Όπως ανακοίνωσε το πρωί ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, Χρήστος Παπαζαφείρης «από την αξιολόγηση και αξιοποίηση των ερευνητικών δεδομένων και την ανάλυση του «προφίλ» του εγκληματικού δικτύου, διακριβώθηκε ότι οι εγκληματικές οργανώσεις διέθεταν ποιοτικά χαρακτηριστικά «επαγγελματικού τύπου» διάπραξης των αδικημάτων που δραστηριοποιούντο.
Ειδικότερα:
ήταν διαρθρωμένες σε δομικό μοντέλο «μαφίας οικογενειακού σχήματος», λειτουργούσαν με βάση σχεδιασμό, που προέβλεπε αυτοτελή και αυτόνομη δράση, είχαν κατανείμει διακριτούς ρόλους, σε όλα τα στάδια της εγκληματικής τους δραστηριότητας, κατηύθυναν και συντόνιζαν τις ενέργειες τους, σε προκαθορισμένους χρονικά και γεωγραφικά χώρους και περιοχές, διέθεταν επιμέρους βραχίονες, που κάλυπταν όλο το πλέγμα της δράσης τους, από την πληροφοριακή υποστήριξη και τα προπαρασκευαστικά στάδια μέχρι τον τρόπο διάθεσης των κλοπιμαίων και τη νομιμοποίηση των παράνομων εσόδων τους
στο αμιγώς επιχειρησιακό σκέλος χρησιμοποιούσαν εξειδικευμένη επιχειρησιακή μεθοδολογία και τεχνογνωσία, ενώ λάμβαναν ιδιαίτερα μέτρα προστασίας για να αποφύγουν τον εντοπισμό και τη σύλληψη από τις αστυνομικές Αρχές.
Επιπλέον ο υποστράτηγος επεσήμανε πως «η σημερινή παρουσίαση αποκτά ένα ξεχωριστό χαρακτήρα γιατί η Ελληνική Αστυνομία κατάφερε ένα αποφασιστικό, ένα καίριο «χτύπημα» στο πλέον δομημένο και άρτια οργανωμένο εγκληματικό δίκτυο, που δρούσε συστηματικά τα τελευταία χρόνια, διαπράττοντας σωρεία ληστειών και διαρρήξεων σε όλη τη χώρα»
Με την επιτυχημένη επιχείρησή της, η ΕΛ.ΑΣ. έβαλε προς το παρόν τέλος στη δράση της συμμορίας που ευθύνεται για περίπου 2.000 κλοπές σε Αττική, Θεσσαλονίκη, Ημαθία, Γιάννενα, Έβρο και πολλά άλλα μέρη της χώρας.
Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 1.000 αστυνομικοί και 37 Δικαστικοί
συνελήφθησαν σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλες περιοχές 41 μέλη του εγκληματικού δικτύου.
πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 60 έρευνες και κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων -πάνω 600.000 ευρώ σε μετρητά, 120 κιλά ασημιού σε ράβδους, φύλλα χρυσού, χρυσές λίρες, πλήθος χρυσαφικών – κοσμημάτων μεγάλης αξίας και περισσότερα από 60 πολυτελή οχήματα.
Μέχρι στιγμής, η αστυνομία αναζητεί 40 μέλη και έχει συλλάβει 35 άτομα (μεταξύ αυτών και δύο αστυνομικούς), τα οποία οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα και πήραν προθεσμία για να απολογηθούν.
Στη σπείρα φέρονται να εμπλέκονται ακόμη οκτώ αστυνομικοί (σ.σ.: οι οποίοι ειδοποιούσαν για επικείμενες έρευνες), ενώ διερευνάται ο ρόλος γνωστού επιχειρηματία, ο οποίος είχε απασχολήσει στο παρελθόν για τον πυροβολισμό συγγενικού προσώπου γνωστού μοντέλου με το οποίο τότε είχε σχέση.
Τις περιπτώσεις των δύο ένστολων συλληφθέντων θα αναλάβει η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων.
