Η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος είναι υποχρεωτική στις βουλευτικές εκλογές. Παρότι η μη άσκηση του δικαιώματος του εκλέγειν συνεπάγεται κυρώσεις, αυτές δεν έχουν εφαρμοστεί σε πολίτες που δεν έχουν πάει να ψηφίσουν.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο του υπουργείου Εσωτερικών η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος στις γενικές βουλευτικές εκλογές, σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος και της εκλογικής νομοθεσίας, είναι υποχρεωτική.
Συνεπώς, όλοι οι εκλογείς υποχρεούνται την 20η Σεπτεμβρίου 2015 να προσέλθουν στις κάλπες και να ψηφίσουν για την ανάδειξη των βουλευτών του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
Να υπενθυμίσουμε όμως ότι ποτέ δεν έχουν εφαρμοστεί οι κυρώσεις σε πολίτη που δεν πήγε να ψηφίσει.
Τι προβλέπει η εκλογική νομοθεσία
Ο εκλογέας που αδικαιολόγητα δεν ασκεί το δικαίωμα του εκλέγειν τιμωρείται με φυλάκιση από ένα μήνα μέχρι ένα έτος.
Γι’ αυτό όσοι δεν μπορέσουν να ψηφίσουν, θα πρέπει να μεριμνήσουν ώστε να έχουν στην κατοχή τους σχετικά έγγραφα ή στοιχεία, με τα οποία να δικαιολογούν την παράλειψη άσκησης του εκλογικού τους δικαιώματος.
Από την ανωτέρω υποχρέωση, εξαιρούνται, οι ακόλουθες κατηγορίες εκλογέων:
- Αυτοί που έχουν υπερβεί το εβδομηκοστό έτος της ηλικίας τους.
- Όσοι θα βρίσκονται κατά την ημέρα της ψηφοφορίας στο εξωτερικό.
- Οι εκλογείς που έχουν εγγραφεί στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους ετεροδημοτών, αλλά δεν κατέστη δυνατή η σύσταση ειδικού εκλογικού τμήματος ετεροδημοτών , λόγω μη συμπληρώσεως, σε όλη την εφετειακή περιφέρεια, του αριθμού των σαράντα ( 40), τουλάχιστον, ετεροδημοτών εκλογέων της ίδιας εκλογικής περιφέρειας
Επίσης, θα υπάρξουν εκλογείς που για διάφορους εξαιρετικούς λόγους δεν θα μπορέσουν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα.
Ενδεικτικά σημειώνουμε ότι στις περιπτώσεις αυτές περιλαμβάνονται:
- Υπάλληλοι του δημοσίου, για τους οποίους, σοβαρές υπηρεσιακές ανάγκες δεν θα επιτρέψουν να απουσιάζουν από την Υπηρεσία τους, για να μεταβούν να ψηφίσουν στον τόπο, στους εκλογικούς καταλόγους, του οποίου είναι εγγεγραμμένοι.
- Υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, νοσηλευτικών ιδρυμάτων, οργανισμών και επιχειρήσεων κοινής ωφελείας κ.λπ., στους οποίους, επίσης, λόγω σοβαρών υπηρεσιακών αναγκών, δεν είναι δυνατή η χορήγηση άδειας μετάβασης στον τόπο άσκησης του εκλογικού τους δικαιώματος.
- Εκλογείς που δεν θα μπορούν να μεταβούν στον τόπο άσκησης του εκλογικού τους δικαιώματος για λόγους υγείας.
Ποιοι εξαιρούνται
Δεν υποχρεούνται να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα και εξαιρούνται: όσοι θα βρίσκονται στο εξωτερικό, όσοι έχουν υπερβεί το 70ο έτος της ηλικίας τους και όσοι θα βρίσκονται κατά την ημέρα της ψηφοφορίας σε απόσταση μεγαλύτερη των διακοσίων (200) χιλιομέτρων από το εκλογικό τμήμα στο οποίο υποχρεούνται να ψηφίσουν.
Στρατιωτικοί και πολιτικοί υπάλληλοι
Για τους στρατιωτικούς που ψηφίζουν εκεί που κατοικούν, είναι δικαιολογημένη η αποχή, σε περίπτωση που σοβαρές υπηρεσιακές ανάγκες δεν επιτρέψουν να απουσιάσουν από την υπηρεσία τους.
Επίσης δικαιολογούνται να απέχουν από τις εκλογές, υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, νοσηλευτικών ιδρυμάτων, οργανισμών και επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας κ.λπ., στους οποίους, λόγω σοβαρών υπηρεσιακών αναγκών, δεν είναι δυνατή η χορήγηση άδειας μετάβασης στον τόπο άσκησης του εκλογικού τους δικαιώματος. Τέλος, όσοι δεν θα μπορούν να μεταβούν στον τόπο άσκησης του εκλογικού τους δικαιώματος για λόγους υγείας.
Δικαιολογητικά απουσίας
- Όσοι θα βρίσκονται την ημέρα της ψηφοφορίας στο εξωτερικό, οφείλουν να εφοδιαστούν με σχετικά δικαιολογητικά (εισιτήρια κ.λ.π.), από τα οποία να προκύπτει ότι κατά την ημέρα της ψηφοφορίας βρίσκονταν στο εξωτερικό.
