Ο σωστός καταναλωτής είναι αυτός που ξέρει τις υποχρέωσεις, αλλά και τα δικαιώματά του και δεν επιτρέπει σε κάποιους εν γνώση του αν τον ξεγελούν με σκοπό το δικό τους κέρδος. Γι αυτό ο νόμος του δίνει το δικαίωμα να προβεί σε καταγγελία όταν:
- Ο προμηθευτής αρνείται να ικανοποιήσει το αίτημά του
- Είναι σίγουρος ότι ο προμηθευτής παραβίασε τη νομοθεσία.
Η υποβολή καταγγελίας είναι σοβαρό διάβημα και δεν πρέπει να το παίρνουμε αψήφιστα. Είναι προτιμότερο πρώτα να προσπαθούμε να επιλύσουμε το πρόβλημα φιλικά, ερχόμενοι σε επικοινωνία με τον προμηθευτή.
Η καταγγελία πρέπει να συνοδεύεται, οπωσδήποτε από αποδεικτικά στοιχεία. Δεν πρέπει να υποβάλλουμε καταγγελία, αν δεν μπορούμε να αποδείξουμε τους ισχυρισμούς μας, ή αν απλά θεωρούμε ότι παραβιάστηκαν τα δικαιώματά μας. Πριν προχωρήσουμε στην καταγγελία συμβουλευόμαστε τους αρμόδιους φορείς.
Σε ποιον υποβάλλουμε καταγγελία:
- Αν δεν υπάρχει αρμόδιος φορέας για την επίλυση των διαφορών μπορούμε να καταγγείλουμε τυχόν αθέμιτη εμπορική πρακτική (παράβαση διατάξεων σχετικά με την καταναλωτική πίστη, τις εμπορικές πρακτικές κ.λπ.) στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή ή στο Συνήγορο του Καταναλωτή.
- Ένας πολύ απλούστερος τρόπος είναι να προσφύγουμε στην Ένωση Καταναλωτών στην οποία είμαστε μέλος.
- Μπορούμε, βέβαια, να απευθυνθούμε και στις δικαστικές αρχές. Πριν, όμως, κάνουμε αυτό το βήμα, βεβαιωνόμαστε ότι αξίζει τον κόπο. Οι δικαστικές διαμάχες είναι δαπανηρές και χρονοβόρες.
- Αν έχουμε ήδη προσφύγει στις δικαστικές αρχές, δεν μπορούμε να υποβάλλουμε την καταγγελία μας και στα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης, καθώς αυτά δε θα είναι πλέον αρμόδια να την εξετάσουν.