Με μια εκρηκτική και άνευ προηγουμένου αύξηση της δαπάνης που καταβάλλει η ελληνική οικογένεια για φροντιστήρια ακόμα και για τα «πρωτάκια», τα παιδιά της... πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα στοιχεία από την έρευνα του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ επιβεβαιώνουν την ανεπάρκεια του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και απομυθοποιούν τα «ευεργετήματα» της δωρεάν δημόσιας παιδείας. Αξιοποιώντας τα ευρήματα από την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών της ΕΛ.ΣΤΑΤ., η μελέτη του ΚΑΝΕΠ φέρνει στην επιφάνεια το εντυπωσιακό και άκρως ανησυχητικό στοιχείο για την κατακόρυφη αύξηση της φροντιστηριοποίησης ακόμα και των μαθητών του δημοτικού σχολείου.
Μέσα σε μία δεκαετία, η δαπάνη για φροντιστήρια μαθητών στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση τετραπλασιάστηκε και από τα 6,1 εκατ. ευρώ που δαπανούσε η ελληνική οικογένεια το 2013, το ποσό ανήλθε στο ύψος των 26,1 εκατ. ευρώ το 2023. Αύξηση η οποία σε μεγάλο βαθμό συνδέεται και με την ανάπτυξη των ιδιωτικών Κέντρων Μελέτης, που αποτελούν τη μοναδική εκπαιδευτική ιδιωτική δραστηριότητα χωρίς ρυθμιστικό πλαίσιο. Μια δραστηριότητα η οποία άρχισε να εμφανίζεται στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, όταν από τη μια πλευρά πολλοί γονείς, με την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, έπρεπε να εργαστούν υπερωριακά και δεν έβρισκαν στην περιοχή τους ολοήμερα σχολεία κι από την άλλη οι έτσι κι αλλιώς κακά αμειβόμενοι εκπαιδευτικοί αναζητούσαν εισόδημα για να τα φέρουν βόλτα.
Τα Κέντρα Μελέτης, που άρχισαν να εμφανίζονται την τελευταία δεκαετία, ήλθαν στη δημοσιότητα όταν η ΟΙΕΛΕ κατήγγειλε πως ο βουλευτής της Ν.Δ. Γιάννη Καλλιάνος «είναι ιδιοκτήτης (και διαφημίζει!) παράνομο Κέντρο Μελέτης και μάλιστα όχι μόνο για Δημοτικό, αλλά και για Γυμνάσιο-Λύκειο, ώστε να αποφύγει την υπαγωγή στη νομοθεσία περί Φροντιστηρίων!». Σήμερα, κι ενώ υπάρχει ήδη από τον Αύγουστο δέσμευση του τ. υπουργού Παιδείας, Κυρ. Πιερρακάκη, πως θα προχωρήσει σε ρυθμιστικό πλαίσιο, αυτά συνεχίζουν να αναπτύσσονται ανενόχλητα. Προφανώς, το υπουργείο Παιδείας δεν τολμά να ελέγξει τις προδιαγραφές λειτουργίας τους, όταν κάποια από αυτά στεγάζονται σε ακατάλληλους χώρους και ενώ παραμένουν αρρύθμιστα προσφέρουν ακόμα και υπηρεσίες καλοκαιρινών διακοπών και μεταφορές μαθητών.
Φυσικά, το πρόβλημα είναι πολύ ευρύτερο. Η έρευνα που διεξήγαγε το ΚΑΝΕΠ σε συνεργασία με τη Μetron Analysis ανεβάζει τη φροντιστηριακή δαπάνη των ελληνικών νοικοκυριών για το 2023 στο ποσό των 614 εκατ. ευρώ, με την αύξηση στη διετία, ειδικά στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, να αγγίζει το 36%, παρότι η συγκεκριμένη κατηγορία δαπανών παρουσίαζε πτωτική τάση έως το 2020. Ειδικότερα η δαπάνη για φροντιστήρια στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση απορροφά τη συντριπτική πλειονότητα των δαπανών (94,6%), φτάνοντας στα 580,9 εκατ. ευρώ. Αυτή η κατανομή αντανακλά, όπως αναφέρει το ΚΑΝΕΠ, την αυξημένη ζήτηση για υποστήριξη μαθητών στην κρίσιμη βαθμίδα της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, για την προετοιμασία των πανελλαδικών εξετάσεων. Εννοείται πως κι εδώ η εισοδηματική ανισότητα βάζει το στίγμα της, αφού οι πλέον εύρωστες οικονομικά οικογένειες δαπανούν πολλά περισσότερα και δη σε ιδιωτικά μαθήματα τα οποία δεν καταγράφονται στατιστικά. Τα γνωστά «μαύρα».
