Μια αναγκαία προϋπόθεση για να παρατείνεται το δικαίωμα του Δημοσίου να καταλογίζει φόρους, από πέντε σε δέκα έτη, είναι η ύπαρξη «συμπληρωματικών στοιχείων» ύπαρξης μη δηλωθέντος εισοδήματος. Δεδομένου ότι η φορολογική διοίκηση στο παρελθόν ερμήνευε κατά το δοκούν το νόμο, η Δικαιοσύνη ήρθε να βάλει τα πράγματα σε μια τάξη.
Με το θέμα ασχολήθηκε συγκεκριμένα το Β’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας το οποίο εξέδωσε μια σειρά νομολογιακών πορισμάτων αναφορικά με τα συμπληρωματικά στοιχεία και τα χαρακτηριστικά τους.
Σύμφωνα με αυτά τα πορίσματα που παρουσιάζει το "CNN Greece":
Οι κινήσεις και τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών της ημεδαπής δεν μπορούν να θεωρηθούν συμπληρωματικά στοιχεία, δεδομένου ότι είτε είχαν περιέλθει στη γνώση της φορολογικής αρχής είτε η τελευταία όφειλε να είχε λάβει γνώση τους αν είχε επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια.
Δεν αποτελεί συμπληρωματικό στοιχείο τραπεζικός λογαριασμός της αλλοδαπής που τροφοδοτήθηκε από ή τροφοδότησε έμβασμα σε λογαριασμούς της ημεδαπής, καθώς θα μπορούσε να έχει ήδη ελεγχθεί από τις ελληνικές φορολογικές αρχές, μέσω της σύνδεσής του με το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Το άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών δεν συνιστά συμπληρωματικό στοιχείο, αλλά ελεγκτική ενέργεια προϋποθέτουσα την ύπαρξη συμπληρωματικού στοιχείου.
Τα πληροφοριακά δελτία ελεγκτικών αρχών (π.χ. ΣΔΟΕ) που περιλαμβάνουν στοιχεία κινήσεων και υπολοίπων τραπεζικών λογαριασμών ημεδαπής δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία, δεδομένου ότι αναφέρονται σε στοιχεία που ήταν ήδη στη διάθεση των φορολογικών αρχών ανεξαρτήτως της αξιοποίησής τους.
Οι ανώνυμες καταγγελίες δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία στο μέτρο που δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη μη δηλωθέντος εισοδήματος.