Τις τελικές επιστολές αυτοκτονίας του Αδόλφου Χίτλερ έβγαλε σε δημοπρασία, με τιμή εκκίνησης προσφορών τα 80.000 δολάρια, Οίκος δημοπρασιών «Alexander Historical Auctions», στο Μέριλαντ των Ηνωμένων Πολιτειών.
Πρόκειται για το τελικό σημείωμα που άφησε ο ηγέτης του ναζιστικού κινήματος το 1945, όταν πια ο ρωσικός στρατός είχε εισβάλει στο Βερολίνο και ο ίδιος είχε εγκλωβιστεί στο φυλάκιό του.
Στο τελευταίο σημείωμα αυτοκτονίας είχε σταλεί σε έναν από τους αγαπημένους του διοικητές, τον αρχιστράτηγο Ferdinand Schörner, ο οποίος προσπαθούσε να πείσει τον Χίτλερ να εγκαταλείψει όσο μπορούσε την πρωτεύουσα της ναζιστικής Γερμανίας. «Θα παραμείνω στο Βερολίνο, ώστε συμβάλλω στη μάχη για τη Γερμανία και να δώσω το παράδειγμα σε όσους παραμείνουν.
Πιστεύω πως με αυτόν τον τρόπο, θα προσφέρω στη Γερμανία καλύτερη υπηρεσία. Όσον αφορά τους υπόλοιπους, πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια να μην πέσει το Βερολίνο», ανέφερε στην επιστολή του.
Ο υπεύθυνος της Alexander Historical Auctions, Μπιλ Παναγόπουλος, δήλωσε ότι «είναι το μοναδικό έγγραφο στο οποίο γίνεται αναφορά στην πρόθεση του Χίτλερ να μείνει στο Βερολίνο και προφανώς να πεθάνει. Προφανώς αυτό είναι το σημείωμα αυτοκτονίας του Χίτλερ».
Στις 22 Απριλίου 1945 ο Χίτλερ έπαθε νευρική κατάρρευση. Αυτό συνέβη όταν πληροφορήθηκε, κατά τη διάρκεια του καθημερινού σχολιασμού της κατάστασης στο υπόγειο καταφύγιο, κάτω από την Καγκελαρία στο Βερολίνο, ότι η επίθεση που είχε διατάξει για την άρση της πολιορκίας του Βερολίνου δεν είχε εκτελεστεί από τον Αρχηγό των μονάδων των Ες-Ες Στάινερ, γιατί εκείνος τη θεώρησε ανεφάρμοστη λόγω του συσχετισμού δυνάμεων.
Η Εύα Μπράουν ήταν για πολλά χρόνια ερωμένη του Χίτλερ προτού το ζευγάρι παντρευτεί στις 29 Απριλίου 1945, την παραμονή της κοινής αυτοκτονίας τους στο μπούνκερ του φύρερ στο Βερολίνο.
Ο Χίτλερ είπε ότι όλα πλέον χάθηκαν και ότι όλοι τον έχουν προδώσει, ακόμα και τα Ες-Ες. Άφησε ελεύθερο ένα μέρος του προσωπικού του και αρνήθηκε, παρά τις παρακλήσεις του Μπόρμαν, του Κάιτελ και του Γκαίριγκ, να εγκαταλείψει το Βερολίνο. Διέταξε τον υπασπιστή του, Γιούλιους Σάουμπ, να κάψει όλα τα προσωπικά του στοιχεία και έγγραφα που βρίσκονταν στην Καγκελαρία και στο καταφύγιο, καθώς και όσα βρίσκονταν στο Μόναχο.
Δύο θέματα κυριαρχούσαν στο καταφύγιο τις τελευταίες μέρες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου: Πόσο κοντά είναι ο Κόκκινος Στρατός και ποιος είναι ο πιο σίγουρος τρόπος αυτοκτονίας. Επανειλημμένα ο Χίτλερ μοίρασε δηλητήριο σε αυτούς που παρέμειναν μαζί του και δεν τον εγκατέλειψαν. Στις 29 Απριλίου νυμφεύθηκε τη σύντροφο της ζωής του Εύα Μπράουν. Την επόμενη ημέρα, κατά τις 3:30 η Μπράουν αυτοκτόνησε με υδροκυάνιο. Συγχρόνως ο Χίτλερ έβαλε ένα πιστόλι στο στόμα του και πυροβόλησε.
Ο Μάρτιν Μπόρμαν μαζί με τον οδηγό του Χίτλερ Έριχ Κέμπκα, τον υπηρέτη του Χάιντς Λίγκε, τον επιλοχία των SS Όττο Γκίνσε και μερικούς στρατιώτες της προσωπικής του φρουράς έκαψαν τα πτώματα, τα οποία θάφτηκαν αργότερα έξω από το καταφύγιο, μέσα σε κρατήρα από βόμβα. Από εκεί τα πήραν, λίγο αργότερα, οι Σοβιετικοί, οι οποίοι τα κράτησαν σε μυστικό μέρος στην Ανατολική Γερμανία, κοντά στο Μαγδεμβούργο, μέχρι τη δεκαετία του 1970. Τότε, με διαταγή του αρχηγού της KGB Γιούρι Αντρόποφ, καταστράφηκαν τελείως και απορρίφθηκαν στον ποταμό Έλβα. Διασώθηκαν το κρανίο και η οδοντοστοιχία του πτώματος, απ' όπου ο οδοντίατρος του Χίτλερ, μέσω προηγούμενης ακτινογραφίας, αναγνώρισε αργότερα την ταυτότητα του νεκρού.