Η ποιητική εμπειρία ως εγκεφαλική λειτουργία

Η κοινότοπη ρομαντική θεώρηση της ποίησης -και ευρύτερα της τέχνης- ως μιας απόκοσμης και σχεδόν υπερφυσικής δραστηριότητας του ανθρώπινου «πνεύματος» στάθηκε ανέκαθεν το βασικό εμπόδιο για την ουσιαστική κατανόηση των πραγματικών φυσικών και κοινωνικών προϋποθέσεων της αισθητικής εμπειρίας.

Σήμερα, το γνωσιακά αυθαίρετο διαζύγιο των φυσικών επιστημών από τις λεγόμενες «καλές τέχνες» όχι μόνο δεν πρέπει να θεωρείται αναγκαίο ή οριστικό, αλλά αποδεικνύεται και καταστροφικό: διότι αφ’ ενός περιορίζει ασφυκτικά και φτωχαίνει την επιστημονική σκέψη και αφ’ ετέρου «εξαϋλώνει» κάθε καλλιτεχνική δημιουργία ή απόλαυση όταν την περιγράφει ως μια αποκλειστικά υποκειμενική «ποιητική» δραστηριότητα.

Η «νευροαισθητική» είναι ένας νεόκοπος, αλλά εξαιρετικά παραγωγικός διεπιστημονικός κλάδος που επιχειρεί να κατανοήσει ποιοι εγκεφαλικοί μηχανισμοί εμπλέκονται στην παραγωγή και την απόλαυση της τέχνης, καθώς και πώς η ίδια η εμπειρία της τέχνης, δηλαδή η αισθητική εμπειρία, τροποποιεί τις ανθρώπινες εγκεφαλικές δομές. Το πέρασμα, ωστόσο, από τη νευροεπιστήμη στη νευροαισθητική δεν είναι ούτε τόσο εύκολο ούτε τόσο γραμμικό όσο προπαγανδίζεται από τους πρωταγωνιστές αυτού του νέου διεπιστημονικού προγράμματος.

Η δυσκολία αναγωγής του ποιητικού λόγου στον ανθρώπινο εγκέφαλο, δηλαδή η περιγραφή της ποιητικής εμπειρίας με αυστηρά νευρολογικούς όρους, αποτυπώνεται στα δύο πρόσφατα δοκίμια του ομότιμου καθηγητή Νευρολογίας Ιωάννη Ευδοκιμίδη. Τόσο το βιβλίο «Είναι εύκολο να αλλάξουμε ζωή;» όσο και το «Τελικά πώς πέρασε ο χρόνος» αποτελούν ένα τολμηρό εγχείρημα νευροεπιστημονικής ανάλυσης δύο πολύ γνωστών ποιημάτων: το πρώτο βιβλίο αναλύει το ποίημα «Αρνηση» του Γ. Σεφέρη και το δεύτερο το ποίημα «Απ’ τες εννιά» του Κ. Καβάφη. Με αφορμή την έκδοση αυτών των βιβλίων στη σειρά συνάψεις των εκδόσεων «Τόπος», ζητήσαμε από τον συγγραφέα να μας παρουσιάσει κάποιες από τις μεθοδολογικές επιλογές του στη νευροεγκεφαλική ανάγνωση αυτών των ποιημάτων.

● Γιατί στα δύο πρόσφατα βιβλία σας επιλέξατε να «μεταφράσετε» με νευροβιολογικούς όρους την ποιητική εμπειρία; Πώς οι πρόσφατες εξελίξεις στις νευροεπιστήμες επιχειρούν να διαφωτίσουν τις άγνωστες προϋποθέσεις είτε της συγγραφής είτε της απόλαυσης της ποιητικής τέχνης;

