Αγωγές SLAPP: το όπλο των ισχυρών απέναντι στη δημόσια κριτική

Eνα μαύρο σύννεφο, που διογκώνεται συνεχώς, πλανάται πάνω και από τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια απειλώντας την ελεύθερη έκφραση και πληροφόρηση και τη δημόσια κριτική απέναντι στους ισχυρούς. Πρόκειται για τις αγωγές SLAPP (Στρατηγικές Αγωγές κατά της Δημόσιας Συμμετοχής) που αποτελούν νομικές επιθέσεις που συνήθως αξιώνουν ως αποζημίωση δυσθεώρητα οικονομικά ποσά.

Μια πρώτη, ολοκληρωμένη χαρτογράφηση αυτού του φαινομένου στη Ελλάδα δίνει η έρευνα που πραγματοποίησαν η Ελληνική Ενωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου σε συνεργασία με τη δημοσιογραφική ομάδα τού The Manifold, καθώς στη χώρα μας οι SLAPP έκαναν συστηματική εμφάνιση μόλις τα τελευταία χρόνια. Η εμφάνισή τους, όμως, υπήρξε θεαματική, μέσα από υποθέσεις εξαιρετικά σοβαρές για την ποιότητα της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στη χώρα - όπως, για παράδειγμα, στην αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών.

Οι στόχοι

Ας μην ξεχνούμε ότι, στο πλαίσιο αυτής της υπόθεσης, το 2022, ο γνωστός Γρηγόρης Δημητριάδης «απέσπασε» τον χαρακτηρισμό «SLAPP Πολιτικός της χρονιάς» στον σατιρικό διαγωνισμό European SLAPP Contest του συνασπισμού οργανώσεων CASE Coalition.

Τα ευρήματα της έρευνας επιβεβαιώνουν ότι οι SLAPP έχουν καταστεί μια σχεδόν κοινή πρακτική στην οποία καταφεύγουν οι ισχυροί, προκειμένου να φιμώσουν όσους υπερασπίζονται το δημόσιο συμφέρον εναντίον τους. Εν ολίγοις, πρόκειται για τα (νομικά) «χαστούκια» που δίνουν οι ισχυροί σε όσους τους εκθέτουν.

Η ευρεία χρήση του όρου SLAPP στον δημόσιο λόγο στην Ελλάδα ξεκίνησε με τη συζήτηση που άνοιξε με σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και με την έντονη δημοσιότητα σειράς τέτοιων αγωγών που ασκήθηκαν κατά δημοσιογράφων και των ανεξάρτητων μέσων στα οποία εργάζονταν για τις αποκαλύψεις που έκαναν.

Ενδεικτική υπόθεση-ορόσημο αυτής της περιόδου ήταν η αγωγή που ασκήθηκε κατά της δημοσιογράφου Σταυρούλας Πουλημένη και του συνεργατικού ενημερωτικού μέσου Alterthess αξιώνοντας αποζημίωση 100.000 ευρώ για ηθική βλάβη λόγω δυσφήμησης και παραβίασης προσωπικών δεδομένων, τον Οκτώβριο του 2020, για δικαστικό ρεπορτάζ σχετικά με την πρωτοβάθμια ποινική καταδίκη δύο στελεχών της εταιρείας «Ελληνικός Χρυσός».

Δημοσιογράφοι που έχουν δεχτεί αγωγές SLAPP τα τελευταία χρόνια: Επάνω από αριστερά: Σταυρούλα Πουλημένη, Αννα Νίνη, Γιάννης Στέβης, Παναγιώτης Δημητράς. Κάτω: Θοδωρής Χονδρογιάννος, Νικόλας Λεοντόπουλος, Γιάννα Παπαδάκου. Αρης Χατζηγεωργίου

Αντίστοιχα, εξαιρετικά μεγάλη δημοσιότητα πήραν οι νομικές κινήσεις (εξώδικα και αγωγές) του γενικού γραμματέα του πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη, εναντίον των μέσων και των δημοσιογράφων που αποκάλυψαν το σκάνδαλο των υποκλοπών και συγκεκριμένα κατά της «Εφημερίδας των Συντακτών» και της ερευνητικής ομάδας Reporters United, καθώς και κατά τριών δημοσιογράφων το 2022 και κατά των δύο πρώτων το 2024, αξιώνοντας ποσό που ξεπερνούσε συνολικά το μισό εκατομμύριο ευρώ και συνολικά 3,3 εκατ. ευρώ αντίστοιχα, αναφέρεται στην έρευνα.

