Ους ο Θεός συνέζευξε, οι… φόροι χωριζέτω
Γράφει η Σοφία Νικολάου Υποψήφια Βουλευτής ΝΔ Α΄ Αθήνας Δικηγόρος
Μέχρι πέρυσι, ήταν πολλοί εκείνοι οι συμπολίτες μας, που επισκέπτονταν δικηγορικά γραφεία, προκειμένου να υποβάλουν αίτηση διαζυγίου, για τα μάτια… της εφορίας.
Ήταν ένας δρόμος διαφυγής από το αδιέξοδο της επιβάρυνσης του ενός συζύγου από τα φορολογικά προβλήματα του άλλου.
Όλα αυτά, βέβαια, μέχρι την έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, που επέτρεψε την ξεχωριστή δήλωση των συζύγων, αλλά και την απόφαση της ΑΑΔΕ που ακολούθησε, προσαρμοζόμενη στα δεδομένα.
Συμφέρει, τελικά, αυτή η ξεχωριστή δήλωση των συζύγων; Αρχικά, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η αίτηση για ξεχωριστή δήλωση πρέπει να γίνεται κάθε χρόνο μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου. Η πλατφόρμα παραμένει ανοιχτή και μετά, αλλά μόνο για τα ζευγάρια που παντρεύονται μετά τις 28/2.
Συνεπώς, τουλάχιστον για φέτος, δεν υπάρχει πλέον η δυνατότητα για όσους είχαν παντρευτεί νωρίτερα. Οι βασικές παγίδες της ξεχωριστής δήλωσης είναι δύο και ακούν στα εξής ονόματα: τεκμήρια και δαπάνες. Αναφορικά με τα τεκμήρια, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι αν και για το έγγαμο ζεύγος το τεκμήριο είναι 5.000 ευρώ, όταν η δήλωση «σπάει», αυτό πάει στα 3.000 ευρώ για έκαστο σύζυγο.
Συνεπώς, χρειάζεται προσοχή, διότι ενδέχεται να πληρώσουμε φόρο, εάν δεν καλύπτουμε τα απαιτούμενα όρια. Όσον αφορά στις δαπάνες, δεν υπάρχει η δυνατότητα μεταφοράς αποδείξεων από τον έναν σύζυγο στον άλλο. Πρέπει και οι δύο να πιάσουν τα όρια, άλλως θα υποστούν την ποινή του 22%.
Γεννάται, συνεπώς, το ερώτημα: Υπάρχει λόγος να κάνω ξεχωριστή δήλωση; Η αλήθεια είναι πως, ενώ στην αρχή εφαρμογής του μέτρου, παρουσιάστηκε μία αυξητική τάση, η απόφαση της ΑΑΔΕ που εξομοίωνε ξεχωριστές με κοινές δηλώσεις φρέναρε τις αιτήσεις, που έκλεισαν σε λιγότερες από 15.000 και αφορούσαν κατά κύριο λόγο σε ζευγάρια που ήταν σε διάσταση. Η απόφαση αυτή της ΑΑΔΕ έλεγε πως σε κάθε περίπτωση το εκκαθαριστικό του φόρου θα είναι ξεχωριστό και ότι ο κάθε σύζυγος θα μπορεί να πάρει επιστροφή φόρου και φορολογική ενημερότητα, ανεξάρτητα από τις οφειλές του άλλου.
Είχε, δε, γεννηθεί η προσδοκία ότι, άπαξ κι ένα ζευγάρι δήλωνε ότι θα κάνει ξεχωριστές δηλώσεις, τότε θα μπορούσε, τουλάχιστον ο ένας εκ των συζύγων, να περάσει «κάτω» από τα εισοδηματικά όρια του νόμου για τη λήψη επιδομάτων. Και αυτό, όμως, ξεκαθαρίστηκε με την εν λόγω απόφαση: Το εισοδηματικό κριτήριο για τη λήψη των επιδομάτων θα αφορά στο οικογενειακό εισόδημα, είτε η δήλωση είναι κοινή, είτε ξεχωριστή. Εξ όλων των ανωτέρω, συνάγεται πως η ξεχωριστή φορολογική δήλωση απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Η ασφαλέστερη πρόβλεψη είναι ότι ο αριθμός των αιτήσεων δεν θα αυξηθεί την επόμενη χρονιά, καθώς, όπως αναφέραμε, τα θετικά της ξεχωριστής δήλωσης «πέρασαν» και στην κοινή.
Εικάζω, όμως, ότι ενδέχεται να αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον για… φορολογικά διαζύγια. Είναι ένας δρόμος, προκειμένου να μπορέσει, έστω ο ένας εκ των δύο συζύγων, να λάβει τα διάφορα επιδόματα: Κοινωνικό Επίδομα Αλληλεγγύης (ΚΕΑ), κοινωνικό τιμολόγιο ρεύματος, υποτροφίες για τα τέκνα, ή δωμάτια σε φοιτητικές εστίες κι εσχάτως η προστασία της πρώτης κατοικίας μπορούν να γίνουν προσιτά, μόνο εάν ο αιτών εμφανιστεί χωρισμένος και πένητας, δίχως το πιθανόν αυξημένο συζυγικό εισόδημα ή την ακίνητη περιουσία του.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να είμαστε πάντοτε ιδιαίτερα προσεκτικοί στην επιλογή μας, όποια κι αν είναι αυτή τελικά. Το μόνο που είναι σίγουρο είναι πως «ους ο Θεός συνέζευξε, οι… φόροι πλέον χωριζέτω».