Οφείλω να ομολογήσω δημοσίως ότι στη νεότητά μου περιφρονούσα ελαφρώς την ποίηση. Τώρα, μετά τα 75 μου χρόνια, την εκτιμώ ολοένα και περισσότερο. Ετσι, διαβάζοντας τη σεφερική «Αρνηση» και αποδεσμεύοντάς την από τη μουσική του Θεοδωράκη, με την οποία την είχαμε ταυτίσει μέχρις εξαφανίσεως του ποιητικού λόγου προς όφελος της μουσικής, βρέθηκα μπροστά με μια κατηγορική, δωρική αφήγηση δύο ματαιώσεων που οδηγούν σε μια κραυγαλέα δήλωση αλλαγής ζωής. Αντίστοιχα και στη λιτή και εξαιρετικά ακριβή αφήγηση της ελαστικότητας του υποκειμενικού χρόνου στο καβαφικό «Απ’ τες εννιά», διαπίστωσα για ακόμα μια φορά τη δύναμη της ποιήσεως να συμπυκνώνει ανθρώπινα βιώματα και εμπειρίες σε μικρής έκτασης κείμενα.

Πέραν της αισθητικής απόλαυσης που μου προσέφεραν, βάλθηκα να αναζητώ μια νευροβιολογική προσέγγιση όχι της προσωπικότητας των ποιητών αλλά των εγκεφαλικών μηχανισμών που παράγουν αυτού του είδους τις εμπειρίες τις οποίες αφηγούνται οι ποιητές. Πες το επαγγελματική παραμόρφωση, αλλά μου αρέσει να βλέπω νευροβιολογικά ακόμα και τις πιο απλές νοητικές ενέργειες. Πώς οργανώνεις μια έμμετρη αφήγηση, πώς κινητοποιείς τη μνήμη και επιλέγεις αυτά που σε σταυρώνουνε, τι σημαίνει ματαίωση και ευχαρίστηση. Πώς ενεργοποιείται σε όλα αυτά το μεταιχμιακό σύστημα, που μαζί με άλλες εγκεφαλικές δομές, όπως η αμυγδαλή και η νήσος, σε κάνουν να νιώθεις ευχάριστα ή δυσάρεστα.

Και όχι μόνο τα μεγάλα και τα σημαντικά, ακόμα και η πιο απλή και συνηθισμένη διαδοχή σωματικών κινήσεων, όταν π.χ. ανοίγεις μια πόρτα, είναι μια εκούσια κίνηση που φέρει τη σφραγίδα της παρεμβολής του προμετωπιαίου φλοιού μαζί με τη συνδρομή των βασικών γαγγλίων, όταν αμέριμνος περπατάς και συγχρόνως σκέφτεσαι χωρίς να προσέχεις αυτά που βλέπεις γύρω σου (η επικέντρωση της προσοχής), κρύβουν μηχανισμούς και εγκεφαλικές διαδικασίες που με συναρπάζουν.

Για να μη μιλήσω για τα πιο σπουδαία, την απόλαυση μιας τοκάτας του Μπαχ, το αισθητικό δέος μπροστά στον πίνακα του Θεοτοκόπουλου ή το ξημέρωμα ανοιχτά της Αμοργού όταν όλος ο εγκέφαλος παίρνει φωτιά. Ολα όσα βιώνουμε ή σκεφτόμαστε μπορούν να μεταγραφούν με εγκεφαλικούς όρους και στο νευροβιολογικό λεξιλόγιο. Ομως, προσοχή, να μεταγραφούν, όχι να ταυτιστούν! Ετσι σε αυτά τα δύο βιβλία θέλησα να δω την ποίηση σαν μια εγκεφαλική κατασκευή. Και άρα εστιάζω κυρίως στην κατασκευή και όχι στην αισθητική απόλαυση. Την αισθητική απόλαυση την αφήνω για τα επόμενα.

