Το επιβεβαιωμένο φιάσκο του Eurogroup της 22ας Μαΐου οδηγεί την Ελλάδα σε ένα νέο μονόδρομο επιβολής σκληρής λιτότητας και αδυσώπητης επιτροπείας από την πλευρά των δανειστών, που περιμένουν τη χώρα μας στη... στροφή, για να υπογράψει ακόμη μία συμφωνία άτακτης υποχώρησης στην προγραμματισμένη συνεδρίαση της Ευρωομάδας στις 15 Ιουνίου.
Ο μέχρι πρότινος θρίαμβος που διακατείχε τόσο τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, όσο και το σύνολο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ότι το ελληνικό χρέος θα τακτοποιόταν με μια συμφωνία – εξπρές, μετατράπηκε σε κατήφεια και έντονο προβληματισμό.
Το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα σημειώνει στο άρθρο του το "newsbomb.gr", έγινε νόμος του κράτους, αλλά η κυβέρνηση έμεινε να κοιτάζει, αποσβολωμένη και μουδιασμένη από το «καναβάτσο» των Βρυξελλών, τους Θεσμούς να μεταθέτουν στις καλένδες το θέμα του χρέους.
Και ήταν ακριβώς εκείνη η στιγμή που ήρθε η «διαρροή» του εμπιστευτικού εγγράφου του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), με το οποίο οι υποσχέσεις του κ. Τσίπρα έμειναν, για ακόμη μία φορά, «κενό γράμμα», καθώς το Κουαρτέτο δεν φαίνεται να επιθυμεί να δώσει «ανάσες» στην ελληνική οικονομία.
Μέσα από τρία διαφορετικά σενάρια, όπως αυτά περιγράφονται στο συγκεκριμένο έγγραφο, αποδεικνύεται η πρόθεση των δανειστών και ιδίως των κυρίων Ρέγκλινγκ (ESM) και Σόιμπλε να παρατείνουν τη λιτότητα για τουλάχιστον 60 χρόνια, κάτι που συνεπάγεται τον εκμηδενισμό των πολιτών αυτής της χώρας.
Τα τρία σενάρια
Σενάριο 1
Σύμφωνα με το σενάριο αυτό, όπως αναφέρεται στο σχετικό άρθρο του Reuters, η Ελλάδα δεν χρειάζεται περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους της, εφόσον τα πρωτογενή πλεονάσματα διατηρηθούν στο 3,5% του ΑΕΠ ή πιο πάνω μέχρι το 2032 και σίγουρα πάνω από το 3% μέχρι το 2038.
Ως προς αυτή τη λύση, υποστηρίζεται πως τέτοιες μακρές περίοδοι υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων δεν είναι δίχως προηγούμενο: Για παράδειγμα η Φινλανδία είχε πρωτογενές πλεόνασμα 5,7% για 11 χρόνια, την περίοδο 1998-2008 και η Δανία 5,3% για 26 χρόνια, από το 1983 έως το 2008.
Μία δεύτερη επιλογή υπό το σενάριο Α υποθέτει ότι η Ελλάδα εξασφαλίζει τη μέγιστη πιθανή «ελάφρυνση» χρέους, στο πλαίσιο της συμφωνία του Μαΐου του 2016. Υπό το πρίσμα αυτό, η Ελλάδα θα πρέπει να κρατήσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% έως το 2022, αλλά μετά θα μπορεί να το ρίξει σε περίπου 2% στα μισά της δεκαετίας του 2030 και στο 1,5% έως το 2048, βγάζοντας μέσο όρο 2,2% την περίοδο 2023-2060.
Χρεωμένοι και… υποθηκευμένοι για μια ζωή!
Το ίδιο εμπιστευτικό έγγραφο αναφέρει ότι η «μέγιστη» πιθανή «ελάφρυνση» χρέους που εξετάζεται είναι μία επέκταση της μέσης σταθμισμένης ωρίμανσης δανείων κατά 17,5 χρόνια, από τα 32,5 χρόνια που είναι σήμερα, με τα τελευταία δάνεια να εκπνέουν το 2080.
Ακόμη, ο ESM θα περιόριζε τις αποπληρωμές των δανείων στο 0,4% του ΑΕΠ έως το 2050 και να θέσει «ταβάνι» 1% στα επιτόκια έως το 2050. Επίσης, ο ESM αγόραζε το 2019 τα 13 δισ. ευρώ που οφείλει η Ελλάδα στο ΔΝΤ, καθώς αυτά τα δάνεια είναι πολύ πιο ακριβά από εκείνα της ευρωζώνης.
Όλα αυτά θα κρατούσαν τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας στο 13% του ΑΕΠ έως το 2060 και να ρίξει την αναλογία χρέους/ΑΕΠ στο 65,4% το 2060, από περίπου 180% που είναι τώρα. Επίσης, το σενάριο Α εκτιμά σε 1,3% τη μέση ετήσια ανάπτυξη στην Ελλάδα για αυτή την περίοδο.
