"Χρειαζόμαστε μια συνολική συμφωνία με την Τουρκία, παρόμοια με αυτή που είχαμε με την Μεγάλη Βρετανία. Μια συμφωνία που θα αφορά θέματα οικονομίας, ασφάλειας, συνόρων και θα προβλέπει τη συμμόρφωση της Τουρκίας στο διεθνές δίκαιο. Οι ευρωτουρκικές σχέσεις πρέπει να καθοριστούν με αυτή την καθολική συμφωνία, και η Ε.Ε. δεν πρέπει να καθυστερήσει άλλο και να δράσει προς την κατεύθυνση αυτή", ανέφερε η βουλευτής της ΝΔ, πρώην υπουργός Εξωτερικών, Ντόρα Μπακογιάννη, μιλώντας απόψε σε διαδικτυακή συζήτηση την οποία οργάνωσε το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πολιτικών Ιδρυμάτων ENOP EU με θέμα, "Πώς αλλάζει την Ευρώπη και τον κόσμο ο κορονοϊός - η γεωπολιτική διάσταση".
Αναφερόμενη στην πρόσφατη μεταναστευτική κρίση, είπε πως η Τουρκία χρησιμοποιούσε τους μετανάστες σαν μοχλό πίεσης για να εκβιάσει την Ευρώπη. "Η Ελλάδα κατάφερε με επιτυχία να κλείσει τα σύνορα και η Ε.Ε. στάθηκε στο πλευρό της Ελλάδας και είπε ανοικτά στον κ. Ερντογάν ότι αυτός ο εκβιασμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός", τόνισε η κ. Μπακογιάννη και συνέχισε:
"Ξέρουμε ότι βρισκόμαστε ενόψει ενός νέου κύματος, δεν θα επιτρέψουμε να συμβεί κάτι τέτοιο, όμως το μεταναστευτικό θα παραμείνει και τις επόμενες δεκαετίες και δεν μπορεί να το αντιμετωπιστεί μεμονωμένα από καμία χώρα αλλά μόνο από την Ε.Ε.. Πρέπει να πάρουμε αποφάσεις να δούμε το θέμα του ασύλου, δεν μπορούμε να αφήσουμε τις χώρες που είναι στα σύνορα να το αντιμετωπίσουν μόνες τους".
"Το μεταναστευτικό και η μη αποτελεσματική προστασία των ευρωπαϊκών συνόρων οδηγούν στην άνοδο της ακροδεξιάς. Ανάχωμα σε αυτό είναι μια ισχυρή ευρωπαϊκή ηγεσία. Πρέπει να υιοθετήσουμε κοινές πολιτικές σε ζητήματα ασύλου. Και οφείλουμε να προστατεύσουμε τα ευρωπαϊκά σύνορα", υπογράμμισε η πρώην υπουργός.
Αναφερόμενη στις συνέπειες της πανδημίας, η κ. Μπακογιάννη εκτίμησε πως στο μέλλον θα ζήσουμε σ' ένα καινούργιο κόσμο, καθώς "πολλές αντιλήψεις έχουν αλλάξει ριζικά".
"Η Ευρώπη επλήγη από αυτή, εν μέσω αλλαγών που συνέβαιναν ούτως ή άλλως λόγω του Brexit και της ανόδου του λαικισμού, και υπήρχαν ερωτήματα για το μέλλον της Ευρώπης. Η Ευρώπη βρέθηκε απροετοίμαστη, αιφνιδιάστηκε και μας πήρε αρκετό χρόνο. Το κάθε κράτος αντέδρασε με τον δικό του τρόπο, γιατί η υγεία δεν είναι ευρωπαϊκή πολιτική", συνέχισε η κ. Μπακογιάννη και τόνισε: "Η Ελλάδα ήταν μία από τις χώρες που αντέδρασαν πολύ γρήγορα και αποφάσισε να πάρει μέτρα, ακόμη και πριν να εμφανιστούν οι πρώτοι θάνατοι. Αντιμετωπίσαμε την κρίση με μεγάλη επιτυχία και αυτό κατέδειξε πως η Ελλάδα, που ήταν το μαύρο πρόβατρο της ευρωπαϊκής οικογένειας επί δέκα χρόνια, είναι τώρα μια χώρα η οποία χαίρει μεγάλου σεβασμού, διότι κατάφερε να αντιμετωπίσει την υγειονομική κρίση και να διασώσει το σύστημα υγείας που ήταν η μεγαλύτερη ανησυχία μας".
"Τέτοιου είδους πανδημίες έχουν προκαλέσει σημαντικές πολιτικές αλλαγές", ανέφερε ο πρέσβης της Ελλάδος στον ΟΟΣΑ και ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Pantheon Sorbonne, Γιώργος Πρεβελάκης, ο οποίος εκτίμησε ότι η πανδημία "δεν θα προκαλέσει μια νέα γεωπολιτική κατάσταση, αλλά θα λειτουργήσει σαν καταλύτης και θα επιταχύνει αλλαγές.
