Μια ακόμη εβδομάδα κατά την οποία θα δοθεί η μάχη των στοιχείων μεταξύ των τεχνικών κλιμακίων των δανειστών και του υπουργείου Εργασίας ξεκίνησε, με τις κύριες συντάξεις και κυρίως τις «προσωπικές διαφορές» -τις διαφορές δηλαδή που θα προκύψουν από τον επανυπολογισμό των παλιών συντάξεων με βάση το καινούριο σύστημα του νόμου Κατρούγκαλου- να βρίσκονται στην κλίνη του Προκρούστη.
Ο γρίφος δεν είναι καθόλου εύκολος.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με βάση το εν λόγω ρεπορτάζ του euro2day.gr, ζητεί περικοπές ύψους 1,8 δισ. ευρώ και μάλιστα εφάπαξ, από τον πρώτο κιόλας χρόνο, είτε αυτός είναι το 2019 είτε το 2020. Η ελληνική πλευρά γνωρίζει πως οι αριθμοί δεν βγαίνουν, καθώς ακόμη κι αν κοβόταν ολόκληρη η προσωπική διαφορά σε όλους, δεν εξοικονομούνται παρά περίπου 1,4 δισ. ευρώ. Και αυτό γιατί οι οικονομικές υπηρεσίες του υπουργείου Εργασίας υπολογίζουν το σύνολο της «προσωπικής διαφοράς» σε όλο το σύστημα στο 0,75% του ΑΕΠ. Μέσα όμως σε αυτό το μέγεθος περιλαμβάνονται και «προσωπικές διαφορές» στις χαμηλές αλλά και στις κατώτατες συντάξεις, τις οποίες θέλει πάση θυσία να προστατέψει η ελληνική κυβέρνηση.
Οι μεγαλύτερες «προσωπικές διαφορές» εντοπίζονται στους συνταξιούχους του πρ. ΤΕΒΕ (περίπου 30%) και του Δημοσίου (15%-20%), ενώ στο ΙΚΑ είναι μικρές (4%-5%).
Έτσι, στο στόχαστρο για πιθανές περικοπές μπαίνουν όχι μόνο οι άτυχοι-προνομιούχοι που έχουν υποστεί τις περικοπές των προηγούμενων μνημονίων και παραμένουν «τυχεροί» λαμβάνοντας συντάξεις άνω των 1.000 ευρώ, όπως όσοι προέρχονται από το Δημόσιο, ένστολοι, γιατροί και πανεπιστημιακοί, ή αυτοί του ΙΚΑ που συνταξιοδοτήθηκαν με 35ετία με υψηλούς μισθούς, ή ακόμη και οι έμποροι-ελεύθεροι επαγγελματίες που συνταξιοδοτήθηκαν κυρίως από το πρώην ΤΕΒΕ με περισσότερα από 35 χρόνια ασφάλισης. Στο στόχαστρο τίθεται και το 44,8% των συνταξιούχων που λαμβάνουν μηνιαία σύνταξη κάτω από τα 665 ευρώ.
Το γεγονός ότι οι μισθοί των εργαζομένων, ιδίως των νέων, είναι πολύ μικρότεροι από τους μισθούς πριν από την κρίση, ή ότι ο κατώτατος μισθός είναι μικρότερος από την κατώτατη σύνταξη, ή ότι το 27% των συνταξιούχων που βγήκαν στη σύνταξη τα προηγούμενα χρόνια είναι ηλικίας 56-62 ετών, είναι στοιχεία που επισημαίνουν οι δανειστές και που σύμφωνα με τα όσα υποστηρίζουν, καθιστούν τις μειώσεις σχεδόν αναπόφευκτες. Αλλά και όσοι γνωρίζουν το ασφαλιστικό υποστηρίζουν ότι σε αυτό το δυσμενές οικονομικό πλαίσιο, είναι αφελές να πιστεύει κανείς ότι οι συντάξεις θα μείνουν αλώβητες, παρότι 6 στους 10 συνταξιούχους στη χώρα παίρνουν σύνταξη κάτω από 700 ευρώ.
Οι μελέτες βέβαια δείχνουν ότι στην Ελλάδα της κρίσης, το 13,7% των συνταξιούχων ζει σε συνθήκες υλικής στέρησης. Σύμφωνα με το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων, εξαιτίας των 13 ειδικών και άλλων πρόσθετων εισφορών-περικοπών που επιβλήθηκαν από όλες τις κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια, οι συντάξεις μειώθηκαν από 20% έως και άνω του 50%, με αποτέλεσμα να αποτελούν, πλέον, φιλοδωρήματα.
Αλλά και από τα διαθέσιμα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας προκύπτει ότι η μέση κύρια σύνταξη κυμαίνεται στα 666,07 ευρώ, χωρίς να έχουν αφαιρεθεί οι κρατήσεις φόρου. Σε απόλυτους αριθμούς, 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι λαμβάνουν σύνταξη που δεν ξεπερνά το ποσόν των 665 ευρώ και η οποία αποτελεί -σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή- το σταθερό όριο σχετικής φτώχειας. Άκρως ανησυχητικό είναι και το στοιχείο ότι 52% των νοικοκυριών στη χώρα μας, λόγω της υψηλής ανεργίας και της φτώχειας, ζουν από τις συντάξεις των ηλικιωμένων μελών τους.