Στην έρευνα συμμετείχαν με συνεντεύξεις 15 στόχοι αγωγών SLAPP, εκ των οποίων οι 10 ήταν δημοσιογράφοι (Φωτεινή Λαμπρίδη – TVXS, Νικόλας Λεοντόπουλος και Θοδωρής Χονδρόγιαννος - Reporters United, Άννα Νίνη - Omnia TV, Γιάννα Παπαδάκου, Σταυρούλα Πουλημένη - Alterthess, Γιάννης Στεβής - Αστραπάρης, Δημήτρης Αγγελίδης, Αρης Χατζηγεωργίου και Τάσος Σαραντής - «Εφ.Συν.»). Κι ακόμη ένας εκδότης, τρεις ακτιβιστές και ένας υπερασπιστής ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Οπως διαπιστώθηκε, στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι ενάγοντες ήταν επιχειρήσεις ή ισχυροί επιχειρηματίες, διαθέτοντας σχεδόν απεριόριστους οικονομικούς αλλά και άλλους πόρους, ενώ δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που οι ενάγοντες ήταν πολιτικά πρόσωπα, διαθέτοντας αφ’ ενός πολιτικό κεφάλαιο και αφ’ ετέρου αυξημένη πρόσβαση. Και όπως επαληθεύτηκε, οι SLAPP στοχεύουν στην αποτροπή, τον περιορισμό ή την τιμωρία της συμμετοχής του κοινού - τις περισσότερες φορές έχοντας μάλιστα στόχο να πετύχουν αυτά τα τρία ταυτόχρονα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι SLAPP μοιάζει να έχουν και έναν επιπρόσθετα «προληπτικό» χαρακτήρα: όσο κανονικοποιούνται ως νομική πρακτική, το κοινό, έχοντας υπόψη του ότι οι SLAPP είναι μια πιθανή συνέπεια της συμμετοχής του στον δημόσιο διάλογο, ενδεχομένως αποφεύγει να συμμετέχει σε αυτόν. Ετσι, καθίστανται ένα εργαλείο γενικευμένης αυτο-λογοκρισίας.

Οι υποθέσεις

Ποια είναι η φύση των υποθέσεων που «δικαιολογεί» τη χρήση τόσων πόρων για να ασκηθούν οι αγωγές SLAPP; Ποιες συζητήσεις προσπαθούν τα ισχυρά νομικά και φυσικά πρόσωπα να αποκλείσουν από τον δημόσιο διάλογο;

Η σύντομη απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα θα ήταν ότι τα ισχυρά νομικά και φυσικά πρόσωπα, μέσω των SLAPP, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, προσπαθούν να παγώσουν τη συζήτηση γύρω από την πιθανή ή αποδεδειγμένη συμμετοχή τους σε παράνομες ενέργειες ή παραλείψεις, οι οποίες, σε πολλές περιπτώσεις, συνιστούν μικρά ή μεγαλύτερα σκάνδαλα με άμεσες ή έμμεσες συνέπειες σε μια μικρότερη ή μεγαλύτερη ομάδα ανθρώπων, ή ακόμα και συνολικά του πληθυσμού μιας κοινότητας, πόλης ή και ολόκληρης χώρας.

Η πλειονότητα των περιπτώσεων σχετίζεται με πολιτικά εν τη ευρεία αλλά και τη στενή έννοια σκάνδαλα. Στις μελέτες περίπτωσης της έρευνας περιλαμβάνεται μια γκάμα τέτοιων σκανδάλων με τα περισσότερα να έχουν οικονομική φύση: κατασπατάληση δημόσιου χρήματος από πολιτικά πρόσωπα ή και πρόσωπα της διοίκησης, ανακριβή «πόθεν έσχες» πολιτικών ή διασυνδεδεμένων με πολιτικούς προσώπων, τοποθέτηση ισχυρών επιχειρηματικών συμφερόντων σε σχέση με δημόσιους διαγωνισμούς αλλά και υποθέσεις που σχετίζονται με τη λίστα Λαγκάρντ ή το σκάνδαλο Novartis.

Αλλες υποθέσεις έχουν έντονο το στοιχείο των παραβιάσεων του κράτους δικαίου -με το σκάνδαλο των υποκλοπών να είναι ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τέτοιων υποθέσεων-, αλλά αντίστοιχες μπορούν να θεωρηθούν και οι κρατικές διώξεις σε οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που εργάζονται, για παράδειγμα, στο μεταναστευτικό-προσφυγικό.

