Μέχρι πριν από λίγο καιρό, το Λονδίνο ήταν μια ακριβή πόλη για να ζει κανείς και να εργάζεται. Σήμερα, κυρίως λόγω της επικείμενης εξόδου της Βρετανίας από την Ε.Ε., αυτό σε μεγάλο βαθμό δεν ισχύει πλέον. Η βρετανική πρωτεύουσα υποχώρησε κατά 57 θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη των ακριβότερων πόλεων του κόσμου για ξένους εργαζομένους και κατατάσσεται στην 103η θέση. Στην πρώτη θέση, και έχοντας ανέλθει 11 βαθμίδες από το 2015, εμφανίζεται το Τόκιο, έπειτα από πέντε χρόνια. Η Αθήνα κατρακύλησε 86 θέσεις και βρίσκεται στην 150ή θέση. Το Λονδίνο έπαψε να θεωρείται πόλη για «υψηλότερα βαλάντια», επειδή η λίρα αποδυναμώθηκε έναντι του δολαρίου και άλλων νομισμάτων μετά το δημοψήφισμα για το Brexit.
«Οταν οι βρετανικές εταιρείες μεταθέτουν στελέχη τους στο εξωτερικό, καταβάλλουν υψηλότερο τίμημα εν συγκρίσει με τα χρήματα που θα έδιναν για να φέρουν προσωπικό εντός συνόρων της χώρας», παρατηρεί ο Στίβεν Κίλφεντερ, διευθυντής παραγωγής της ECA International, της εταιρείας συμβούλων που καταρτίζει τον κατάλογο και υπολογίζει το κόστος ζωής για τους εργαζομένους εταιρειών εκτός έδρας.
«Σήμερα, το Λονδίνο είναι φθηνότερο από το Παρίσι, το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, χάρη στη λίρα», προσθέτει ο κ. Κίλφεντερ. Ενα λίτρο βενζίνης κοστίζει 1,60 δολάριο στο Λονδίνο, 83 σεντς στη Νέα Υόρκη, 2 δολάρια στο Χονγκ Κονγκ και 1 στο Σίδνεϊ, ενώ ένα εισιτήριο του σινεμά κοστίζει 17,07 δολάρια, 15,72 δολάρια, 12,64 δολάρια και 16,10 δολάρια, αντίστοιχα.
Πηγή γραφήματος «Καθημερινή»
Οι πόλεις που έγιναν πιο προσιτές, και άρα υποβαθμίστηκαν στην κατάταξη με τις ακριβότερες πόλεις για το 2016, ήταν εκείνες της Νιγηρίας, της Μοζαμβίκης και της Βρετανίας. Λόγου χάρη, το Εδιμβούργο κατρακύλησε στην 151η θέση από την 67η το 2015. Η Ζυρίχη βρίσκεται φέτος στην 3η θέση, όταν πέρυσι είχε καταταγεί στην πρώτη. Το 2016, χάρη στη σχετική ευρωστία του ευρώ στα μεσοδιαστήματα μεταξύ των ερευνών της ECΑ International, oι περισσότερες πόλεις των χωρών της Ευρωζώνης ανήλθαν στην κατάταξη, μεταξύ αυτών μεγάλες πόλεις της Γαλλίας, της Ολλανδίας και της Γερμανίας, ολοκληρώνει το άρθρο της η «Καθημερινή».