«Τα προσφυγικά είναι χώροι φτιαγμένοι από θλίψη, οργή, μόχθο και επιμονή»

Αντίδοτο στο μίσος για τους πρόσφυγες και στην ακροδεξιά ρητορική είναι καμιά φορά τα ίδια τα τοπόσημα μιας πόλης, αποτελώντας από μόνα τους μια πολιτική και κοινωνική επισήμανση. Είναι εκεί για να μας θυμίζουν την ιστορία τους –αρκεί να μπορούμε να την ακούσουμε. Είναι εκεί όμως και για να αφηγούνται το παρόν τους –αρκεί να μπορούμε να το παρατηρήσουμε. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα είναι τα προσφυγικά σπίτια της Νίκαιας: χτισμένα από την Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων για τους εκπατρισμένους του 1922, σήμερα, έναν αιώνα αργότερα, στεγάζουν μετανάστες από την Αλβανία, την Ανατολική Ευρώπη και την Ασία.

Να λοιπόν ποια είναι η έννοια και ο σκοπός του ιστορικού-πολιτικού περίπατου «1922-2025: Ακολουθώντας τα ίχνη των συλλογικών μετακινήσεων και των ατομικών διαδρομών» που οργανώνει αύριο το πρωί (10.30) στη Νίκαια το 26ο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ (4-6 Ιουλίου 2025, Αλσος Γουδή) ως «πρελούδιο» των φετινών του δράσεων.

Ο περίπατος, που έχει οδηγούς την ιστορικό Ελένη Κυραμαργιού, κύρια ερευνήτρια στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών και συγγραφέα του βιβλίου «Δραπετσώνα 1922-1967: Ενας κόσμος στην άκρη του κόσμου» (εκδόσεις Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών/Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών), και την κοινωνική γεωγράφο Ολγα Λαφαζάνη, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου, η οποία μαζί με τη Νέλλη Καμπούρη έχουν επιμεληθεί τον υπό έκδοση συλλογικό τόμο «Οριακές Αντιστάσεις. Προς μια κριτική προσέγγιση της μετανάστευσης» (εκδόσεις Αντίποδες), εντάσσεται στον φεστιβαλικό κύκλο «Ιστορίες Μετανάστευσης, (Μετα)Κίνησης και Αντίστασης» ο οποίος αντιστοίχως κινείται γύρω από την προσφυγική εγκατάσταση του 1922 και τη συμμετοχή των «νεοφερμένων» του ’22 στην Αριστερά του Μεσοπολέμου και στην Εθνική Αντίσταση. Ο αυριανός περίπατος εστιάζει στις ιστορίες ανθρώπων που «στερούνται φωνής» στην επίσημη ιστοριογραφία είτε τότε, είτε τώρα.

Τον Ιούλιο πλέον (5/7) στη διάρκεια των φεστιβαλικών εκδηλώσεων θα πραγματοποιηθεί και συζήτηση με τις Ολγα Λαφαζάνη και Ελένη Κυραμαργιού με θέμα «1922-2025: Η μετακίνηση, η εγκατάσταση, η κρατική πολιτική». Μέχρι τότε όμως και εν όψει του αυριανού περιπάτου απαντούν (μαζί) στις ερωτήσεις μας.

Εχει εξαιρετικό και πολλαπλό ενδιαφέρον ο περίπατος που οργανώσατε. Πόση και τι είδους έρευνα προϋπέθεσε αυτό το εγχείρημα; Οι κυριότερες δυσκολίες στην αναζήτηση της μικροϊστορίας ποιες ήταν;

Η έρευνα πίσω από τον ιστορικό-πολιτικό περίπατο αλλά και συνολικότερα για τον κύκλο «Ιστορίες Μετανάστευσης, (Μετα)Κίνησης και Αντίστασης» του 26ου Αντιρατσιστικού Φεστιβάλ είναι σύνθετη και πολύπλευρη, καθώς συνδύασε διαφορετικά πεδία και εργαλεία: από την αρχειακή έρευνα και τις προφορικές μαρτυρίες, μέχρι την επιτόπια παρατήρηση στον αστικό χώρο και τη χωρική συγκρότηση της πόλης. Στόχος μας ήταν να ανασυστήσουμε τη μικροϊστορία μέσα από τα ίχνη των ανθρώπων που έχουν συχνά αποκλειστεί από την κυρίαρχη ιστοριογραφία: τους αόρατους ανθρώπους της προσφυγικής και μεταναστευτικής εμπειρίας. Εκκινώντας από τους πρόσφυγες του 1922 παρακολουθούμε τις πόλεις μας με πρωταγωνιστές τους πρόσφυγες και τους μετανάστες και φτάνουμε στο σήμερα.