Τα μέλη των εγκληματικών οργανώσεων και οι υποομάδες τους ευθύνονται σύμφωνα με αξιωματικούς της ΕΛΑΣ, για το… 70% των διαρρήξεων που καταγράφονταν τουλάχιστον την τελευταία πενταετία στην Αττική και την επαρχία. Μέχρι σήμερα διάφορες αστυνομικές αρχές εξάρθρωναν κάποιες από τις υποομάδες της μαφίας χωρίς να φθάνουν στο «διευθυντήριο», το οποίο φαίνεται να βρισκόταν στο απυρόβλητο με… αστυνομική υποβοήθηση. Μάλιστα κατά τις συλλήψεις μελών αυτών των υποομάδων, οι Capo dei Capi (Αρχηγοί των αρχηγών), παρείχαν ισχυρή νομική προστασία με την πρόσληψη μεγαλοδικηγόρων, ενώ κατέβαλλαν άμεσα υψηλές χρηματικές εγγυήσεις ελευθέρωσης, προκειμένου να εξασφαλίζουν τον ιδιότυπο κώδικα σιωπής, την ομερτά…
Xαρακτηριστική λεπτομέρεια της υπόθεσης, σύμφωνα με τον Ελεύθερο Τύπο, είναι το γεγονός ότι οι «πρίγκιπες» των φαμιλιών στις τηλεφωνικές τους συνομιλίες χρησιμοποιούσαν μια παλιά και ξεχασμένη τσιγγάνικη αργκό, που ακόμη και νεώτεροι ρομά δεν γνωρίζουν. Οι αστυνομικοί αναζήτησαν και βρήκαν στα δυτικά προάστια δύο ηλικιωμένους ρομά, που γνώριζαν την διάλεκτο και προσελήφθησαν ως έκτακτοι… μεταφραστές! Συμμετείχαν στις απομαγνητοφωνήσεις των συνομιλιών χωρίς επιτηδευμένα να γνωρίζουν ποιους μετέφραζαν, γιατί αν το ήξεραν πολύ δύσκολα θα το έκαναν υπό τον φόβο των αντιποίνων.
Οι οκτώ αρχηγοί και οι εγκληματικές «φαμίλιες» τους διατηρούσαν βίλες εκατομμυρίων ευρώ με πισίνες, ενώ κυκλοφορούσαν με Ferrari και Porsche, παρότι δήλωναν άεργοι! Στο σπίτι ενός… άπορου «Κορλεόνε» βρέθηκαν 10 τραπεζικά βιβλιάρια με καταθέσεις πολλών μηδενικών!
Επιπλέον η εκπρόσωπος Τύπου της αστυνομίας ανέφερε αναλυτικά τον τρόπο που δρούσαν τα μέλη των συμμοριών.
Όπως ανακοίνωσε η Αστυνόμος Β’ Ιωάννα Ροτζιώκου:
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των εγκληματικών οργανώσεων είναι η ιεραρχική δομή, η σαφήνεια ως προς την κατανομή των ρόλων των μελών τους καθώς και η αφθονία υλικοτεχνικού εξοπλισμού, όπως πλήθος οχημάτων, διαρρηκτικών εργαλείων και ασυρμάτων πομποδεκτών, που τους διευκόλυνε στην διάπραξη των κλοπών και στην αποφυγή της σύλληψής τους.
Τα κλοπιμαία τα προωθούσαν σε συγκεκριμένους κλεπταποδόχους, οι οποίοι έχοντας αναπτύξει «κατάλληλο δίκτυο πελατών», τα διέθεταν στην αγορά, αποκομίζοντας με τον τρόπο αυτό μεγάλα παράνομα οικονομικά οφέλη, που διαμοιράζονταν με τα μέλη της οργάνωσης.
Με τον τρόπο αυτό, τα μέλη των εγκληματικών οργανώσεων είχαν καταφέρει να διατηρούν στη κατοχή τους, για ελάχιστο χρονικό διάστημα, τα κλοπιμαία, ώστε να μην είναι δυνατή η διασύνδεσή τους με τις κλοπές που είχαν διαπράξει, σε περίπτωση αστυνομικού ελέγχου.
Τα μέλη της οργάνωσης χρησιμοποιούσαν ιδιαίτερα τεχνάσματα, προκειμένου να αποπροσανατολίσουν τις έρευνες των διωκτικών Αρχών και να αποφεύγουν τον εντοπισμό και τη σύλληψη τους. Πιο συγκεκριμένα:
· Παρακολουθούσαν τις συχνότητες του κέντρου της Άμεσης Δράσης μέσω ασυρμάτων, στις περιοχές όπου δραστηριοποιούνταν, με σκοπό την άμεση ενημέρωση των συνεργών τους και την έγκαιρη διαφυγή τους σε περίπτωση κινητοποίησης των αστυνομικών δυνάμεων. Μάλιστα, γνώριζαν πολύ καλά την κωδικοποίηση των σημάτων και των εντολών των ενδοασυρματικών επικοινωνιών, για τις οποίες είχαν ενημερωθεί από τους αστυνομικούς συνεργούς τους.
