Είναι τα σημερινά κέρδη οι αυριανές επενδύσεις;

Mια νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση που σέβεται τον εαυτό της φροντίζει με φανατισμό να αυξάνει τα κέρδη και να τα διατηρεί σε δυσθεώρητα ύψη. Ποτέ δεν θα ισχυριστεί μια τέτοια κυβέρνηση ότι αυτό συμβαίνει επειδή έτσι πλουτίζει η τάξη που κατέχει την οικονομική και πολιτική εξουσία, η αστική τάξη. Πάντοτε θα ισχυρίζεται ότι ενδιαφέρεται για την αύξηση των κερδών επειδή αυτά μετατρέπονται σε επενδύσεις και αυτό είναι προς το συμφέρον όλων μας, πλούσιων και φτωχών, εξουσιαζόμενων και εξουσιαστών, με δυο λόγια είναι το γενικό συμφέρον.

Οποιος, όμως, μπορεί να πείσει ότι εκπροσωπεί το γενικό συμφέρον, πραγματικά ή πλασματικά, ηγεμονεύει και μπορεί απρόσκοπτα να κυβερνά. Επειδή έτσι έχουν τα πράγματα, είναι κρίσιμο να εξετάσουμε εάν πράγματι τα σημερινά κέρδη μετατρέπονται σε επενδύσεις, διότι εάν η απάντηση είναι αρνητική, η ηθική νομιμοποίηση της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης τίθεται σε αμφισβήτηση.

Για να δώσουμε μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα (εάν τα σημερινά κέρδη είναι οι αυριανές επενδύσεις) χρειαζόμαστε δύο στοιχεία: Πρώτο, να γνωρίζουμε ποιο είναι το ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτή η ερώτηση και η απάντησή της αποκτούν πλήρες νόημα και σημασία. Δεύτερο, χρειαζόμαστε να αναζητήσουμε την απάντηση στην ερώτησή μας μέσα στα στατιστικά στοιχεία των δύο μεγεθών που μας ενδιαφέρουν εδώ, δηλαδή τα στοιχεία για τα κέρδη και για τις επενδύσεις σε παραγωγικό κεφάλαιο (δηλαδή σε επενδύσεις που αυξάνουν το παραγωγικό δυναμικό της χώρας).

Το ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο

Οι Σοσιαλδημοκράτες της περιόδου μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κυβερνούσαν ή ηγεμόνευαν ακόμα και όταν δεν κατείχαν την κυβέρνηση, ασκώντας μια συνεκτική οικονομική πολιτική που θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής: Τα σημερινά υψηλά κέρδη αυξάνουν τις αυριανές παραγωγικές επενδύσεις, επομένως και τον όγκο του παραγόμενου προϊόντος και τον αριθμό των νέων θέσεων εργασίας, μειώνουν έτσι το ποσοστό ανεργίας και επιτρέπουν στους μισθούς να διατηρούνται σε ύψος τέτοιο ώστε στο τέλος της ημέρας να προκύπτει διανομή του προϊόντος που επιφέρει δίκαιο, «συμπεριληπτικό» θα λέγαμε με το σημερινό λεξιλόγιο της μόδας, επιμερισμό του οικονομικού πλεονάσματος μεταξύ επιχειρήσεων και μισθωτών, δηλαδή σε αναλογίες τέτοιες ώστε να βελτιώνεται η θέση των εργαζόμενων τάξεων παράλληλα με την αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων. Για να υπάρχει δε μια τέτοια δίκαιη, συμπεριληπτική διανομή του προϊόντος, ήταν αναγκαία συνθήκη η ύπαρξη ισχυρών εργατικών συνδικάτων και ισχυρού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος.

Η πολιτική αυτή ανατράπηκε μεταξύ 1975 και 1985, όταν οι δυνάμεις του ανερχόμενου νεοφιλελευθερισμού τροποποίησαν την οικονομική πολιτική με τον εξής τρόπο: Εφόσον τα σημερινά κέρδη οδηγούν στις αυριανές επενδύσεις, οι μισθωτοί θα πρέπει να μετριάζουν τις μισθολογικές απαιτήσεις τους ώστε τα κέρδη να είναι υψηλά και να αυξάνουν τις επενδύσεις και τον αριθμό των απασχολουμένων, άρα να μειώνουν το ποσοστό ανεργίας και έτσι τελικά να αυξάνουν τους μισθούς, χάρη στη λειτουργία της απελευθερωμένης αγοράς εργασίας, χωρίς τη διαμεσολάβηση των εργατικών συνδικάτων, που είναι επιβλαβής διότι διαμορφώνει αφύσικες απαιτήσεις έναντι των επιχειρήσεων. Υποσχέθηκε, δηλαδή, ο νεοφιλελευθερισμός ότι η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και η μεγιστοποίηση των κερδών των επιχειρήσεων θα συνοδεύονται στο τέλος της ημέρας από «διάχυση του πλούτου προς τα κάτω» (trickle down effect), προς τους μισθωτούς. Μετά από μερικές δεκαετίες, το νεοφιλελεύθερο αφήγημα, απογυμνωμένο πλέον, παρουσιάζει τώρα δύο ευάλωτα σημεία:

Το πρώτο σημείο αφορά τον ισχυρισμό της «διάχυσης του πλούτου προς τα κάτω». Ο μύθος του trickle down effect έχει μετατραπεί, σχεδόν μισόν αιώνα μετά, σε ανέκδοτο. Ολοι γνωρίζουν πλέον ότι στα χρόνια του νεοφιλελευθερισμού οι πλούσιοι γίνονται, και θα εξακολουθήσουν να γίνονται, πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι, ότι εξωθούνται στο περιθώριο «περιττοί πληθυσμοί» που δεν έχουν καμία θέση μέσα στο σύστημα, ότι υπάρχουν επισφαλώς εργαζόμενοι, φτωχοί εργαζόμενοι, μακροχρονίως άνεργοι, κοινωνικά αποκλεισμένοι και ούτω καθεξής. Επομένως, δεν υπάρχει κάτι να αποδειχτεί όσον αφορά την υπόσχεση του νεοφιλελευθερισμού ότι θα υπάρξει «διάχυση του πλούτου προς τα κάτω», πρόκειται για κάτι που έχει ήδη αποδειχτεί με απολύτως πειστικό τρόπο.