"Υπάρχει μια συζήτηση", είπε, "σύμφωνα με την οποία θα απο-παγκοσμιοποιηθούμε. Αυτό δεν είναι κάτι που μπορούμε να δεχθούμε εύκολα πρόσθεσε, γιατί θα θα σήμαινε ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες θα πλήττονταν. Υπάρχει και η άποψη της επιστροφής στην εθνική κλίμακα, συνέχισε, η οποία όμως δεν μπορεί να χειριστεί προβλήματα όπως το περιβαλλοντικό, ή το πρόβλημα της ανάπτυξης, και επίσης υπάρχει ένα πολύπλοκο σύστημα, το οποίο κανείς δεν μπορεί μόνος του να διαχειριστεί. Ίσως, είπε ο κ. Πρεβελάκης, να κινηθούμε προς κάποιου είδους οργάνωση μικρότερη από την παγκοσμιοποίηση, την οποία ονόμασε "μεγαπεριφέρειες". Τέτοιες θα μπορούσαν να είναι οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία και η Ε.Ε..
Συνεχίζοντας, συνέδεσε ένα τέτοιο σχήμα με την αντιμετώπιση του προβλήματος της μετανάστευσης, και υποστήριξε πως θα πρέπει η Ευρώπη, η οποία έχει γερασμένο πληθυσμό, να σχηματίσει μια μεγάλη περιφέρεια, η οποία πρέπει να συνδέεται με την Αφρική όπου υπάρχει, όπως είπε, πληθυσμιακή έκρηξη. Αναφερόμενος στην πολιτική της Τουρκίας, εκτίμησε πως "αυτό που βλέπουμε σήμερα στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι ότι η Τουρκία προσπαθεί να κατοχυρώσει την ισχύ της υπό το πρόσχημα των ενεργειακών πόρων. Περισσότερο θέλει να κατοχυρώσει τη ιθέση της σε μια περιοχή που συνδέει την Ευρώπη με την Αφρική".
Στις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας αναφέρθηκε ο διευθυντής ερευνών του Κέντρου Σπουδών Ευρωπαϊκής Πολιτικής και μέλος του Δ.Σ του Πολιτικού Δικτύου Ευρωπαϊκών Ιδρυμάτων. Ντάνιελ Γκρος, ο οποίος εκτίμησε πως τελικά η παγκόσμια οικονομία θα ανακάμψει. Εξέφρασε επίσης φόβους, ότι η πτώση των τιμών των πρώτων υλών και κυρίως του πετρελαίου, μπορεί να έχει γεωπολιτικές συνέπειες και να οδηγήσει σε συρρίκνωση του διεθνούς εμπορίου. "Εάν σε ένα χρόνο υπάρξει εμβόλιο, τότε μπορεί να συνεχιστεί η παγκόσμια οικονομία όπως και σήμερα", είπε ο κ. Γκρος, και τόνισε ότι "η Ευρώπη θα πρέπει να σφυρηλατήσει μια συμμαχία δυνάμεων, ώστε να εξελιχθεί σε πόλο μεγαλύτερο από τις ΗΠΑ, ίσως μεγαλύτερο και από την Κίνα".
Αναφερόμενος στις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία, εκτίμησε πως η Ε.Ε. δεν μπορεί να αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης με ένα δικτάτορα. "Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι ο περιορισμός της ζημιάς", ανέφερε.
Υπέρ μιας ενωμένης Ευρώπης με ρόλο ισχυρότερο από αυτόν που είχε έως σήμερα, τάχθηκε η Γκούντρουν Κοπ, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του Enop και πρώην υφυπουργός στην Γερμανία.
"Πρέπει να μιλάμε μια μια φωνή, κάτι που δεν το έχουμε πετύχει. Πρέπει να βρούμε το ρόλο μας στον κόσμο. Θα αποδυναμωθούμε αν δεν κάνουμε τα επόμενα βήματα", είπε η κ. Κοπ, ενώ τόνισε ότι αυτό που δεν προκρίνεται αρκετά, είναι η σημασία της κοινωνίας των πολιτών".
Αναφερόμενη στις σχέσεις της Ε.Ε. με την Τουρκία, είπε πως η Τουρκία "γνωρίζει ότι έχει γεωστρατηγικό ρόλο και πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στο πώς θα χειριστούμε αυτό το θέμα". Τάχθηκε τέλος, υπέρ της διεύρυνσης της συνεργασίας της Ε.Ε. με την Αφρική, και υποστήριξε ότι η συνεργασία με την Αφρική για την αντιμετώπιση του κορονοϊού, θα πρέπει να επεκταθεί και στο πεδίο της έρευνας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