Οπως αναφέρει και η ΟΙΕΛΕ στο δελτίο Τύπου που εξέδωσε με αφορμή τα ευρήματα της έρευνας, «χαρακτηριστικό του εύρους της ανισότητας είναι πως η δαπάνη για φροντιστήρια, ως ποσοστό της καταναλωτικής δαπάνης, των τριών υψηλότερων εισοδηματικών κατηγοριών είναι 3,5 φορές υψηλότερη της δαπάνης των τριών χαμηλότερων κατηγοριών, ενώ η “ψαλίδα” μεταξύ τους έχει διευρυνθεί μέσα στην τελευταία δεκαετία».
Κι εδώ δεν απουσιάζουν φυσικά και οι δαπάνες για φροντιστήρια στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Ανέρχονται σε 7,2 εκατ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 1,2% των συνολικών δαπανών για φροντιστήρια. Παρά τις μικρές διακυμάνσεις, παραμένουν σε σχετικά σταθερά επίπεδα καθ’ όλη τη δεκαετία.
Τι λένε οι πρωταγωνιστές
Συμφωνούν πως πρόκειται για ένα αναγκαίο κακό. Ενας στους τρεις γονείς θεωρεί πως ο κύριος ρόλος των φροντιστηρίων γενικής παιδείας είναι να καλύπτουν την αδυναμία του σχολείου να βοηθήσει τα παιδιά για τις πανελλήνιες εξετάσεις ή για να διδάξει με επάρκεια τα μαθήματα γενικής παιδείας. Το 74% των γονέων και το 68% των νέων υποστηρίζουν ότι τα φροντιστήρια βοηθούν στην προετοιμασία για τις εξετάσεις που θα ανοίξουν τις πύλες των πανεπιστημίων, αλλά υπάρχει κι ένα σημαντικό ποσοστό (20% των γονέων και 25% των νέων) που εκτιμά ότι το φροντιστήριο υποκαθιστά το σχολείο.
Οι εκπαιδευτικοί, καταδικασμένοι στις απίστευτες αναμονές διορισμού και σε αναξιοπρεπείς μισθούς, που αποτελούν την τιμωρία του σύγχρονου ελληνικού κράτους για τους φορείς της εκπαίδευσης και της επιστήμης, αντιμετωπίζουν τη φροντιστηριακή εκπαίδευση ως μια προσωρινή βιοποριστική επιλογή η οποία, ωστόσο, τους εξοπλίζει με πολύτιμη διδακτική εμπειρία. Ενα αμφιλεγόμενο προσόν το οποίο αντιστοιχίζεται καθημερινά με χαμηλές αποδοχές στα ιδιωτικά φροντιστήρια, πιεστικές απαιτήσεις, ωράρια εξαντλητικά και μη αμειβόμενο χρόνο εργασίας για την προετοιμασία του μαθήματος. Κι όλα αυτά ίσως να αποτελούν και την καλύτερη εκδοχή, αν αναλογιστεί κανείς την ανασφάλιστη εργασία, την απουσία συλλογικών συμβάσεων εργασίας και τη γενικότερη επισφάλεια που εν τέλει «εξισορροπείται» με την αποδοχή της λογικής των αδήλωτων αποδοχών από ιδιαίτερα μαθήματα.
Περιφερειακές και ταξικές ανισότητες
«Τα νοικοκυριά στις αστικές περιοχές δαπανούν περισσότερα χρήματα για φροντιστήρια σε σύγκριση με τα νοικοκυριά σε αγροτικές περιοχές, ενώ η διαφορά μεταξύ τους έχει διευρυνθεί μέσα στην τελευταία δεκαετία, ενώ και η θέση στο επάγγελμα του υπευθύνου του νοικοκυριού επηρεάζει τις δαπάνες», είναι μεταξύ των συμπερασμάτων της έρευνας.
«Εξετάζοντας το μερίδιο που καταλαμβάνουν οι δαπάνες αυτές στο σύνολο του οικογενειακού τους προϋπολογισμού, φαίνεται να επιβαρύνονται περισσότερο οι βοηθοί στην οικογενειακή επιχείρηση (1,3%) και οι μισθωτοί (1,1%) και σημαντικά λιγότερο οι αυτοαπασχολούμενοι με μισθωτούς (0,9%) ή χωρίς μισθωτούς (0,8%). Ως προς το επάγγελμα του υπεύθυνου του νοικοκυριού, το 2023 οι έμποροι/πωλητές αλλά και οι υπάλληλοι γραφείου καταγράφουν τις υψηλότερες δαπάνες, ξεπερνώντας ακόμη και τις πλέον ευκατάστατες επαγγελματικές ομάδες (διευθύνοντες ή ανώτερα διοικητικά στελέχη ή επιστήμονες κ.λπ.).
»Αυτό ενδέχεται να οφείλεται στη στροφή των υψηλότερων επαγγελματικών κατηγοριών προς ιδιαίτερα μαθήματα αντί για οργανωμένες φροντιστηριακές δομές. Στον αντίποδα βρίσκονται κατηγορίες με χαμηλότερα εισοδήματα, όπως οι γεωργοί, οι κτηνοτρόφοι και οι εργάτες στη γεωργία, οι οποίοι δαπανούν και χαμηλότερα ποσά για φροντιστήρια».