Αποφυλακίστηκε αφότου εξέτισε ποινή 29 ετών, για την ειδεχθή δολοφονία του επιχειρηματία Πανίκου Μιχαήλ και των δύο του παιδιών, Χριστάκη 13 ετών και Μιχαλάκη 11 ετών, ο μακροβιότερος έγκλειστος των κυπριακών φυλακών, Παναγιώτης Καυκαρής.
Ήταν ο άνθρωπος που το 1987 τοποθέτησε βόμβα στο όχημα του επιχειρηματία Πανίκου Μιχαήλ, σκοτώνοντας και αυτόν και τα δύο παιδιά της οικογενείας. Η υπόθεση είχε συγκλονίσει όχι μόνο την Κύπρο αλλά και την Ελλάδα.
Το χρονικό
Στις 10 Ιουλίου του 1987 βόμβα εξερράγη στο όχημα που επέβαινε ο επιχειρηματίας με τα δύο ανήλικα παιδιά του. Το Συμβούλιο Αποφυλακίσεων ενέκρινε το αίτημα του Καυκαρή, μετά από δύο άλλες αποτυχημένες προσπάθειες του ισοβίτη.
Ο Καυκαρής είχε καταδικασθεί σε τρις ισόβια για ένα έγκλημα που συγκλόνισε την Κύπρο αλλά και την Ελλάδα και έκτοτε εκρατείτο στις Κεντρικές Φυλακές.
Όπως είχε προκύψει πριν λίγα χρόνια από τα πρακτικά και τις αποφάσεις του Συμβουλίου επ’ αδεία αποφυλάκισης, ο Παναγιώτης Καυκαρής τον Φεβρουάριο του 1991 μεταφέρθηκε από τον τότε διευθυντή φυλακών Άντρο Καπαρδή στο γραφείο του Προέδρου της Δημοκρατίας Γιώργου Βασιλείου. Στη συνάντηση εκτός από τον Γιώργο Βασιλείου, τον Άντρο Καπαρδή και τον Παναγιώτη Καυκαρή ήταν και ο τότε γενικός εισαγγελέας Μιχαλάκης Τριανταφυλλίδης και η χήρα του Πανίκου Μιχαήλ και μητέρα των δύο δολοφονημένων παιδιών Γαλάτεια Μιχαήλ.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Π. Καυκαρή ο Μιχαλάκης Τριανταφυλλίδης τον προέτρεψε να αποκαλύψει στον Πρόεδρο Βασιλείου τα ονόματα των ηθικών αυτουργών και να δώσει κατάθεση ώστε να μπορέσουν να τους συλλάβουν.
Μάλιστα του προσφέρθηκε το ποσόν των 100.000 λιρών και δέσμευση για αποφυλάκισή του και μεταφορά του στο εξωτερικό σε χώρα που διαθέτει πρεσβεία η Κύπρος ώστε να εργοδοτηθεί στη διπλωματική αποστολή. Μάλιστα σύμφωνα με τη μαρτυρία φέρεται να προσφέρθηκε να συνεισφέρει σε οικονομικό επίπεδο και η χήρα του Πανίκου Μιχαήλ.
Ο Παναγιώτης Καυκαρής ισχυρίστηκε ότι δεν μπορούσε να καταθέσει για τους ηθικούς αυτουργούς, αν και η ταυτότητά τους ήταν γνωστή, γιατί δεν είχε καμία εγγύηση για την ασφάλεια του ίδιου και της οικογένειάς του. Εκείνη την περίοδο δεν λειτουργούσε θεσμός των υπό προστασία μαρτύρων. Έτσι εκείνη η συνάντηση απέβη άκαρπη και επέστρεψε στη φυλακή.
Ο ισοβίτης ανέφερε πως οι ηθικοί αυτουργοί που του πρόσφεραν τις 10.000 λίρες για να σκοτώσει τον Πανίκο Μιχαήλ «ανήκουν σε μεγάλη οικογένεια και είναι συγγενείς του».
Τα ονόματά τους τα είχε αναφέρει το 1987 αλλά όταν ζήτησε εγγυήσεις και δεν του δόθηκαν, τότε απέσυρε την αναφορά του και μέχρι σήμερα αν και όλοι γνωρίζουν για ποιους πρόκειται, επισήμως δεν υπάρχει καμία καταγραφή.
Σε γραπτή επιστολή του αναφέρει:
«Έκανα ένα αποτροπιαστικό και κατάπτυστο έγκλημα και έχω καταλάβει το μεγάλο μου έγκλημα και έχω μετανιώσει». Όταν το Συμβούλιο τον ρώτησε πότε κατανόησε το έγκλημα που διέπραξε ανέφερε πως αντιλήφθηκε «νοητικά και συναισθηματικά» όταν παρουσιάστηκε στο δικαστήριο και βλέποντας τη σύζυγο και μητέρα των θυμάτων που του είπε: «Τι σου κάναμε κύριε»; Εκείνη την ώρα είπε ότι ένιωσε πολύ άσχημα και κατάλαβε το λάθος του.
Εκείνη την εποχή, ενώπιον του Συμβουλίου επ’ Αδεία Αποφυλάκισης εμφανίστηκε για υποστήριξη του αιτήματος ο γιος του Παναγιώτη Καυκαρή ο οποίος είπε ότι είναι έτοιμος να συμπαρασταθεί στον πατέρα του μόλις αποφυλακιστεί. Αποκάλυψε ότι λόγω του εγκλήματος του πατέρα του, δεν είχε μπορέσει να παντρευτεί μία κοπέλα που ζήτησε σε γάμο «διότι οι γονείς της είπαν ότι είναι γιος του φονιά».
Παντρεύτηκε μια αλλοδαπή και έχει τρία παιδιά. Ο Παναγιώτης Καυκαρής ανέφερε στο Συμβούλιο ότι ο ίδιος όλα αυτά τα χρόνια δεν επεδίωξε να διατηρήσει σχέσεις με τις κόρες του και τους είχε ζητήσει να μην τον επισκέπτονται στη φυλακή για να αποφύγουν τον κοινωνικό στιγματισμό λόγω του εγκλήματος που είχε διαπράξει και ήταν γνωστό σε ολόκληρη την Κύπρο.
Ο Καυκαρής έχει και ένα ανάδοχο παιδί στην Κίνα το οποίο συντηρεί ο ίδιος στέλνοντας χρήματα από τη σύνταξη των 350 ευρώ που λαμβάνει. Επίσης δικαιούται και σύνταξη από το Ελληνικό κράτος καθώς είχε εργαστεί για 15 χρόνια στην ελληνική πρεσβεία. Παράλληλα όπως καταλήγει το "eleftherostypos" μέσα στη φυλακή ασχολήθηκε με το διάβασμα και την τέχνη (ζωγραφική, αγιογραφία, ξυλογλυπτική).