● Κοινός παρονομαστής στην οδυνηρή υποκειμενική εμπειρία του χρόνου του Κώστα Καβάφη και στην ερωτική-υπαρξιακή εμπειρία ματαίωσης του Γιώργου Σεφέρη είναι ο ανθρώπινος εγκέφαλος, ο οποίος όχι απλώς βιώνει αλλά δημιουργεί αυτές τις έντονες υπαρξιακές εμπειρίες. Πόσο διαφωτιστική και, κυρίως, παρηγορητική είναι η αναγωγή των ηδονικών ή των οδυνηρών ανθρώπινων βιωμάτων στους εγκεφαλικούς μηχανισμούς που τα παράγουν;

Δεν ξέρω αν είναι παρηγορητική, αλλά νομίζω ότι είναι, κατ’ αρχήν, θεμιτή. Οι εμπειρίες που αφηγούνται οι ποιητές είναι οικείες και οι μηχανισμοί παραγωγής τους είναι κοινοί σε όλους τους ανθρώπινους εγκεφάλους. Ποιος δεν έχει νιώσει την ερωτική ματαίωση ή το απρόσμενο και επώδυνο πέρασμα του χρόνου; Το αν η αναγωγή αυτών των εμπειριών στον εγκέφαλο είναι διαφωτιστική εξαρτάται από τους στόχους που θέτει ο αναγωγιστής. Και το λέω αυτό γιατί δεν επικεντρώνω το ενδιαφέρον μου στην ιδιαίτερη προσωπικότητα του κάθε ποιητή, αλλά στους υποκείμενους και κοινούς, όπως προανέφερα, εγκεφαλικούς μηχανισμούς. Από αυτή την πλευρά, ναι, η προσέγγιση μπορεί να είναι διαφωτιστική.

Να ρωτήσω όμως και εγώ, διαφωτιστική για ποιο ζήτημα; Τολμώ να πω πως ενδεχομένως η σύλληψη και απόδοση του ποιήματος «Απ’ τες εννιά» από τον Καβάφη χρησιμοποιεί εγκεφαλικούς μηχανισμούς που εν μέρει χρησιμοποιεί και ο Σεφέρης, αλλά και ο οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος όταν θαμπώνεται από την ομορφιά, όταν διαλέγει ένα πουκάμισο της αρεσκείας του ή όταν συγκινείται από το χάδι αγαπημένου προσώπου ή ακόμα και όταν εγώ ο ίδιος διαβάζω το «Απ’ τες εννιά».

● Μήπως ένας ποιητής και ένας νευροεπιστήμονας βιώνουν, κατανοούν και συνεπώς «διαβάζουν» διαφορετικά τις -υποτίθεται- πανανθρώπινες και διαχρονικές εμπειρίες του χρόνου και του έρωτα; Αραγε μια διαφορετική, δηλαδή μη αναγωγιστική επιστήμη του εγκεφάλου και του νου θα μπορούσε να υπερβεί τα σημερινά γνωστικά-πολιτισμικά αδιέξοδα που προκύπτουν από το διαζύγιο των ανθρωπιστικών από τις φυσικές επιστήμες;

Οντως πρόκειται για διαφορετική «ανάγνωση». Αλλά θα έλεγα ότι μπορούμε, ή τουλάχιστον δεν απαγορεύεται, να μεταφράζουμε τα φαινόμενα της μίας πλευράς με τη γλώσσα της άλλης, προτείνοντας έτσι πολυποίκιλες ερμηνείες. Βέβαια, το ερώτημα που έθεσες είναι αν υπάρχει και ποια είναι η «καλύτερη» μετάφραση. Μια μετάφραση, δηλαδή, που θα απέδιδε πιστότερα την αλήθεια του αρχικού κειμένου, θα επέτρεπε -στο όνομα αυτής της αλήθειας- να αρθούν τα σημερινά γνωστικά και πολιτισμικά αδιέξοδα του διαζυγίου των ανθρωπιστικών από τις φυσικές επιστήμες; Δεν μου είναι εύκολη η απάντηση. Ωστόσο διαισθάνομαι -να, που ζητώ και εγώ με τη σειρά μου τη βοήθεια της μη έλλογης σκέψης- πως όχι, δεν υπάρχει μία μόνο αληθής μετάφραση. Τότε όμως πώς δικαιολογούνται οι όποιες διαστρεβλώσεις;