Η έρευνά μας δεν ξεκινά φυσικά από το μηδέν. Τα τελευταία χρόνια έχουμε συνεργαστεί σε μια σειρά από επιστημονικά ερευνητικά προγράμματα όπου προσεγγίσαμε τις πόλεις ως μωσαϊκά αφίξεων και αναχωρήσεων, εξετάζοντας τον τρόπο με τον οποίο οι μετακινήσεις ανθρώπων διαμορφώνουν τον κοινωνικό και υλικό ιστό. Ολα αυτά τα χρόνια δουλέψαμε ομαδικά με συναδέλφους-ισσες που διαθέτουν πολύχρονη εμπειρία στην κοινωνική ιστορία, τη γεωγραφία, την ανθρωπολογία και τις μεταναστευτικές σπουδές, γιατί θεωρούμε πολύτιμη την κοινή επεξεργασία, τη συνεργασία και τον διάλογο. Η μεγαλύτερη δυσκολία μας σχετιζόταν με την αποσπασματικότητα των πηγών και την αορατότητα των υποκειμένων. Την υπερβήκαμε με επιμονή, συλλογική δουλειά και συνεχή διάθεση να ακούσουμε: τους ανθρώπους, τα αρχεία αλλά και τον ίδιο τον χώρο.

Ελένη Κυραμαργιού Ολγα Λαφαζάνη

Ενας άξονας των δράσεών σας είναι η συμμετοχή των «νεοφερμένων» του ’22 στην Αριστερά του Μεσοπολέμου και στην Εθνική Αντίσταση. Αν μεταφέρουμε τα ίδια ερωτήματα στη δική μας εποχή, τι μπορούμε να πούμε –με δεδομένα βέβαια τα διαφορετικά χαρακτηριστικά κάθε προσφυγικού ρεύματος και τη διαφορετική υποδοχή εκ μέρους της ελληνικής κοινωνίας των διαφορετικών εθνοτήτων; Οι προσφυγικές ροές διαμόρφωσαν την αριστερή σκέψη από τα τέλη του 20ού αιώνα και πώς; Μετασχημάτισαν την ελληνική κοινωνία και πώς –με δεδομένη πια δυστυχώς την άνοδο της Ακροδεξιάς;

Η εμπειρία του 1922 μας δείχνει πως η ένταξη των προσφύγων στην κοινωνία δεν ήταν ποτέ μια γραμμική διαδικασία ενσωμάτωσης, αλλά συνδέεται στενά με τις επίσημες πολιτικές. Οι πρόσφυγες του 1922 πήραν κατευθείαν ιθαγένεια, πολιτικά δικαιώματα και αρκετά σύντομα στέγη ή γη. Πέρα από τις επίσημες πολιτικές, η κοινωνική συμμετοχή συνδέεται με κοινωνικούς αγώνες, συγκρούσεις και φυσικά με την ίδια την πολιτική συμμετοχή. Η ριζοσπαστικοποίηση μεγάλου μέρους των νεοφερμένων, η συμβολή τους στην Αριστερά του Μεσοπολέμου και στην Εθνική Αντίσταση αποτέλεσαν όχημα ουσιαστικής διεκδίκησης του «ανήκειν». Το αν αυτοί οι αγώνες ηττήθηκαν, δεν αναιρεί τη δύναμή τους να μετασχηματίσουν πολιτικά και πολιτισμικά την ελληνική κοινωνία.

Αν μεταφέρουμε αυτά τα ερωτήματα στο παρόν, διαπιστώνουμε μια ριζική ασυμμετρία: οι σύγχρονες μεταναστευτικές αφίξεις δεν αντιμετωπίζονται με όρους κοινωνικής ένταξης, αλλά ως διαρκής «κρίση». Οι μετανάστες και οι πρόσφυγες ζουν υπό καθεστώς επισφάλειας: χωρίς χαρτιά, χωρίς δικαιώματα, με ασταθείς όρους παραμονής. Ακόμα και άνθρωποι που ζουν και δουλεύουν στη χώρα για πάνω από 30 χρόνια, ακόμα και μια δεύτερη γενιά που γεννιέται εδώ, αντιμετωπίζουν ακόμα προβλήματα με τα χαρτιά παραμονής τους. Η ελληνική πολιτεία δεν έχει διαμορφώσει συνεκτικές πολιτικές ένταξης. Το μόνο «σύστημα υποδοχής» είναι οι φράχτες, τα camps και οι πολλαπλές διακρίσεις. Κι όμως, ακόμα και σε αυτές τις συνθήκες, υπάρχουν πρακτικές αντίστασης, διεκδίκησης, δημιουργίας συχνά σε κοινά κινήματα ντόπιων και μεταναστών. Αυτές οι αφανείς διαδρομές δεν μετασχηματίζουν μόνο τις ζωές των ίδιων των ανθρώπων, αλλά και την πόλη και τις πρακτικές.