- Όσοι είναι άνω των 70 ετών αν δεν ψηφίσουν δεν υποχρεούνται να προβούν σε καμία ενέργεια.
- Τις βεβαιώσεις χιλιομετρικής απόστασης από τους δήμους θα πρέπει να πάρουν όσοι δεν μπορούν να κάνουν χρήση του εκλογικού τους δικαιώματος από τους δήμους
Ερωτηματικά πάντως γεννά το γεγονός πώς είναι δυνατόν το δικαίωμα του εκλέγειν να συνιστά ταυτόχρονα και υποχρέωση;
Η γενική ρύθμιση τίθεται στην κορυφή της ιεραρχίας ισχύος των κανόνων δικαίου. Σύμφωνα με το άρθρο 51 παρ. 5 του Συντάγματος, η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος είναι υποχρεωτική. Πώς, όμως, η συνταγματική αυτή πρόβλεψη εκφράζεται στο επίπεδο του κοινού νόμου;
Ειδικά για τις εκλογές των δημοτικών και περιφερειακών αρχών, το άρθρο 11 παρ. 2 του ν. 3852/2010, ορίζει ότι η ψήφος είναι υποχρεωτική. Εξαίρεση εισάγεται για τους εκλογείς που κατοικούν στο εξωτερικό, για όσους έχουν ηλικία άνω των 70 ετών και, τέλος, για εκείνους που κατά την ημέρα των εκλογών βρίσκονται σε απόσταση μεγαλύτερη των 200 χλμ. από το εκλογικό τμήμα στο οποίο ψηφίζουν. Τι γίνεται, εντούτοις, στην περίπτωση που κάποιος, παρότι δεν εμπίπτει στις παραπάνω εξαιρέσεις, δεν προσέλθει να ψηφίσει, χωρίς να δικαιολογήσει την απουσία του βάσει άλλου λόγου ανωτέρας βίας;
Το άρθρο 116 παρ. 1 του ν. 3852/2010 παραπέμπει σχετικά στην ισχύουσα «εκλογική νομοθεσία». Σήμερα, δηλαδή, στο ΠΔ 26/2012. Το δε άρθρο 117 του τελευταίου ανάγει τη μη άσκηση του εκλογικού δικαιώματος σε πλημμέλημα με πλαίσιο ποινής από ένα μήνα μέχρι ένα έτος, ενώ προβλέπει και τη δυνατότητα επιβολής της παρεπόμενης ποινής της στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων από ένα μέχρι τρία έτη. Συμπερασματικά, σύμφωνα με το νόμο, αν κάποιος δεν ψηφίσει στις αυτοδιοικητικές εκλογές μπορεί να καταδικαστεί σε φυλάκιση μέχρι ένα έτος και να στερηθεί τα πολιτικά του δικαιώματα από ένα έως τρία έτη.
Ειδικά για τις εκλογές για τους αντιπροσώπους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 4255/2014, ορίζει (επίσης) ότι η ψήφος είναι υποχρεωτική. Οι δε συνέπειες από τη μη τήρηση της υποχρέωσης αυτής προκύπτουν από τη συνδυαστική εφαρμογή των άρθρων 9 παρ. 5 του ν. 4255/2014 και 117 παρ. 1 και 2 του ΠΔ 26/2012. Σύμφωνα με αυτά, με την εξαίρεση όσων εκλογέων είναι ηλικίας μεγαλύτερης των 70 ετών και όσων κατοικούν στο εξωτερικό, για εκείνους που δεν θα ψηφίσουν στις ευρωεκλογές ο νομοθέτης προβλέπει (όπως ακριβώς και στις αυτοδιοικητικές εκλογές) ποινή φυλάκισης από ένα μήνα μέχρι ένα έτος και στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων από ένα μέχρι τρία έτη.
Όπως μπορεί να παρατηρηθεί, οι διατάξεις αυτές μετρούν πολύ λίγο χρόνο ζωής. Επαναλαμβάνουν, ωστόσο, τις ρυθμίσεις της παλαιότερης νομοθεσίας, η οποία επίσης προέβλεπε ποινές. Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται ότι είτε με τη νομοθεσία του πρόσφατου παρελθόντος είτε με τη σημερινή, δεν υπάρχει δικαστική απόφαση που να εφαρμόζει το νόμο επιβάλλοντας ποινές.
Στην επιστήμη, μάλιστα, οι σχετικές διατάξεις νόμων ελέγχονται ως σιωπηρώς καταργημένες, μετά την εκτεταμένη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 (βλ. Κ. Μαυριά, ό.π.) Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, πάντως, στη σχετική με αριθμό 277/2002 γνωμοδότησή του, γνωμοδοτώντας επί παρόμοιων ρυθμίσεων του παρελθόντος αποφάνθηκε (με πλειοψηφία 5-2) υπέρ της διατήρησής τους σε ισχύ και βάσει του ισχύοντος Συντάγματος.