Παραδείγματος χάριν, μπορώ να μεταφράσω τον Ευριπίδη και να τον αποδώσω με όρους ρομαντικού συγγραφέα του 19ου αιώνα. Είναι αυτό επιτρεπτό; Εν προκειμένω, θα απέφευγα τις κατηγορικές-ηθικές αξιολογήσεις και παραμένοντας σε χαμηλό επίπεδο θα δήλωνα ότι η μετάφραση που προτείνω είναι μια δική μου δημιουργία εμπνευσμένη από κάποιο κείμενο του Ευριπίδη.

Εξάλλου, από το ότι χρησιμοποίησες στην ερώτησή σου τη λέξη «διαζύγιο» εγώ καταλαβαίνω πως υπόρρητα αποδέχεσαι ως επιθυμητή την ταύτιση των ανθρωπιστικών με τις φυσικές επιστήμες. Γιατί άραγε; Ονειρεύεσαι άραγε μία καθολική λύση;

● Οντως, θεωρώ επιθυμητή τη γνωστική ενοποίηση -και όχι την ταύτιση- των ανθρωπιστικών και των φυσικών προσεγγίσεων με στόχο την πιο ολοκληρωμένη κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης. Μήπως, όμως, η ανθρώπινη αυτοκατανόηση προσκρούει σε κάποια εγγενή βιολογικά -εγκεφαλικά και ιστορικά-πολιτισμικά όρια που καθιστούν κάθε επιμέρους προσέγγιση ανεπαρκή για την ανθρώπινη γνώση;

Φοβάμαι πλέον τις ολιστικές, πλήρεις και καθολικές «λύσεις» στα ανθρώπινα. Αν δεχόμαστε (υπόθεση εργασίας που εμπεριέχει και κάποια αλήθεια επιπέδου common sense) πως το μυαλό μας είναι το υλικό υπόστρωμα των εμπειριών, των σκέψεων, των συναισθημάτων, τότε κατά πάσα πιθανότητα η πλήρης κατανόηση έτσι όπως τη διατυπώνεις, αγαπητέ Σπύρο, στην ερώτησή σου θα είναι μάλλον αδύνατη. Τα όρια μάλλον υπάρχουν στον βαθμό που οι όποιες εγκεφαλικές μας λειτουργίες εκπορεύονται από έναν μεγάλο μεν αλλά περιορισμένο αριθμό μονάδων (νευρώνων).

Οσο κι αν οι συνδυασμοί του μεγάλου αριθμού νευρώνων παράγουν πολλαπλάσιες δυνατότητες, και πάλι νομίζω θα υπάρχουν κάποια όρια, χωρίς όμως να μπορώ εκ των προτέρων να τα περιγράψω και να τους δώσω ακριβή αριθμητική ή ποσοτική τιμή. Ακόμα και η έλλογη σκέψη μας είναι και αυτή «περιορισμένη» (bounded rationality) από το πλήθος των παράλογων, διαισθητικών προκαταλήψεων και κάθε λογής πίστεων που την ανταγωνίζονται, πολλές φορές την εμπλουτίζουν (η έστω και μερικώς επιβεβαιωμένη εμπειρική «γνώση» επικρατεί πολλές φορές του ορθού λόγου), αλλά και τη διαστρεβλώνουν.

Ας αναλογιστούμε, για παράδειγμα, τη διαδικασία λήψης μιας απόφασης: αναλύω τα δεδομένα, υπολογίζω τα υπέρ και τα κατά κάθε πιθανής εκδοχής, αλλά ποτέ δεν θα μπορέσει το μυαλό μου να αναλύσει διεξοδικά, εξαντλητικά και μέχρι τέλους ΟΛΕΣ τις πιθανές λύσεις. Κάποια στιγμή η λογική ανάλυση σταματά, φρακάρει και τότε επεμβαίνει η διαίσθηση. Προτείνουμε λοιπόν μία εν γνώσει μας μερική προσέγγιση στα ανθρώπινα και καταθέτοντας αυτή την όσο γίνεται ειλικρινή μας πρόταση ακούμε με περισσότερη προσοχή και σεβασμό την αντίθετη, την άλλη, τη διαφορετική.

