Μια κάρτα-«εργαλείο» με την οποία οι Ελληνες παραγωγοί ουσιαστικά θα λαμβάνουν προκαταβολικά τις επιδοτήσεις και τις ενισχύσεις που δικαιούνται σε ετήσια βάση, οι κάτοχοι της οποίας με εγγύηση τη βασική ενίσχυση θα μπορούν πριν εισπράξουν την επιδότηση να κάνουν αγορές από επιχειρήσεις που εμπορεύονται αγροεφόδια, αναλώσιμα, όπως σπόροι, φάρμακα, λιπάσματα, ζωοτροφές, κτηνιατρικά φάρμακα, καύσιμα κ.λπ. Επίσης θα μπορούν να εξοφλούν οφειλές τους έναντι ΕΛΓΑ, ΟΓΑ και Δημοσίου και να πραγματοποιούν αναλήψεις μετρητών μέχρι ενός ποσοστού. Το πιστωτικό όριο του αγρότη θα είναι στο 80% επί της βασικής ενίσχυσης κάθε χρονιάς.
Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, σύμφωνα με πληροφορίες του «Εθνους», έχει ήδη προχωρήσει στις απαραίτητες διαδικασίες για την κατοχύρωση του ονόματος «Κάρτα του Αγρότη» και σήμερα υπογράφεται το πρώτο μνημόνιο συνεργασίας με τη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας. Στο πλαίσιο εφαρμογής των νέων πολιτικών του, το υπουργείο υλοποιεί την «Κάρτα του Αγρότη» με στόχο να αποτελέσει αναπτυξιακό εργαλείο για τον Ελληνα αγρότη και ταυτόχρονα χρηματοοικονομικό προϊόν.
- Στόχος του υπουργείου είναι η χρηματοδότηση της παραγωγικής διαδικασίας και η παροχή ρευστότητας στην αγροτική οικονομία.
Συγκεκριμένα, με την κάρτα αυτή ο παραγωγός θα μπορεί να προεισπράττει όλο τον χρόνο έναντι των ενισχύσεων που δικαιούται, από το τραπεζικό ίδρυμα της προτίμησής του, με χαμηλό επιτόκιο, χρήματα που του είναι απαραίτητα για την αγορά εφοδίων και τη χρηματοδότηση εν γένει της δραστηριότητάς του. Μάλιστα, στο πλαίσιο αυτό και για την εφαρμογή του εγχειρήματος, η ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης έχει ανοίξει κύκλο επαφών με όλα τα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας, όπως και με την Ελληνική Ενωση Τραπεζών.
- Για την υλοποίηση του εγχειρήματος αυτού, το υπουργείο έχει προβεί και σε σχετική δήλωση κατάθεσης προς κατοχύρωση εθνικού σήματος αποκλειστικής χρήσης, ως λεκτικό «Κάρτα του Αγρότη / Agro - carta» και σχετική απεικόνιση στις αρμόδιες Αρχές.
Σύμφωνα με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, Βαγγέλη Αποστόλου, «Με τη συγκεκριμένη κάρτα ο αγρότης θα μπορεί να κάνει αναλήψεις για να χρηματοδοτεί τις ανάγκες της εκμετάλλευσής του, χρησιμοποιώντας ως εγγύηση τις ενισχύσεις που προκύπτουν από τα δικαιώματά του και τις χορηγήσεις μέσα από το πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης. Βασική στόχευση είναι οι χρηματοδοτήσεις μέσω της ''Κάρτας Αγρότη'' να γίνονται με ένα χαμηλό επιτόκιο. Είναι καιρός η τοκογλυφική λειτουργία που υπήρχε και υπάρχει ακόμη στον αγροτικό χώρο να αντιμετωπιστεί».
- Και ο κ. Αποστόλου συνεχίζει τονίζοντας ότι «οι τράπεζες μπήκαν στη διαδικασία επανεξέτασης των κοστολογίων τους, ιδιαίτερα όσον αφορά το σχετικό προϊόν, και τα επιτόκια που διαμορφώνονται, τουλάχιστον στις συζητήσεις, είναι πολύ πιο χαμηλά από τα σημερινά».
Το προϊόν απευθύνεται σε όλο το τραπεζικό σύστημα μέσω της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, γιατί έχει ως βασικό στόχο να αντιμετωπίσει τα υψηλά επιτόκια που επιβαρύνουν υπέρμετρα ακόμη και σήμερα τον αγροτικό χώρο, πρώτα μέσα από τη διαδικασία του ανταγωνισμού.
Πώς γίνεται η χρηματοδότηση από την Τράπεζα Πειραιώς
Η Τράπεζα Πειραιώς έχει προχωρήσει εδώ και μήνες στην έκδοση μιας «Κάρτας Αγρότη», ανεξάρτητα από την πρωτοβουλία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης που απευθύνεται σε όσους δικαιούνται επιδότηση. Μέσω αυτής προεξοφλείται μέρος των ετήσιων αγροτικών επιδοτήσεων και δίνονται στους αγρότες τα κεφάλαια που χρειάζονται την περίοδο που τα χρειάζονται για να καλύψουν ανάγκες τους. Με τη συγκεκριμένη «Κάρτα Αγρότη» μπορούν επίσης να εξοφλήσουν λογαριασμούς αγροτικού ρεύματος, τέλη άρδευσης, ασφαλιστικές εισφορές, να αγοράσουν εργόσημα κ.ά. Η εξόφληση γίνεται αυτόματα με την καταβολή της επιδότησης.
Σημειώνεται ότι η κάρτα δεν έχει έξοδα έκδοσης και το επιτόκιό της (χαμηλότερο από το επιτόκιο κεφαλαίου κίνησης αγροτών) ισχύει για τον χρόνο και το ποσό που χρησιμοποιείται κάθε φορά. Ειδικότερα, επειδή η χρήση γίνεται σταδιακά και σε χρονικό διάστημα μικρότερο του έτους, η πραγματική επιτοκιακή επιβάρυνση διαμορφώνεται σε χαμηλότερα επίπεδα. Για παράδειγμα, αν κάποιος χρησιμοποιήσει σταδιακά το όριο της κάρτας για 6 μήνες, τότε η πραγματική επιτοκιακή επιβάρυνση διαμορφώνεται σε περίπου 3%.