Χρησιμοποιούσαν κατάλληλο εξοπλισμό κατά τη διάπραξη των κλοπών όπως γάντια και αυτοσχέδιες κουκούλες, με σκοπό το δυσχερή εντοπισμό αποτυπωμάτων και βιολογικού υλικού.
Παραλάμβαναν τον εξοπλισμό τους (κινητά τηλέφωνα, διαρρηκτικά εργαλεία, κουκούλες, γάντια κ.λπ.) από ειδικά διαμορφωμένους χώρους, πριν από την τέλεση των διαρρήξεων.
Επικοινωνούσαν μεταξύ τους με συνδέσεις κινητής τηλεφωνίας, ενεργοποιημένες με στοιχεία άλλων ατόμων ( ghost phones ), ενώ συνομιλούσαν μεταξύ τους με κωδικοποιημένες εκφράσεις και σύνθετη ορολογία.
Χρησιμοποιούσαν «στόλο» οχημάτων μεγάλης ιπποδύναμης, τα οποία τα μεταβίβαζαν σε ανυποψίαστα ή και ανύπαρκτα άτομα. Επιπλέον, για το δυσχερή εντοπισμό των οχημάτων τους, αφαιρούσαν πινακίδες κυκλοφορίας από άλλα οχήματα και τις τοποθετούσαν στα δικά τους, φροντίζοντας να αλλάζουν συνεχώς τα χαρακτηριστικά τους με τη χρήση μεμβρανών διαφορετικού χρώματος.
Επέλεγαν για την οδήγηση των οχημάτων τους έμπειρους οδηγούς, οι οποίοι λάμβαναν ιδιαίτερα μέτρα αντιπαρακολούθησης (για παράδειγμα πραγματοποίηση ελιγμών, αυξομείωση ταχύτητας κ.λπ.). Επίσης, σε περιπτώσεις εντοπισμού τους από αστυνομικούς, ακολουθούσε πάντα καταδίωξη και δεν δίσταζαν ακόμα και να εμβολίσουν τα αστυνομικά οχήματα.
Τα μέλη των εγκληματικών οργανώσεων, στο πλαίσιο της παράνομης δράσης τους, αποκόμιζαν πολύ μεγάλα οικονομικά οφέλη, που τους παρείχαν τη δυνατότητα να διαβιούν σε πολυτελείς κατοικίες – μεζονέτες, σε περιοχές της Δυτικής Αττικής και της Θεσσαλονίκης και να κατέχουν υπερπολυτελή αυτοκίνητα.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι οι δράστες επιδίδονταν συστηματικά σε βανδαλισμούς των οικιών, προκαλώντας στον εξοπλισμό τους μεγάλες ζημιές. Μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις άφηναν ακόμα και τις βρύσες ανοικτές προκειμένου να πλημμυρίσουν τις οικίες ώστε να μην αφήσουν πίσω τους ίχνη. για τη διάρθρωση των δύο εγκληματικών δικτύων προκύπτουν τα εξής:
Η πρώτη εγκληματική οργάνωση αποτελούνταν από (4) αυτοτελείς επιχειρησιακές υποομάδες, τις οποίες διεύθυναν (4) αρχηγικά μέλη. Τα αρχηγικά μέλη ήταν επιφορτισμένα με το συντονισμό των περιοχών, των χρονικών διαστημάτων και των στόχων που θα «επιχειρούσαν», ώστε η δράση της ομάδας τους να μην συμπίπτει με αυτή των άλλων υποομάδων.
Οι επιμέρους ομάδες πραγματοποιούσαν, διαρρήξεις σε πολυτελείς κατοικίες , από τις οποίες αφαιρούσαν χρήματα, κοσμήματα, χρηματοκιβώτια και άλλα τιμαλφή.