Η νευροβιολογική προσέγγιση που επιχειρώ είναι μία από τις πολλές προσεγγίσεις της ποιητικής δημιουργίας. Προτείνει ακόμα μία ανάγνωση ενός ποιητικού κειμένου, μιας ποιητικής εμπειρίας. Διαφέρει από τη φιλολογική-γλωσσολογική προσέγγιση, χωρίς ωστόσο να τίθεται θέμα αλήθειας ή γνησιότητας. Προσφέρει ενδεχομένως έναν κόκκο αλήθειας, τόσης όσο της το επιτρέπει η ίδια η μέθοδός της. Για να μην πέσω όμως σε έναν απελπισμένο αγνωστικισμό, υποστηρίζω ότι η νευροβιολογική μέθοδος μπορεί να είναι αποδοτική και διαφωτιστική. Κι αν είναι ειλικρινής και μετριοπαθής, μπορεί σίγουρα να συνεισφέρει κατά τι στην ανθρώπινη γνώση. Πάντως, επειδή είμαι φανατικός οπαδός του «κρίνω για να κριθώ», παραδέχομαι τελικά ότι, κατά πάσα πιθανότητα, δεν έχει τέλος αυτό το παιχνίδι.

🔴 Την Τρίτη 27 Μαΐου στις 20.00 στο Gustav Athens (Χαριλάου Τρικούπη 6-10), οι εκδόσεις Τόπος διοργανώνουν την παρουσίαση αυτών των βιβλίων του Γιάννη Ευδοκιµίδη. Στην εκδήλωση θα μιλήσουν εκτός από τον συγγραφέα, ο Ευριπίδης Γαραντούδης, καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ, η Σταυρούλα Σαμαρτζή, καθηγήτρια Ψυχολογίας της Γνωστικής Ανάπτυξης στο Τμήμα Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, και η Φωτεινή Χρηστίδη, κλινική νευροψυχολόγος, διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών (ΕΚΠΑ)

🔴 Ο Γιάννης Ευδοκιμίδης, νευρολόγος-ψυχίατρος και ομότιμος καθηγητής Νευρολογίας στο ΕΚΠΑ, γεννήθηκε στον Πειραιά (1950). Απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Καποδιστριακού (1974). Ως ειδικός νευρολόγος εργάστηκε στο νευροφυσιολογικό εργαστήριο της Πανεπιστημιακής Νευρολογικής Κλινικής (1980-1982). Στη συνέχεια διήλθε όλες τις ακαδημαϊκές βαθμίδες και το 2014 εξελέγη καθηγητής Νευρολογίας και διευθυντής της Πανεπιστημιακής Νευρολογικής Κλινικής. Το διάστημα 2008-2009 ήταν εκπρόσωπος της Ελληνικής Νευρολογικής Εταιρείας στο European Board of Neurology και το διάστημα 2012-2014 ήταν διοικητής της 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας Πειραιώς και Νήσων. Το συγγραφικό του έργο αντανακλάται σε άνω των 150 μελετών και σειρά βιβλίων.


Πηγή

Σχόλια

To ergasianews.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη και μόνο αυτόν. Παρακαλούμε πολύ να είστε ευπρεπείς στις εκφράσεις σας. Τα σχόλια με ύβρεις θα διαγράφονται, ενώ οι χρήστες που προκαλούν ή υβρίζουν θα αποκλείονται.

Δείτε επίσης

ΠΑΣΟΚ: Αποχαιρετά τον Χρήστο Ροκόφυλλο

Οι πολιτικοί του αντίπαλοι αναγνώριζαν τη σοβαρότητα, τη μετριοπάθεια και το προοδευτικό πολιτικό του αισθητήριο», …