Το δεύτερο ευάλωτο σημείο του νεοφιλελεύθερου αφηγήματος, που είναι ο ισχυρισμός ότι η αύξηση των κερδών μετατρέπεται σε αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων, δεν είναι προφανώς ψευδής, και χρειάζεται επομένως να κάνουμε χρήση των στατιστικών στοιχείων προκειμένου να δείξουμε ότι μόνο ένα μικρό μέρος των κερδών μετατρέπεται σε παραγωγικές επενδύσεις.

Τα στατιστικά στοιχεία

Η σύγκριση των στατιστικών στοιχείων των εισοδημάτων του κεφαλαίου (που είναι το άθροισμα των κερδών, των τόκων και των προσόδων στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας) με τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου δείχνει (α), στο αριστερό τμήμα του διαγράμματος, ότι μετά το 2008 το ποσοστό των εισοδημάτων του κεφαλαίου που επενδύθηκαν σε πάγιο κεφάλαιο μειώθηκε θεαματικά έναντι του μέσου όρου των ετών 2000-2008 και (β), στο δεξιό τμήμα του διαγράμματος, ότι μετά το 2008 το ποσοστό των εισοδημάτων του κεφαλαίου που επενδύθηκαν σε παραγωγικό πάγιο κεφάλαιο παρουσίασε σημαντική μείωση, ενώ οι επενδύσεις σε κατοικίες παρουσίασαν κατακόρυφη πτώση και προσγειώθηκαν όχι πολύ μακριά από την περιοχή του μηδενός, όπου και παραμένουν.

Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα, μετά το 2016, μόνο το 1/3 των εισοδημάτων του κεφαλαίου διατίθεται για τη μεγέθυνση του παραγωγικού δυναμικού και μόνο το 1/20 για την οικοδόμηση κατοικιών. Τα υπόλοιπα εισοδήματα του κεφαλαίου (60%) δαπανώνται για την εξυπηρέτηση της ξέφρενης κατανάλωσης της αστικής τάξης, για τις τοποθετήσεις της σε αγορά κατοικιών και σε αποκλειστικά δικαιώματα που αποφέρουν προσόδους, σε κάθε είδους χρηματιστικά προϊόντα και ούτω καθεξής.

Ο ισχυρισμός των νεοφιλελεύθερων, επομένως, ότι τα σημερινά κέρδη οδηγούν στις αυριανές επενδύσεις στο παραγωγικό σύστημα, είναι ψευδής. Καθόλου παράξενο, λοιπόν, που το παραγωγικό σύστημα της χώρας, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,1 συρρικνώθηκε, χωρίς καμία ανάπαυλα, επί δεκαπέντε έτη μετά το 2009. Κατά τα τελευταία έξι έτη, μάλιστα, παρέμεινε διαρκώς καθηλωμένο σε επίπεδο κατά 9% χαμηλότερο από το επίπεδο του 2009. Είναι αλήθεια ότι παρατηρείται μετά την πανδημία μια αργόσυρτη βελτίωση, η οποία εάν συνεχιστεί χωρίς διακοπή, το παραγωγικό σύστημα θα προσεγγίσει κατά το 2041 το μέγεθος που είχε το 2009.

Διαψεύδεται, λοιπόν, πανηγυρικά η αρχική, βασική παραδοχή της νεοφιλελεύθερης αφήγησης περί γενικής ευημερίας: Κάθε νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση φροντίζει με φανατισμό να αυξάνει τα κέρδη και να τα διατηρεί σε δυσθεώρητα ύψη, όχι επειδή αυτό είναι προς το συμφέρον όλων μας, όχι για να αυξάνει το παραγωγικό δυναμικό, όχι επειδή αυτό επιβάλλει το γενικό συμφέρον, αλλά πολύ απλά επειδή έτσι πλουτίζει σκανδαλωδώς η κοινωνική τάξη που κατέχει την οικονομική και πολιτική εξουσία, η αστική τάξη.

Με αυτά δεδομένα, «δικαιούται» άραγε αυτή η τάξη να συνεχίζει να κυβερνά;

(1) Ameco Database, Μεταβλητή: Net Fixed Capital Stock (OKND)


Πηγή

Σχόλια

To ergasianews.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη και μόνο αυτόν. Παρακαλούμε πολύ να είστε ευπρεπείς στις εκφράσεις σας. Τα σχόλια με ύβρεις θα διαγράφονται, ενώ οι χρήστες που προκαλούν ή υβρίζουν θα αποκλείονται.

Δείτε επίσης

Καθαρισμός παραλιών με «όργωμα» από μηχανοκίνητο όχημα στη Σύρο

Σαν να μην αντιλαμβάνονται διόλου την περιβαλλοντική καταστροφή που συνεπάγεται ο «καθαρισμός» των παραλιών με …