Νέα απόφαση για το χρόνο παραγραφής φορολογικών προστίμων εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, ξεκαθαρίζοντας πως τα πρόστιμα παραγράφονται μετά από την παρέλευση δεκαετίας ακόμη και εάν τα σχετικά στοιχεία περιήλθαν καθυστερημένα στη φορολογική διοίκηση.
Με την 1091/2017 απόφασή του, το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο ξεκαθάρισε πως το δικαίωμα του Δημοσίου για διενέργεια αρχικής φορολογικής εγγραφής (εν προκειμένω επιβολής προστίμου) παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαετίας, ακόμη και εάν τα στοιχεία από τα οποία απορρέει η σχετική φορολογική υποχρέωση περιήλθαν στον προϊστάμενο της εφορίας καθυστερημένα ανεξάρτητα μάλιστα από το εάν έχει εκδοθεί και κοινοποιηθεί ή όχι αρχικό φύλλο ελέγχου.
Βάσει της ίδιας αποφάσεως δεν εμποδίζεται η φορολογική αρχή, έχοντας διενεργήσει στο παρελθόν έλεγχο στα βιβλία και στοιχεία του επιτηδευματία για ορισμένη χρήση και έχοντας ακόμη εκδώσει και πράξη επιβολής προστίμου για παραβάσεις που διαπιστώθηκαν κατά τη χρήση αυτή να επανέλθει και να διενεργήσει επαναληπτικό έλεγχο των βιβλίων και στοιχείων για την ίδια χρήση. Ακολούθως, δε δύναται να εκδώσει και άλλη πράξη επιβολής προστίμου για άλλες παραβάσεις που τυχόν διαπιστώνονται κατά τον έλεγχο αυτό, ενεργώντας μέσα στα χρονικά πλαίσια της πενταετούς παραγραφής του δικαιώματος της.
Τέλος, το Συμβούλιο της Επικρατείας δέχθηκε πως οι υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων μπορούν να εκδώσουν πράξεις επιβολής προστίμου για παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων που διαπιστώνονται από συμπληρωματικά στοιχεία που περιήλθαν σε γνώση της μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος της διαχειριστικής περιόδου που έπεται εκείνης, στην οποία αφορά η παράβαση.
Αυτό μπορεί να συμβεί ανεξαρτήτως αν πραγματοποιήθηκε σχετική εγγραφή, αρχική ή συμπληρωματική, στη φορολογία εισοδήματος ή αν η εγγραφή αυτή οριστικοποιήθηκε ή όχι, αρκεί η πράξη επιβολής προστίμου να εκδοθεί και κοινοποιηθεί εντός της προβλεπόμενης δεκαετούς προθεσμίας από το τέλος της ανωτέρω διαχειριστικής περιόδου.