Σημαντικό ρόλο στη δράση της οργάνωσης διαδραμάτιζε μία από τις υποομάδες, η οποία αποτελούταν από επίλεκτα μέλη και των άλλων τριών και δραστηριοποιούταν αποκλειστικά στη διάρρηξη γραφείων εργοστασίων και εταιριών. Στην περίπτωση αυτή, αφαιρούσαν συνήθως χρηματοκιβώτια, που περιείχαν μεγάλα χρηματικά ποσά, όπως επίσης προέβαιναν στην διάρρηξη αυτόματων μηχανημάτων ανάληψης χρημάτων (Α.Τ.Μ.) τόσο στην Αττική, όσο και στην ευρύτερη επικράτεια.
Αναφορικά με τη μεθοδολογία της συγκεκριμένης εγκληματικής ομάδας, μεταξύ άλλων προκύπτει ότι τα μέλη της προέβαιναν σε αποπροσανατολιστικά τηλεφωνήματα στο τηλεφωνικό κέντρο της Άμεσης Δράσης, καταγγέλλοντας ψευδή περιστατικά σε σημεία, τα οποία απείχαν γεωγραφικά από την περιοχή δράσης τους.
Όπως προέκυψε μέχρι στιγμής από την εξέλιξη της έρευνας, η συγκεκριμένη εγκληματική οργάνωση εμπλέκεται σε περισσότερες από (250) περιπτώσεις κλοπών – διαρρήξεων σε διάφορες περιοχές της Αττικής και κυρίως στα Βορειαονατολικά Προάστια (Κηφισιά, Εκάλη, Νέα Ερυθραία, Άγιο Στέφανο, Πικέρμι, Ραφήνα κ.λπ.) καθώς και σε περιοχές της Θεσσαλονίκης και της Κατερίνης.
Η δεύτερη εγκληματική οργάνωση διέπραττε κλοπές – διαρρήξεις σε οικίες κυρίως της Δυτικής Αττικής, όπου αφαιρούσαν χρήματα, χρηματοκιβώτια και άλλα τιμαλφή.
Τη συγκεκριμένη οργάνωση διηύθυνε ένα μέλος της και κύριο χαρακτηριστικό της ήταν ότι χρησιμοποιούσε ως «επιχειρησιακά» οχήματα, συνηθισμένα μικρά αυτοκίνητα πόλης, ώστε να μην προκαλούν την προσοχή των διωκτικών Αρχών και των πολιτών.
Για τη συγκεκριμένη εγκληματική ομάδα προκύπτει, ότι είχε επεκτείνει τη δράση της και σε άλλες περιοχές της χώρας και συγκεκριμένα στην Αλεξανδρούπολη, τα Ιωάννινα, τη Θεσσαλονίκη, την Ορεστιάδα κ.λπ. Παράλληλα, το αρχηγικό της μέλος με σκοπό τον εντοπισμό κατάλληλων προς διάρρηξη οικιών, πραγματοποιούσε συχνά ταξίδια στις προαναφερόμενες πόλεις και με τη βοήθεια μελών που διαβιούσαν σε αυτές, προχωρούσαν σε προπαρασκευαστικές πράξεις και στη συνέχεια σε διαρρήξεις και κλοπές.
Στο πλαίσιο της εγκληματικής της δραστηριότητας, τα μέλη της, πραγματοποίησαν περισσότερες από πενήντα περιπτώσεις κλοπών – διαρρήξεων.
Σοκ ωστόσο στην κοσμική Αθήνα προκάλεσε η σύλληψη του γνωστού επιχειρηματία Αλέξανδρου Αγγλούπα με την κατηγορία της συμμετοχής στη συμμορία των ρομά που έβαζε στο στόχαστρό της επωνύμους, όπως την Άννα Βίσση.
Ο ρόλος του Αλέξανδρου Αγγλούπα, που έχει οδηγηθεί μαζί με τους άλλους συλληφθέντες στον ανακριτή, δεν έχει διακριβωθεί ακόμη απολύτως: Σύμφωνα με πληροφορίες φέρεται τόσο ότι έδινε πληροφορίες στα μέλη του κυκλώματος, όσο και ότι στα χέρια του κατέληγαν ορισμένα από τα κλοπιμαία.