Μεγαλωμένη και εγώ σε μια γειτονιά αντίστοιχο προσφυγικό «παλίμψηστο», στον Νέο Κόσμο, παρατηρώ την αντίστοιχη ιστορική εξέλιξη των προσφυγικών στο Δουργούτι. Δεν μπορώ όμως να αποφύγω το συναίσθημα κάθε φορά που περνάω από εκεί και βλέπω π.χ. μερικά ρουχαλάκια απλωμένα στα μπαλκόνια μισοερειπωμένων διαμερίσματων που κατοικούνται σήμερα από πρόσφυγες. Το συναίσθημα γενικώς είναι «εξόριστο» από τον χώρο της επιστήμης. Εσείς το αποφύγατε ή, αντιθέτως, το διαχειριστήκατε;

Το συναίσθημα συνήθως λείπει από τις επιστημονικές εργασίες –όχι επειδή απουσιάζει από την ερευνητική διαδικασία, αλλά επειδή δύσκολα βρίσκει τη θέση του στον λόγο που θεωρείται «έγκυρος» και «επιστημονικός». Ομως όταν δουλεύεις με ιστορίες ζωής, με αφηγήσεις απώλειας και μετακίνησης, με μνήμες που καταγράφονται στο σώμα και στον χώρο, το συναίσθημα είναι εκεί. Στο βλέμμα, στη σιωπή ή σε λεπτομέρειες που φορτίζουν το παρόν με μνήμες. Στη δουλειά μας αυτή δεν προσπαθήσαμε να το αποφύγουμε, δεν μπορούμε άλλωστε καθώς είναι αναπόσπαστο κομμάτι της έρευνας. Οι συνομιλητές και συνομιλήτριές μας μοιράστηκαν στιγμές ευαλωτότητας, αποστέρησης, σκληρών συνθηκών, αλλά και αντοχής και δημιουργικότητας και αξιοπρέπειας. Οταν το ερευνητικό πεδίο σου είναι η καθημερινή ζωή, δεν μπορείς παρά να είσαι πιο ανοιχτός, πιο ευάλωτος και εσύ. Αυτό δεν σημαίνει εγκατάλειψη της κριτικής επιστημονικής σκέψης, αλλά αναγνώριση ότι η γνώση δεν είναι αποστειρωμένη. Η σχέση μας με τον χώρο, την Ιστορία και τους ανθρώπους δεν είναι ποτέ ουδέτερη. Ειδικά όταν οι ίδιοι οι χώροι -όπως το Δουργούτι ή η Νίκαια- είναι φτιαγμένοι από αυτά τα υλικά: από θλίψη, οργή, μόχθο και επιμονή.

Αν κάτι διέσωσε τη μνήμη ζώσα σε όσα σας απασχόλησαν, από τον δημόσιο χώρο μέχρι την αρχιτεκτονική και την καθημερινή εργασία, κι αν κάτι διασώζει και το προσφυγικό παρόν ήταν και είναι η τέχνη: τραγούδι, λογοτεχνία, σινεμά, θέατρο, ζωγραφική. Σε αυτή την περίπτωση σε ποιο βαθμό η τέχνη μπορεί να είναι, πέρα από παράγοντας κοινωνικής συνειδητοποίησης, ιστορικό «εργαλείο»;

Πράγματι η τέχνη έχει λειτουργήσει και λειτουργεί ως ισχυρό πεδίο διατήρησης και ανασυγκρότησης της μνήμης. Από το μικρασιατικό τραγούδι μέχρι το σινεμά και τη σύγχρονη μεταναστευτική λογοτεχνία φωτίζονται πλευρές της εμπειρίας που συχνά διαφεύγουν από την επίσημη ιστοριογραφία. Αναγνωρίζουμε απόλυτα τη σημασία της, ιδιαίτερα ως μέσο έκφρασης, αντίστασης και επεξεργασίας του τραύματος, της μετακίνησης, της απώλειας.