Μάλιστα, οι συνταξιούχοι αυτοί δεν θα μείνουν αλώβητοι και από την προδιαγεγραμμένη μείωση του αφορολόγητου. Μόνο από τη «διεύρυνση της φορολογικής βάσης» εκτιμάται ότι θα πληγούν και οι συνταξιούχοι που έχουν εισόδημα άνω των 500 ευρώ τον μήνα. Και βέβαια, το χτύπημα για αυτούς θα είναι διπλό, καθώς παρά τις προσπάθειες του οικονομικού επιτελείου για να προστατευτούν οι κατώτατες συντάξεις, η δέσμευση για μείωση της δαπάνης κατά 1% του ΑΕΠ δεν αφήνει κανένα περιθώριο και κυρίως δεν αφήνει εκτός περικοπών καμία σύνταξη.
Άλλωστε, αυτοί που παίρνουν άνω των 1.000 ευρώ σύνταξη, περίπου 720.000 άτομα, δεν επαρκούν να καλύψουν τον λογαριασμό. Ακόμη κι αν ο πήχυς κατέβει στα 700 με 800 ευρώ, θα πρέπει ακαριαία, ανεξάρτητα από τις προσωπικές διαφορές, να επιβληθούν μειώσεις της τάξης του 10%. Αν το «μαχαίρι» πέσει σε όλους, οι μειώσεις θα πέσουν κοντά στο 6,7%.
Βαθύ μαχαίρι και στις πολύ χαμηλές συντάξεις
Με δεδομένη την επιμονή του ΔΝΤ για σημαντικές περικοπές στη συνταξιοδοτική δαπάνη και τη σιωπηρή αποδοχή των αιτημάτων αυτών από την πλευρά των ευρωπαϊκών θεσμών, στο στόχαστρο μπαίνουν ακόμη και οι πολύ χαμηλές συντάξεις, όπως αυτές που λαμβάνουν οι μητέρες ανηλίκων που συνταξιοδοτήθηκαν με μειωμένη σύνταξη, οι οποίες λαμβάνουν τα κατώτατα όρια με τη λεγόμενη προσαύξηση κατωτάτων ορίων και η σύνταξή τους είναι αρκετά μεγαλύτερη από εκείνη που δικαιούντο, με βάση τις εισφορές και τις αποδοχές τους, συνταξιούχοι του ΙΚΑ με 15ετία, αλλά και πρώην ελεύθεροι επαγγελματίες του ΤΕΒΕ.
Είναι ενδεικτικό ότι σήμερα, συνταξιούχος του ΙΚΑ που αποχώρησε στα 65 με 15ετία ή 4.500 ένσημα, λαμβάνει σήμερα σύνταξη προ φόρου και υγειονομικής περίθαλψης 486 ευρώ, δηλαδή τα κατώτατα όρια του ΙΚΑ. Η προσωπική διαφορά που θα του προκύψει, εφόσον έως τον Σεπτέμβριο του 2017 επανυπολογιστεί η σύνταξή του, θα είναι 95 ευρώ. Εφόσον κοπούν στο σύνολό τους οι προσωπικές διαφορές, η σύνταξή του θα διαμορφωθεί στα 390 ευρώ…
Αντίστοιχα, γυναίκα συνταξιούχος που αποχώρησε από τον ιδιωτικό τομέα ως μητέρα ανηλίκου στη 12η ασφαλιστική κλάση με 6.000 ημέρες ασφάλισης, λαμβάνει σήμερα σύνταξη προ φόρου και υγειονομικής περίθαλψης 612 ευρώ. Η προσωπική διαφορά που μπαίνει στο «στόχαστρο» εκτιμάται σε 83 ευρώ, με κίνδυνο η σύνταξη να διαμορφωθεί από το 2019 ή το 2020 σε 529 ευρώ τον μήνα.
Μάλιστα, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι εάν η λύση των περικοπών περάσει μέσα από τις προσωπικές διαφορές, όπως επιθυμεί το ΔΝΤ, θα υπάρξει και μια ομάδα συνταξιούχων με υψηλότερες συντάξεις, που μετά τον υπολογισμό θα δουν μικρές ή και μηδενικές προσωπικές διαφορές. Αυτοί είναι κυρίως συνταξιούχοι από ΔΕΚΟ - Τράπεζες, οι οποίοι πλήρωναν πολύ υψηλές εισφορές και θα λάβουν με το νέο σύστημα την προσαύξηση της σύνταξης, αλλά και δημόσιοι λειτουργοί όπως δικαστές, οι οποίοι είχαν πολύ υψηλές συντάξιμες αποδοχές και έτσι τόσο η παλιά όσο και η νέα τους σύνταξη πέφτει στον πήχη του πλαφόν των 2.000 μεικτά, που ισχύει για όλες τις κύριες συντάξεις.