«Το ΔΝΤ πιστεύει δικαιολογημένα ότι τέτοιες εκτιμήσεις για ανάπτυξη και πρωτογενή πλεονάσματα είναι μη ρεαλιστικά στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου οι θεσμοί είναι αδύναμοι και η παραγωγικότητα χαμηλή», σημειώνει ακόμη το Reuters.
Σενάριο 2
Το δεύτερο σενάριο του εγγράφου βασίζεται στις εκτιμήσεις του ΔΝΤ για μέση ανάπτυξη 1% και επιστροφή σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% από το 2023, έπειτα από πέντε χρόνια στο 3,5%. Αυτό βλέπει το ελληνικό χρέος να αυξάνεται από το 2022 και να φτάνει στο 226% το 2060.
Τότε, οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να ανακεφαλαιοποιηθούν και οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας, στα τέλη της δεκαετίας του 2020, θα είναι πάνω από το «ταβάνι» του 15% του ΑΕΠ που έχουν υποσχεθεί οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης, ξεπερνώντας το 50% το 2060.
Για να γίνει βιώσιμο το ελληνικό χρέος, υπό τις εκτιμήσεις του Ταμείου, η ευρωζώνη θα πρέπει να παρέχει βαθύτερη «ελάφρυνση» χρέους στην Ελλάδα από εκείνη που προσφέρθηκε με όρους το 2016, κάτι που απορρίπτουν οι υπουργοί της ευρωζώνης.
Τον Μάιο του 2016 η ευρωζώνη υποσχέθηκε να επεκτείνει τις ωριμάνσεις και τις περιόδους χάριτος των ελληνικών δανείων, ώστε οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας να είναι κάτω από το 15% του ΑΕΠ έπειτα από το 2018 μεσοπρόθεσμα και κάτω από το 20% του ΑΕΠ αργότερα.
Επίσης, τότε είχαν πει ότι θα εξετάσουν την αντικατάσταση των πιο ακριβών δανείων του ΔΝΤ στην Ελλάδα με φθηνότερα της ευρωζώνης και να μεταβιβάσουν στην Αθήνα τα κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα.
«Όμως», συνεχίζει το Reuters, «όλα αυτά μπορούν, πάντα κατά τις υποσχέσεις, να συμβούν μόνο αν η Ελλάδα εφαρμόσει τις εξοντωτικές «μεταρρυθμίσεις» έως τα μέσα του 2018 και μόνο αν μία ανάλυση δείξει ότι η Αθήνα χρειάζεται «ελάφρυνση» προκειμένου το χρέος να γίνει βιώσιμο».
Αυτό, βεβαίως, δεν είναι παρά ακόμη μία ουτοπική υπόθεση.
Σενάριο 3
Το έγγραφο κάνει αναφορά και σε ένα τρίτο σενάριο, συμβιβασμό των δύο πρώτων, υποθέτοντας ότι θα υπάρχει μέση ανάπτυξη 1,25%, πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022, το οποίο στη συνέχεια θα μειωθεί σταδιακά σε μέσο όρο 1,8% αντί για 2,22%, την περίοδο 2023-2060.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το ελληνικό χρέος θα γίνει βιώσιμο με επιμήκυνση των μέσω ωριμάνσεων των δανείων της ευρωζώνης κατά 15 χρόνια, με τα τελευταία να λήγουν το 2080, κλείδωμα του επιτοκίου στο 1% έως το 2050και όριο απόσβεσης στο 0,4% του ελληνικού ΑΕΠ. Βεβαίως, και το σενάριο αυτό οδηγεί την Ελλάδα σε ακόμη πιο δεινές περιπέτειες.
Σε λιγότερο από ένα μήνα, στο τακτικό Eurogroup της 15ης Ιουνίου, το μόνο που μπορεί πλέον η χώρα να αναμένει είναι μια συμφωνία που θα περιορίζεται μόνο στο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης και στην εκταμίευση της δόσης των 7,1 δισ. ευρώ.
Μεγάλο ερώτημα παραμένει, ωστόσο, εάν η κυβέρνηση θα έχει προλάβει ως τότε να κλείσει τα 25 προαπαιτούμενα.
Όπως όλα δείχνουν, το ΔΝΤ δεν συμμετάσχει περαιτέρω στο ελληνικό πρόγραμμα κι όλα δείχνουν πως η σύνταξη νέας έκθεση βιωσιμότητας για το ελληνικό χρέος, είναι μάλλον αβέβαιη.
Όσο για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), μάλλον θα αρχίσει να θυμίζει «όνειρο θερινής νυκτός»
Το χειρότερο, ωστόσο, είναι ότι πλέον μπαίνει οριστικά «ταφόπλακα» στη συζήτηση για το χρέος, στην οποία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ πόνταρε πολλά.
Με απλά λόγια: δώσαμε ξανά, για πολλοστή φορά τα πάντα και δεν πήραμε παρά μόνο μια επαχθέστατη συμφωνία – συμβιβασμό, που υποθηκεύει μια για πάντα τις ζωές των Ελλήνων.