Ωστόσο στη δική μας δουλειά στεκόμαστε περισσότερο σε εργαλεία ιστορικής και κοινωνικής ανάλυσης. Το ενδιαφέρον μας στρέφεται κυρίως στον αστικό χώρο και στις υλικές συνθήκες ζωής. Βλέπουμε τη μνήμη να διατηρείται μέσα από αντικείμενα, μέσα από το φαγητό, μέσα από τις προσφυγικές ποδοσφαιρικές ομάδες και τους συλλόγους. Προσπαθούμε να κατανοήσουμε πώς συγκροτούνται οι πόλεις ως πεδία σύγκρουσης και δημιουργίας, πώς οι πρόσφυγες και οι μετανάστριες παλεύουν για να χτίσουν ξανά τη ζωή τους, να βρουν φωνή, θέση και αναγνώριση. Η τέχνη είναι παρούσα, συχνά εμπνέει ή συνομιλεί με αυτές τις διαδρομές, αλλά ο δικός μας προβληματισμός εστιάζει στις υλικές και πολιτικές συνθήκες που συγκροτούν τις ζωές των ανθρώπων –και τις δυνατότητες να τις αλλάξουν.

Στον όλο και πιο αφιλόξενο δημόσιο χώρο μιας χώρας παραδομένης στο gentrification και στο Airbnb πόσο «αδυνατίζουν» τα εργαλεία της δικής σας έρευνας; Και πόσο διαστέλλεται η έννοια του «ξένου» μέσα στην πόλη;

Η αλλαγή στον αστικό χώρο, όπως τη βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, δεν σημαίνει για όλους και όλες το ίδιο. Για τους μετανάστες/ριες, ειδικά για τους νεοφερμένους/ες, αυτή η αλλαγή σημαίνει εκτοπισμό από το κέντρο της πόλης. Για παράδειγμα στην Κυψέλη ή την πλατεία Βικτωρίας, που ήταν κατεξοχήν μεταναστευτικές γειτονιές τα προηγούμενα χρόνια, τώρα πια είναι εξαιρετικά δύσκολη η εύρεση κατοικίας λόγω αύξησης των ενοικίων. Οπότε οι νεοφερμένοι εκτοπίζονται στις παρυφές της πόλης ή σε πιο υποβαθμισμένες συνοικίες. Ταυτόχρονα όμως ο υπερ-τουρισμός και το gentrification σημαίνουν και αύξηση της ζήτησης για συγκεκριμένα επαγγέλματα όπως υπηρεσίες καθαρισμού, λάντζα και ντελίβερι. Αυτά τα χαμηλόμισθα και επισφαλή πόστα με πολύ σκληρές συνθήκες εργασίας αποτελούν ταυτόχρονα μια διέξοδο στην αγορά εργασίας για πολλούς νεοφερμένους και νεοφερμένες.

Η «έννοια του ξένου» μέσα στην πόλη όντως διαστέλλεται και περιπλέκεται: δεν αφορά μόνο την εθνοτική ή πολιτισμική διαφορά, αλλά και την ταξική θέση, την πρόσβαση στην κατοικία, στην εργασία, στο δικαίωμα στην πόλη. Οι πόλεις μας συγκροτούνται όλο και πιο έντονα με βάση ταξικές ιεραρχίες. Σε αυτό το πλαίσιο τα εργαλεία της έρευνάς μας δεν «αδυνατίζουν»· χρειάζεται όμως διαρκής αναστοχασμός ώστε να κατανοούμε τις πολλαπλές αλλαγές και τις αντιφάσεις τους. Οι πόλεις είναι πάντα πεδία σύγκρουσης –και γι’ αυτό είναι και πεδία δυνατοτήτων. Αύριο στην περιήγησή μας στην πόλη της Νίκαιας αυτό ακριβώς θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε: μια πόλη ζωντανή με συνεχή κίνηση των ανθρώπων που αλλάζει και μετασχηματίζεται τα τελευταία εκατό και πλέον χρόνια.

  • Ιστορικός-Πολιτικός Περίπατος στη Νίκαια
    Κυριακή 18 Μαΐου, 10.30 π.μ. Σημείο συνάντησης: Μετρό Νίκαιας (πλατεία Αγίου Νικολάου)


Πηγή

Σχόλια

To ergasianews.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη και μόνο αυτόν. Παρακαλούμε πολύ να είστε ευπρεπείς στις εκφράσεις σας. Τα σχόλια με ύβρεις θα διαγράφονται, ενώ οι χρήστες που προκαλούν ή υβρίζουν θα αποκλείονται.

Δείτε επίσης

Αλλαγή σκυτάλης στην ΟΛΘ Α.Ε. • Φεύγει αλλά... μένει ο Θανάσης Λιάγκος

Νέα εποχή ξημερώνει, σε επίπεδο προσώπων τουλάχιστον, καθώς, αν και χωρίς εκτελεστικές αρμοδιότητες, νέα πρόεδρος …