Η δεύτερη κατηγορία υποθέσεων που εντοπίστηκαν στην έρευνα και έχουν έναν αξιοσημείωτο όγκο (σχεδόν το ⅓ των υποθέσεων) θα μπορούσαν να ονομαστούν Eco-SLAPP. Ουσιαστικά, πρόκειται για υποθέσεις οι οποίες έχουν στον πυρήνα τους την επιβάρυνση του περιβάλλοντος, συχνά με την ταυτόχρονη παραβίαση και των σχετικών νομοθεσιών. Ενα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους είναι και ο τοπικός χαρακτήρας των υποθέσεων αυτών.

Τέτοιες υπήρξαν στην Τήνο, στη Σύρο, στη Χαλκιδική, στη Μονεμβασιά και στον Βόλο. Ενα δεύτερο μοτίβο που προκύπτει είναι ο ιδιαίτερα μαζικός χαρακτήρας των αγωγών που κατατίθενται, με την έννοια ότι στρέφονται κατά ιδιαίτερα πολλών προσώπων. Εξάλλου, οι αγωγές συχνά στρέφονται όχι (αποκλειστικά) κατά δημοσιογράφων, αλλά (και) κατά κινημάτων, τοπικών συλλόγων, αιρετών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ακτιβιστών αλλά και απλών πολιτών.

Η αντιμετώπιση

Οι SLAPP ως «νομικές επιθέσεις» αποτελούν αγωγές αποζημίωσης οι οποίες εδράζονται σε, κατά βάση, αστήρικτες κατηγορίες που αποδίδονται, με την πιο συχνή να είναι αυτή της συκοφαντικής δυσφήμησης, αλλά και κατηγορίες σε σχέση με εξύβριση, διαφυγόντα κέρδη, αλλά και παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Επιπλέον, οι αγωγές SLAPP αξιώνουν δυσθεώρητα ποσά ως αποζημίωση από τους εναγόμενους, από 30.000 ευρώ έως και 3 ή και 3,5 εκατομμύρια, σύμφωνα με τους συμμετέχοντες στην έρευνα.

Συχνά, ενδέχεται να εκφεύγουν από το αυστηρά αστικό τους σκέλος και πέραν των οικονομικών αξιώσεων των αγωγών, αυτές μπορεί να συνοδεύονται από τη βάσανο των ποινικών δικαστηρίων, αλλά και από άλλες εξωδικαστικές, ακόμη και παράνομες ενέργειες που έχουν κύριο σκοπό τον εκφοβισμό των θυμάτων-στόχων.

Το πώς αντιμετωπίζει η Δικαιοσύνη τις καταχρηστικές αγωγές αποτελεί έναν εξαιρετικά κομβικό παράγοντα για την εξέλιξη του φαινομένου στη χώρα μας. Σε κάποιες περιπτώσεις οι εναγόμενοι δικαιώνονται πλήρως, ενώ σε άλλες τα δικαστήρια επιδικάζουν αποζημιώσεις, σημαντικά μικρότερες από αυτές που αρχικώς αξιώνονταν. Αν και το δείγμα της έρευνας είναι μικρό, στατιστικά, η δικαίωση των θυμάτων με την απόρριψη των καταχρηστικών αγωγών και των αξιώσεών τους είναι ελαφρώς πιο συχνή από την καταδίκη τους.

Δεδομένου ότι η δικαστική κουλτούρα στη χώρα μας φαίνεται να μη δίνει τόσο μεγάλη προτεραιότητα στην ελευθερία της έκφρασης (τουλάχιστον σε τέτοιου είδους υποθέσεις), γίνεται σαφές ότι τόσο η ύπαρξη ενός λεπτομερούς κανονιστικού πλαισίου, αλλά και η σχετική ευαισθητοποίηση των δικαστικών λειτουργών επείγουν, επισημαίνεται στην έρευνα.

Δεν είναι καθόλου εύκολο να απαντηθεί το εάν οι SLAPP πετυχαίνουν τον στόχο τους - έχοντας υπόψη ότι ο στόχος τους δεν είναι να κερδηθούν στο δικαστήριο, αλλά να αποτρέψουν, να περιορίσουν ή να τιμωρήσουν τη συμμετοχή του κοινού ή, όπως λέγεται συχνά, να φιμώσουν την ελευθερία της έκφρασης και τον δημόσιο διάλογο πάνω σε ένα συγκεκριμένο ζήτημα. Η σύντομη απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι και ναι και όχι.