Ο Αγγλούπας είχε απασχολήσει παλαιότερα σε υπόθεση απόπειρας ανθρωποκτονίας σε βάρος της Γωγώς Φαρμάκη, αδελφής της τότε φίλης του Όλγας Φαρμάκη. Ο συλληφθείς, όταν έπεσε στα χέρια των αστυνομικών είχε πάνω του μεγάλο χρηματικό ποσό.
Ποιος είναι ο Αλέξανδρος Αγγλούπας
Ο Αλέξανδρος Αγγλούπας οδηγούσε πανάκριβα αυτοκίνητα. Είχε πάντα το πρώτο τραπέζι πίστα στα μπουζούκια και την πρώτη ξαπλώστρα – κύμα στα κοσμικά beach bars. Ξόδευε αλόγιστα. Συνόδευε πανέμορφες γυναίκες. Φιγουράριζε στις κοσμικές στήλες των περιοδικών. Κυκλοφορούσε οπλισμένος.
Αυτή είναι πάνω κάτω και μέσα σε έξι προτάσεις η ζωή Αλέξανδρου Αγγλούπα, ο οποίος συνελήφθη από τις Αρχές καθώς κατηγορείται ότι είναι μέλος του κυκλώματος των Ρομά που εξάρθρωσε η Αστυνομία.
Ένας μπον βιβερ με κοντέρ καταγραφής απεριόριστων χιλιομέτρων στις νυχτερινές πίστες. Με αδυναμία στους λουλουδοπόλεμους, στις όμορφες γυναίκες, στα supercars.
Ως γιος ιδιοκτήτη γνωστών εταιριών γυναικείας ένδυσης, η σύναψη σχέσεων με καλλονές από το χώρο του θεάματος ήρθε ως φυσικό επακόλουθο. Από την Γιάννα Νταρίλη και την Εύα Μιλλή μέχρι την Σάσα Μπάστα και την μοιραία όπως αποδείχθηκε σχέση του με την Όλγα Φαρμάκη που λίγο έλειψε να κοστίσει την ζωή της αδερφής της, Γωγώς Φαρμάκη στην πιο απίστευτη και ανατρεπτική ιστορία της ελληνικής σόουμπιζ.
Ήταν αρχές Νοεμβρίου 2011 όταν το όνομα Αλέξανδρος Αγγλούπας παύει να απασχολεί αποκλειστικά τις κοσμικές στήλες και τα ρεπορτάζ των εντύπων κοινωνικής κριτικής.
Περιλαμβάνεται πλέον και στα δελτία ειδήσεων τηλεοπτικών, ραδιοφωνικών σταθμών, στις έγκριτες ειδησεογραφικές ιστοσελίδες.
Να τι είχε συμβεί:
Η 26χρονη Γωγώ Φαρμάκη, αδερφή του γνωστού μοντέλου Όλγας Φαρμάκη είχε μόλις μεταφερθεί εσπευσμένα στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του ΝΙΜΙΤΣ αντιμετωπίζοντας ακατάσχετη αιμορραγία.
Έχει τραυματιστεί σοβαρά στην αριστερή βουβωνική χώρα από σφαίρα που προήλθε από το όπλο του επιχειρηματία και συντρόφου της αδερφής της, Αλέξανδρου Αγγλούπα, όταν αυτό εκπυρσοκρότησε «κατά λάθος», όπως υποστήριξαν στις καταθέσεις τους τόσο η Όλγα Φαρμάκη όσο και ο κάτοχος του όπλου. «Πήγα να βγάλω από το σακάκι μου το πιστόλι που κατείχα νόμιμα και αυτό εκπυρσοκρότησε», είχε υποστηρίξει ο επιχειρηματίας.
Όμως έπειτα από διάστημα ενός περίπου μήνα τα δεδομένα αλλάζουν. Το θύμα δεν συμμερίζεται τα όσα αναφέρονται στις καταθέσεις των δυο παραπάνω προσώπων. Διαψεύδει τα περί ατυχήματος και δηλώνει στις αστυνομικές αρχές ότι ο επιχειρηματίας δεν την πυροβόλησε κατά λάθος. Έτσι η υπόθεση φεύγει από το Τμήμα Ασφάλειας Παλαιού Φαλήρου και μεταφέρεται στη Δίωξη Εγκλημάτων Κατά της Ζωής της Ασφάλειας Αττικής.
