Στο 4% ορίζεται το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς για το εφάπαξ που θα καταβάλλεται από μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ). Εξαιρούνται μόνον οι παλαιοί ασφαλισμένοι μισθωτοί, όπως αποσαφηνίζει εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας, επισημαίνοντας ότι όπου υπάρχουν διατηρούνται και οι εργοδοτικές εισφορές, καθώς δεν αλλάζει το καθεστώς για τους πριν από την 1/1/1993 ασφαλισμένους. Αυτό σημαίνει πως περίπου 250.000 «παλαιοί» ασφαλισμένοι, όπως εμποροϋπάλληλοι που πληρώνουν ασφάλιστρο μόλις 0,8%, εργατοϋπάλληλοι μετάλλου που πληρώνουν 1%, ξενοδοχοϋπάλληλοι και δημοτικοί υπάλληλοι διασώζονται τελικά από τη σημαντική αύξηση εισφορών.
Αναλυτικά, εγκύκλιος που υπογράφει ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος καθορίζει την υποχρέωση καταβολής μηνιαίας εισφοράς, από 1η Ιανουαρίου 2017 και μετά, για παροχές εφάπαξ. Η εισφορά 4% αφορά ασφαλισμένους - μισθωτούς με έναρξη ασφάλισης μετά την 1η Ιανουαρίου 1993, αλλά και αυτοτελώς απασχολουμένους, ασφαλισμένους πριν ή μετά το 1993. Για τους μισθωτούς η εισφορά θα υπολογίζεται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους, για τους αυτοτελώς απασχολουμένους όμως θα υπολογίζεται επί του εισοδήματός τους.
Στην εγκύκλιο που παρουσίασε η Έντυπη ΈΚδοση της Καθημερινής, αποσαφηνίζεται ότι για όσους είναι «παλαιοί» ασφαλισμένοι - μισθωτοί, δηλαδή έχουν έναρξη ασφάλισης μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1992, «εφαρμόζονται οι επιμέρους καταστατικές διατάξεις των εντασσόμενων ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών πρόνοιας στο ΕΤΕΑΕΠ». Μοναδική εξαίρεση αποτελούν οι μισθωτοί ασφαλισμένοι στους τομείς πρόνοιας του τ. ΕΤΑΠ-ΜΜΕ, των οποίων τα ποσοστά εισφορών υπολογίζονται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 38 του νέου ασφαλιστικού (ν. 4387/2016).
Στους μισθωτούς - «νέους ασφαλισμένους», το ποσό της μηνιαίας εισφοράς για εφάπαξ καθορίζεται σε 4%, υπολογιζόμενο επί των ασφαλιστέων αποδοχών. Η ρύθμιση αφορά όλους τους ασφαλισμένους που είχαν ασφαλισθεί σε φορέα κύριας ασφάλισης για πρώτη φορά μετά την 1/1/1993, ακολουθεί τη βάση υπολογισμού των μισθωτών για κύρια σύνταξη και επιβάλλεται επί των πάσης φύσεως αποδοχών, με εξαίρεση τις κοινωνικού χαρακτήρα έκτακτες παροχές λόγω γάμου, γεννήσεως τέκνων, θανάτου και βαριάς αναπηρίας. Και για τους αυτοτελώς απασχολουμένους το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς ορίζεται από 1/1/2017 σε 4%. Το ποσοστό αυτό ισχύει για «παλαιούς» και «νέους» ασφαλισμένους. Ως βάση υπολογισμού θεωρείται το εισόδημα που λαμβάνεται υπόψη και για την κύρια ασφάλιση.
Δικηγόροι, μηχανικοί και υγειονομικοί, «παλαιοί» ασφαλισμένοι, που παρέχουν μισθωτή εργασία ή απασχολούνται με έμμισθη εντολή, από 1/1/2017 καταβάλλουν την προβλεπόμενη εισφορά 4% των αυτοτελώς απασχολουμένων και βάση υπολογισμού της είναι οι αποδοχές όπως υπολογίζονται και για τους υπόλοιπους μισθωτούς.
Ειδικά για τους απασχολουμένους στο Δημόσιο, μηχανικούς και υγειονομικούς με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου, καθώς και τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή, ως αποδοχές για τη βάση υπολογισμού νοούνται οι ασφαλιστέες αποδοχές για κύρια σύνταξη. Για αυτούς που υπηρετούν ή προσλαμβάνονται στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου η εισφορά υπολογίζεται στις αποδοχές, με εξαίρεση τις κοινωνικού χαρακτήρα έκτακτες παροχές.