Tην επόμενη φορά που θα ακούσετε από φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ –τα περισσότερα δηλαδή– ότι η Ελλάδα «μεταμορφώνεται σε κόμβο καινοτομίας» και όποτε ο πρωθυπουργός επαναλάβει ότι στη χώρα μας «η γενιά του brain drain μετατρέπεται σε γενιά του brain gain» (το είπε πάλι πριν από λίγες μέρες), γυρίστε προσεχτικά πλευρό. Και αναζητήστε καλύτερα να συνομιλήσετε απευθείας με ακαδημαϊκούς, μεταπτυχιακούς φοιτητές, διδακτορικούς και ερευνητές, ώστε να σας δώσουν μια εικόνα του πραγματικού κόσμου (τους).
Για όσους εργάζονται στην επιστημονική έρευνα και τη διδασκαλία στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα, είναι κοινή ομολογία πως βιώνουν μια περίοδο παρατεταμένης κρίσης, η οποία μένει συνήθως μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, που ασχολείται με ένα... κυλικείο στου Ζωγράφου αλλά όχι στο πώς ζουν χιλιάδες ερευνητές, το παρόν και το μέλλον της χώρας, δηλαδή, ως προς την επιστημονική γνώση και την «καινοτομία».
Ολοι αυτοί σήμερα απεργούν, απαιτώντας κατ’ αρχάς ορατότητα και στη συνέχεια άμεσες αυξήσεις στους προϋπολογισμούς των ερευνητικών κέντρων και στελέχωση των κενών θέσεων, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, κατάργηση των διακρίσεων μεταξύ εργαζομένων, θεσμικές αλλαγές προς έναν ενιαίο χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης/Ερευνας, «χρηματοδότηση της έρευνας για την κοινωνία κι όχι για πολεμικούς σκοπούς». Το κάλεσμα της απεργιακής συγκέντρωσης στην Αθήνα είναι στις 10.30 μπροστά στο υπουργείο Ανάπτυξης (Νίκης 5-7, Σύνταγμα).
Eπισφαλείς συνθήκες
Διαχρονικά υποβαθμισμένη από την πολιτεία, με προβληματική διοικητική και οικονομική διαχείριση, με απαρχαιωμένες υποδομές και, το κυριότερο, με τις εργασιακές σχέσεις σε απορρύθμιση, η έρευνα τόσο σε ΑΕΙ όσο και σε ερευνητικά Κέντρα διεξάγεται με ολοένα και χειρότερους όρους. Αυτό αναφέρει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων Ερευνητικών Κέντρων-Ιδρυμάτων (ΠΟΕΕΚ–Ι), σημειώνοντας ότι «στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων η ελαστικοποίηση της εργασίας έχει εκτοξευθεί, φτάνοντας σήμερα σε ποσοστά που τρομάζουν. Σχεδόν τα 2/3 των εργαζομένων στην έρευνα εργάζονται με επισφαλείς συνθήκες, υποαμειβόμενοι/-ες και με βραχυχρόνιες συμβάσεις παντός τύπου. Αυτό φυσικά είναι το αποτέλεσμα των εφαρμοζόμενων πολιτικών της τελευταίας 15ετίας. Μιας στρατηγικής που, ενώ διακήρυττε την ανάσχεση του brain drain, επί της ουσίας εφάρμοζε νεοφιλελεύθερες πολιτικές πιστές στο δόγμα συρρίκνωσης του δημοσιονομικού κόστους».
Ο Δημήτρης Παρώνης, αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας, τονίζει ότι «πάντα υπήρχε μια δυσκολία, αλλά πλέον υπάρχει μεγάλη στασιμότητα και στις προσλήψεις και στις χρηματοδοτήσεις. Η τελευταία φουρνιά ανθρώπων –μη ερευνητών– προσλήφθηκε πρόσφατα μετά από μια διαδικασία που είχε ξεκινήσει πριν από 5 χρόνια και η προηγούμενη φορά ήταν τουλάχιστον 10-15 χρόνια πριν». Σχολιάζει ότι «μιλάνε για brain gain, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο ένας επιστήμονας που έχει πλέον φύγει στο εξωτερικό θα θέλει να γυρίσει σε αυτές τις συνθήκες για τις οποίες εμείς πιστεύουμε ότι πρέπει να βελτιωθούν και να αλλάξουν. Πώς θα γυρίσει σε καθεστώς όπου υπάρχει υποχρηματοδότηση και οι υποδομές δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν σε σταθερή βάση;».