Στη συμπληρωματική κατάθεση που δίνει στις 2 Μαρτίου του 2012, όταν είχε πλέον συνέλθει και ήταν σε θέση να μιλήσει, η Γωγώ Φαρμάκη περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες το συμβάν. Αποκαλύπτει ότι είχε προηγηθεί φιλονικία ανάμεσα τους. Ότι συναντήθηκαν οι τρεις τους στο σπίτι όπου διέμενε μαζί με την αδερφή της. Πως ο επιχειρηματίας προκάλεσε μεγάλη φασαρία αναποδογυρίζοντας έπιπλα και σπάζοντας αντικείμενα. Πως ο πυροβολισμός δεν ήταν τυχαίος αλλά εσκεμμένος.
«Με το που τον είδα να έρχεται βίαια προς το μέρος μου φοβήθηκα πολύ και άρχισα να ανεβαίνω τρέχοντας τη σκάλα προς την κρεβατοκάμαρα. Αυτός με ακολούθησε κυνηγώντας με, ενώ πίσω του ερχόταν η Ολγα. Κάθισα στο κεφαλάρι του κρεβατιού μαζεμένη από τον φόβο μου και με σκυμμένο το κεφάλι. Εκείνος μου ζήτησε ξανά το σκυλί μου, τη Ζιζέλ, και όταν αρνήθηκα για άλλη μια φορά να του τη δώσω, με πυροβόλησε. Δεν κατάλαβα τι είχε συμβεί και σηκώνοντας το κεφάλι μου είδα τον Αγγλούπα να κρατάει ένα όπλο και να με σημαδεύει και μετά είδα την κοιλιά μου γεμάτη αίματα. Τότε η Ολγα άρχισε να τον βρίζει και να τσιρίζει ζητώντας να με μεταφέρουν στο νοσοκομείο, όπως και έγινε. Μέσα στον πανικό μου και ενώ είχα τις αισθήσεις μου, θυμάμαι ότι η Ολγα κι εγώ ήμασταν στα πίσω καθίσματα του αυτοκινήτου. Οδηγούσε ο Αγγλούπας».
Στις 26 Απριλίου του 2012 ο Αλέξανδρος Αγγλούπας καταθέτει υπόμνημα παροχής εξηγήσεων προς τον εισαγγελέα. Όπως αναφέρεται στο έγγραφο, «τα ξημερώματα της 4ης Νοεμβρίου 2011, γύρω στις 6 π.μ., ετοιμαζόμουν να αναχωρήσω για επαγγελματικούς λόγους στην επαρχία και συγκεκριμένα για την Πάτρα όπου και θα διανυκτέρευα. Πέρασα από την οικία της κυρίας Γεωργίας Φαρμάκη, αδελφή της μνηστής μου Ολγας, όπου βρισκόταν η τελευταία, προκειμένου να την αποχαιρετήσω. Από μια αδέξια κίνησή μου, καθώς έβγαλα το όπλο από τη μέση μου για να το αφήσω στο περβάζι του κρεβατιού στην κρεβατοκάμαρα των κοριτσιών για να παίξω με το σκυλάκι τους, το όπλο εκπυρσοκρότησε, με αποτέλεσμα να τραυματίσει την αδελφή της μνηστής μου. Στην αρχή μάλιστα δεν είχαμε καταλάβει πως η Γεωργία είχε τραυματιστεί, αλλά στη συνέχεια είδαμε το αίμα…».
Ο Αγγλούπας δικαιολογεί την οπλοφορία επικαλούμενος «την αύξηση της εγκληματικότητας». «Τα τελευταία χρόνια οι επιθέσεις σε επιχειρηματίες στην περιοχή των νοτίων προαστίων, όπου και διαμένω, με ανάγκασαν να καταφύγω στη λύση της οπλοφορίας προκειμένου να είμαι σε θέση να προστατεύω τον εαυτό μου. Για τον λόγο αυτό, το 2010 υπέβαλα σχετικό αίτημα και έλαβα από τις αρμόδιες αρχές νόμιμη άδεια οπλοφορίας. Θα ήθελα να σημειώσω ότι το γεγονός πως είμαι αναγκασμένος να οπλοφορώ για να εξασφαλίσω την προσωπική μου ασφάλεια με στενοχωρεί ιδιαίτερα και μου προκαλεί μεγάλο άγχος, δεδομένου ότι είμαι άνθρωπος που αντιπαθεί τη βία σε οποιαδήποτε μορφή της».