Η αδυναμία των οφειλετών να εξυπηρετήσουν τα δάνεια ή τις κάρτες τους εξαιτίας της δεινής οικονομικής κρίσης, οδηγεί τους πάσης φύσεως δανειστές (εταιρίες) και τις τράπεζες - πιστωτικά ιδρύματα να καταφεύγουν σε εισπρακτικές εταιρίες προκειμένου να ενημερώνουν αυτές τους οφειλέτες για την άμεση εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους. Ωστόσο παρατηρείται από τους οφειλέτες οι εισπρακτικές εταιρίες να καταφεύγουν σε απρόσφορα μέσα κατά τις οχλήσεις τους σε αυτούς με συνέπεια να τους δημιουργούν εύλογη αναστάτωση.
Ειδικότερα, αφού οι οφειλέτες καταγγείλουν το συμβάν στον αρμόδιο φορέα και προσφύγουν στην δικαιοσύνη για την προστασία τους από την προσβολή που υφίστανται, διαπιστώνεται εν πολλοίς από τα καθ’ ύλην αρμόδια δικαστήρια ότι οι εισπρακτικές εταιρίες παραβιάζουν τον νόμο, ακολουθώντας άκρως πιεστικές και προσβλητικές πρακτικές σε βάρος των οφειλετών.
Απόφαση από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (κατ’έφεση) εντός του έτους 2017 η οποία επικυρώνει την πρωτόδικη απόφαση του Ειρηνοδικείου η οποία είχε επιδικάσει στον οφειλέτη αποζημίωση 3.000 ευρώ για την προσβολή της προσωπικότητάς του από την παράνομη και αθέμιτη πρακτική της εισπρακτικής εταιρείας.
Ειδικότερα όπως αποκαλύπτει το economy365.gr, η εν λόγω υπόθεση αφορά σε οφειλέτη ο οποίος ύστερα από αίτησή του στην τράπεζα είχε εκδώσει μια κάρτα η οποία όμως εκλάπη αλλά δηλώθηκε η απώλειά της εμπρόθεσμα στην τράπεζα. Πάρα ταύτα η κάρτα χρεώθηκε και η εισπρακτική εταιρία ενοχλούσε τον κάτοχό της επίμονα, πιεστικά και προσβλητικά 8 φορές μέσα σε διάστημα 18 ημερών. Στο μεσοδιάστημα ο οφειλέτης είχε αμφισβητήσει τα ποσά και τις χρεώσεις.
Ύστερα από τα ανωτέρω ο οφειλέτης προσέφυγε στο αρμόδιο δικαστήριο εν προκειμένω για την αποζημίωσή του, για την προσβολή που υπέστη η προσωπικότητά του από την αθέμιτη πρακτική της εισπρακτικής. Ειδικότερα, η εν λόγω εισπρακτική εταιρία με τις διαρκείς οχλήσεις προς τον οφειλέτη, με τρόπο πιεστικό, προσβλητικό και υποτιμητικό, και αντιμετωπίζοντας αυτόν, τόσο προσωπικά όσο και έναντι του οικογενειακού και επαγγελματικού του περιβάλλοντος, ως πρόσωπο αφερέγγυο και ανειλικρινές, είχε ως αποτέλεσμα να του δημιουργήσουν εύλογη αναστάτωση και αισθήματα θυμού, λαμβανομένου υπόψη ιδίως του γεγονότος, ότι βρισκόταν σε εξέλιξη η διαδικασία αμφισβητήσεως εκ μέρους του της οφειλής έναντι της τράπεζας.
Σύμφωνα με την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που δίκαζε κατ’ έφεση την υπόθεση αποδείχθηκαν τα εξής:
Ακολούθως, ο εφεσίβλητος ήλθε σε επαφή με τα αρμόδια τμήματα της πρώτης εκκαλούσας τράπεζας και δη το τμήμα καρτών, προκειμένου να ενημερωθεί για την κίνηση της κάρτας και το είδος των επικαλούμενων συναλλαγών, και υπέβαλε στις εκκαλούσα, επικαλούμενος ότι κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα δεν είχε χρησιμοποιήσει την επίδικη κάρτα. Κατά το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα, υπάλληλοι της δεύτερης εκκαλούσας εισπρακτική εταιρίας που ενεργούσε για λογαριασμό της πρώτης εκκαλούσας τράπεζας, όπως προεκτέθηκε, ήλθαν σε επανειλημμένη τηλεφωνική επικοινωνία στο προσωπικό του τηλέφωνο και δη κατά τις 6, 11, 13 και 18 Μαΐου του έτους 2010, κατά τη διάρκεια της οποίας με τρόπο επίμονο και πιεστικό επιθυμούσαν να λάβουν γνώση περί της πορείας της ανωτέρω αμφισβητήσεως, και του ζητούσαν επιτακτικά να τους αναφέρει τα προσωπικά του στοιχεία, όπως τον αριθμό του δελτίου ταυτότητάς του και του αριθμού φορολογικού του μητρώου, κάτι το οποίο ο εφεσίβλητος αρνήθηκε να πράξει. Περαιτέρω, προστηθέντες υπάλληλοι της δεύτερης εκκαλούσας καλούσαν επανειλημμένα στο τηλέφωνο του δικηγορικού του γραφείου, έχοντας μάλιστα έλθει σε επικοινωνία και με τον πατέρα του εφεσιβλήτου, στον οποίον συνέστησαν να τον προτρέψει να εξοφλήσει την σε βάρος του προβαλλόμενη απαίτηση της πρώτης εκκαλούσας.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών απέρριψε την έφεση της εισπρακτικής εταιρίας και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση που είχε επιδικάσει στον οφειλέτη αποζημίωση ποσού 3.000 ευρώ για την προσβολή της προσωπικότητάς του εξαιτίας της παράνομης και αθέμιτης πρακτικής της εισπρακτικής εταιρίας.