Με βάση τις υποθέσεις που εξετάστηκαν στην έρευνα, οι στόχοι των SLAPP επέδειξαν εξαιρετική δύναμη και αντοχή απέναντι στα ισχυρά νομικά και φυσικά πρόσωπα που άσκησαν εις βάρος τους καταχρηστικές αγωγές, συχνά κινητοποιώντας παράλληλα εναντίον τους και ποινικές διαδικασίες. Οι στόχοι των SLAPP αντιστάθηκαν στις νομικές επιθέσεις, αντιμετωπίζοντας το ζήτημα δικαστικά και πετυχαίνοντας σχεδόν σε όλες τις υποθέσεις πολύ καλά αποτελέσματα, ακόμη και σε αυτές που υπήρξε καταδίκη τους.

Η αλληλεγγύη

Σε ελάχιστες περιπτώσεις συμβιβάστηκαν με τους ενάγοντες και αυτό μοιάζει να ήταν το αποτέλεσμα, όχι της αναγνώρισης των επιχειρημάτων των εναγόντων ή της μερικής δικαίωσής τους από τις δικαστικές αποφάσεις, αλλά της οικονομικής και ψυχικής εξουθένωσης που εύλογα επιφέρουν οι SLAPP στα θύματά τους.

Εξάλλου, η δημοσιότητα αυτών των υποθέσεων αφ’ ενός μεν κινητοποιεί την αλληλεγγύη η οποία ενδυναμώνει τα θύματα-στόχους και τα τροφοδοτεί στις πολύχρονες δικαστικές διαμάχες, αλλά αφ’ ετέρου πετυχαίνει και κάτι ίσως ακόμη πιο σημαντικό: επαναφέρει, εμπλουτίζει και πυκνώνει τον δημόσιο διάλογο σχετικά με το θέμα που αρχικά η αγωγή SLAPP προσπαθούσε να αφαιρέσει από τον δημόσιο διάλογο. Εν ολίγοις, οι SLAPP που βρίσκουν ένα τείχος δημοσιότητας απέναντί τους, μοιάζει να μην πετυχαίνουν τον σκοπό τους.

Ευρωπαϊκό πλαίσιο προστασίας αλλά μόνο διεθνώς

Τον Απρίλιο του 2024 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε την Οδηγία 2024/1069 για την προστασία των προσώπων που προβαίνουν σε ενέργειες συμμετοχής του κοινού από προδήλως αβάσιμες αγωγές ή καταχρηστικές δικαστικές διαδικασίες. Η συγκεκριμένη Οδηγία, την οποία τα κράτη-μέλη οφείλουν να έχουν ενσωματώσει στην εθνική τους νομοθεσία μέχρι τον Μάιο του 2026, είναι προς το παρόν το μοναδικό πλέγμα προστασίας από τις SLAPP σε επίπεδο νομοθεσίας στην Ευρώπη.

Ωστόσο, καθώς η Οδηγία έχει εφαρμογή αποκλειστικά σε υποθέσεις με διασυνοριακές επιπτώσεις, η ενσωμάτωσή της στο εθνικό δίκαιο δεν θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση των SLAPP που οι διάδικοι έχουν την κατοικία τους στο ίδιο κράτος-μέλος με αυτό της έδρας του επιληφθέντος δικαστηρίου, δηλαδή στην πλειονότητα των υποθέσεων. Γι’ αυτό είναι απαραίτητες η ενσωμάτωση της Οδηγίας, αλλά και η υιοθέτηση των προτεινόμενων στη σύσταση μέτρων, διαφορετικά οι εναγόμενοι σε εγχώριες υποθέσεις θα απολαμβάνουν λιγότερη προστασία σε σχέση με αυτούς σε υποθέσεις με διασυνοριακό χαρακτήρα, δεδομένου ότι η υιοθέτηση της σύστασης δεν είναι υποχρεωτική.

Σημειώνεται πως, σύμφωνα με αναφορές, είναι εν εξελίξει η συγκρότηση νομοπαρασκευαστικής επιτροπής που πρόκειται να εργαστεί για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2024/1069.

● Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του έργου «SLAPP Proof: Συνηγορία για την Ελευθερία Εκφρασης και Πληροφόρησης».


Πηγή

Σχόλια

To ergasianews.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη και μόνο αυτόν. Παρακαλούμε πολύ να είστε ευπρεπείς στις εκφράσεις σας. Τα σχόλια με ύβρεις θα διαγράφονται, ενώ οι χρήστες που προκαλούν ή υβρίζουν θα αποκλείονται.

Δείτε επίσης

Γιάννης Λοβέρδος: Το Άγιο Φως συμβολίζει τη νίκη της ζωής επί του θανάτου τη νίκη της αγάπης επί της κακίας και του μίσους

Ο υφ. Εξωτερικών σε σύντομο χαιρετισμό που απηύθυνε, εξέφρασε τη μεγάλη συγκίνηση του τόσο για …