικά σημαντικό. Επίσης, είναι μια ευκαιρία να δώσει πίσω ένα πρόσωπο και μια φωνή στους ανθρώπους και στις ζωές των ατόμων που υπέστησαν το Ολοκαύτωμα. Το πρόβλημα είναι, νομίζω, ότι μιλάμε πολύ συχνά για αριθμούς […] Είναι σημαντικό να μπούμε στις ιστορίες, στις ατομικές ιστορίες, γιατί όλοι αυτοί οι άνθρωποι -παιδιά, γυναίκες, άνδρες, γέροι, μωρά, όλοι είχαν ένα όνομα. Όλοι είχαν ένα όνομα γέννησης. Είχαν ένα όνομα, και είχαν πρόσωπα, και είχαν τη δική τους ατομική βιογραφία. Και το ζήτημα είναι να δώσουμε πίσω ένα πρόσωπο και ένα όνομα και μια αξιοπρέπεια σε αυτά τα θύματα. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό» αναφέρει χαρακτηριστικά η γενική πρόξενος της Γερμανίας.

Μιλά ακόμη για το τραύμα που μεταφέρεται από γενιά σε γενιά, κάτι που συνειδητοποιεί και η ίδια συναντώντας ανθρώπους, που έχουν ζήσει ή με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αποτελούν μέρος αυτής της ιστορίας. «Συναντώ τα παιδιά τους, συναντώ τις οικογένειές τους και συνειδητοποιώ πόσο το τραύμα κληροδοτείται και μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Αυτό είναι κάτι που δεν είχα συνειδητοποιήσει πραγματικά πριν […] Οπότε αυτό είναι κάτι που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, ότι η κατασκευή ενός μουσείου δεν ολοκληρώνει την ιστορία [...] Πρέπει να δώσουμε συνέχεια σε αυτό, και ειδικά τώρα, γιατί δεν μπορεί να είναι μόνο ένα μουσείο για το παρελθόν. Πρέπει να το κάνουμε έναν ζωντανό τόπο διαλόγου, εκπαίδευσης, γιατί ζούμε και πάλι πολλά επικίνδυνα πράγματα στην εποχή μας. Πολλά πράγματα επανέρχονται στην επικαιρότητα. Πρέπει επειγόντως να προβληματιστούμε για το πώς μπορεί να δημιουργηθεί αυτό το μουσείο ώστε να είναι ένας ζωντανός τόπος εκπαίδευσης και όπου οι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να πάνε. Αυτή είναι η πρόκληση» συμπληρώνει.

Εκφράζει τον θαυμασμό της για το αρχιτεκτονικό σχέδιο του Μουσείου - «...λατρεύω την ιδέα αυτού του οκταγωνικού πύργου στα δυτικά, που έρχεται σε αντανάκλαση με τον Λευκό Πύργο» λέει- αλλά και τη μεγάλη χαρά της για το γεγονός ότι επικεφαλής επιμελήτρια έχει αναλάβει η Ruth Uhr. Όσο για τον ρόλο της Γερμανίας στην επόμενη μέρα του Μουσείου, επισημαίνει πως υπάρχει μια συνεχιζόμενη συζήτηση γι’ αυτό το θέμα. «Αρχικά πρόκειται τώρα για την πραγματική έναρξη της κατασκευής. Ταυτόχρονα διεξάγεται εντατική συζήτηση σχετικά με τον εννοιολογικό σχεδιασμό. Η Γερμανία έχει μια συνεχή συμμετοχή σε αυτό»

Η Θεσσαλονίκη είναι διαφορετική – πολύ ζεστοί οι άνθρωποί της

Έχοντας ζήσει και εργαστεί στην Αθήνα στο παρελθόν, από το 2016 έως το 2020, η πρώτη εντύπωσή της, όταν ήρθε στη Θεσσαλονίκη ήταν πως πρόκειται για μια πόλη «...τελείως διαφορετική από άποψη κουλτούρας, ιστορικού υπόβαθρου, κλίματος». Την εντυπωσίασε επίσης η ζεστασιά των ανθρώπων εδώ αλλά και η στενή σχέση με που έχουν πολλοί με τη Γερμανία. «Συναντώ καθημερινά ανθρώπους που μιλούν γερμανικά, μου μιλούν για την εμπειρία τους με τη Γερμανία και είμαι ευγνώμων που είναι όλοι τους θετικοί» λέει χαρακτηριστικά η κ. Φρανκ.

Αναφέρεται στην «υπέροχη ομάδα» της στο προξενείο, στην οποία μετέχουν πολλοί Έλληνες που έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει στη Γερμανία αλλά και στους Γερμανούς που ζουν εδώ. Όλοι αυτοί, όπως λέει, αποτελούν κομμάτι τόσο της επαγγελματικής όσο και της προσωπικής της ζωής.

Λέει επίσης, ότι έζησε στην Αθήνα ως παιδί, καθώς ο πατέρας της εργαζόταν σε μια ελληνική εταιρία εδώ, οπότε είναι «παιδί Gastarbeiter», αλλά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Όλα αυτά είναι μέρος της επαγγελματικής και προσωπικής της ζωής.

Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ


Πηγή

Σχόλια

To ergasianews.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη και μόνο αυτόν. Παρακαλούμε πολύ να είστε ευπρεπείς στις εκφράσεις σας. Τα σχόλια με ύβρεις θα διαγράφονται, ενώ οι χρήστες που προκαλούν ή υβρίζουν θα αποκλείονται.

Δείτε επίσης

Μειωμένο εισιτήριο και δωρεάν μετακίνηση με τα ΜΜΜ ΟΑΣΑ και ΟΣΕΘ

Αριθμ. Φ. 800/1/20227Σ.2951 – ΦΕΚ Τεύχος Β 864/26.02.2025Μετακίνηση δικαιούχων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ), με …