Η Μαριλένα Κωνσταντίνου είναι υποψήφια διδάκτορας στον τομέα της φυσικοχημείας και παράλληλα πρόεδρος στο κλαδικό σωματείο ΣΕΕΕΗ στο Ηράκλειο Κρήτης. «Στο πανεπιστήμιο, οι περισσότεροι με το ζόρι πληρώνονται, ειδικά στα διδακτορικά και στα μάστερ, αν κάποιος έχει σύμβαση εργασίας με μπλοκάκι ανήκει στους πάρα πολύ τυχερούς. Οι υποψήφιοι διδάκτορες με υποτροφία έχουν έναν τύπο σύμβασης χωρίς ένσημα, δεν αναγνωρίζεται πουθενά ούτε σαν προϋπηρεσία. Ωστόσο εργάζονται κανονικά στο Ιδρυμα, παράγουν έργο και αναγκάζονται να ζήσουν στην καλύτερη περίπτωση με 800-900 ευρώ τον μήνα. Με το ζόρι βγαίνει ο μήνας. Οι περισσότεροι φεύγουν από την έρευνα, αρκετοί αλλάζουν κλάδο, ενώ πολλοί πηγαίνουν στην εκπαίδευση, αν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, ή στις εταιρείες.
Οσοι μπορούν βέβαια, γιατί δεν μπορούν όλοι οι κλάδοι να απορροφηθούν από τις εταιρείες», μας λέει η Κωνσταντίνου. Οπως εξηγεί, «δεν είναι μόνο ότι πηγαίνουμε σταθερά άσχημα εργασιακά, ότι είμαστε ένα φτηνό εργατικό δυναμικό, αλλά ότι αλλάζει συνολικά και η έννοια που δίνεται στους όρους “καινοτομία και ανάπτυξη” προς μια κατεύθυνση πολεμικών σχεδιασμών και σχετικών με αυτές βιομηχανιών, μια κατεύθυνση με την οποία σίγουρα δεν συμφωνούμε». Ο Δημήτρης Παρώνης, που εργάζεται στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, συμφωνεί: «Ερχόμαστε σε πολύ δύσκολη θέση. Κανένας επιστήμονας δεν έχει ασχοληθεί με τα αντικείμενά του, δεν έχει σπουδάσει, δεν έχει αναπτύξει αυτήν τη δραστηριότητα με σκοπό να εξελίξει πολεμικούς σκοπούς».
Γραφειοκρατικές υπηρεσίες
Η Ομοσπονδία σημειώνει ότι «τα ερευνητικά κέντρα παραμένουν αποκομμένα από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, λειτουργώντας περισσότερο ως γραφειοκρατικές υπηρεσίες διεκπεραίωσης έργων παρά ως ακαδημαϊκά ιδρύματα. Παράλληλα, το Δημόσιο Πανεπιστήμιο συνεχώς υποβαθμίζεται, ενώ και οι δύο χώροι παραμένουν υποστελεχωμένοι και με παγωμένους, πενιχρούς κρατικούς προϋπολογισμούς. Λειτουργούν υπό το καθεστώς ενός διαρκούς μετασχηματισμού από φορείς παραγωγής γνώσης σε δομές παροχής υπηρεσιών που, σύμφωνα με τις φαντασιώσεις της πολιτικής ηγεσίας, θα επιβιώσουν μέσα από την επιχειρηματικότητα και την ιδιωτική οικονομία.
Την ίδια στιγμή, η κοινωνική διάσταση στην παραγωγή νέας γνώσης και η εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών μέσα από την επιστήμη γίνονται έννοιες υπό εξαφάνιση, ενώ οι διττές τεχνολογίες και η έρευνα για πολεμικούς σκοπούς εμφανίζονται ανερυθρίαστα ως μια αφήγηση επιτυχίας».