Δυο «φίλοι» σε ένα μικρό διαμέρισμα περνούν την καραντίνα τους κάθε άλλο παρά ήρεμα και υπομονετικά. Πώς θα γινόταν άλλωστε όταν ο ένας είναι άνθρωπος και ο άλλος ένα φυλακισμένο πουλί στο κλουβί του που χαιρέκακα παίρνει την εκδίκησή του
Δεν είναι λίγα τα κόμικς και οι γελοιογραφίες του τελευταίου χρόνου που καταπιάνονται με τη ζωή στον καιρό του Covid-19. Είναι τόσο μοναδικές και πρωτόγνωρες οι συνθήκες καθώς ο διάχυτος και εντέχνως καλλιεργούμενος φόβος και τα μέτρα που λαμβάνονται επιφέρουν (επιβάλλουν;) απρόβλεπτες μεταβολές στις συνήθειες. Αποκορύφωμα, πιθανώς, της νέας πραγματικότητας είναι η καραντίνα (των υγιών!), ο εγκλεισμός, η απομόνωση μέχρι νεωτέρας. Η εξαναγκασμένη προοπτική μιας μοναχικής ζωής με θέα τους τέσσερις τοίχους που θα επαναλαμβάνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα όταν οι συνθήκες το απαιτήσουν ή/και όταν οι κυβερνήσεις κρίνουν ότι τις συμφέρει. Αυτή η παράξενη πραγματικότητα, όσο θλιβερή κι αν είναι, αποτελεί βούτυρο στο ψωμί των γελοιογράφων και των δημιουργών κόμικς που εκμεταλλεύονται τις ιδιαίτερες καταστάσεις για να τις διακωμωδήσουν και να ξορκίσουν τη συλλογική μας μοναξιά και την απάθειά μας.
Μια τέτοια περίπτωση, τους «Καραντινιέρους» του Κλήμη Κεραμιτσόπουλου με πρωταγωνιστές δυο «συγκάτοικους στην τρέλα» της καραντίνας παρουσιάζαμε πριν λίγες εβδομάδες. Μια ακόμη τέτοια περίπτωση, απολαυστικά χιουμοριστική και σκληρά σαρκαστική είναι και οι «Εγκλειστοι» του Περικλή Κουλιφέτη του οποίου τα λήμματα στο «Λεξικό της Κρίσης» δημοσιεύονται περιοδικά στην τρίτη σελίδα του «Καρέ Καρέ».
Οι «Εγκλειστοι» μάλιστα διάγουν πλέον τη δεύτερη φάση της ψηφιακής ζωής τους (δημοσιεύονται αποκλειστικά στο διαδίκτυο, ενώ επίκειται και η έντυπη έκδοσή τους) καθώς η πρώτη ολοκληρώθηκε με τη λήξη του «συναγερμού» της πρώτης καραντίνας. Τότε που πιστεύαμε ότι τα δύσκολα πέρασαν και ο Στάθης με τον Αγαθοκλή αποσύρθηκαν. Η δεύτερη καραντίνα όμως τους ξανάφερε κοντά μας και έφερε κι αυτούς πιο «κοντά» μεταξύ τους.
Ο Αγαθοκλής, βέβαια, δεν κούνησε ρούπι, φυλακισμένος ούτως ή άλλως στο μικρό κλουβί του. Ο Στάθης όμως για δεύτερη φορά σε λίγους μήνες αναγκάστηκε να μείνει μέσα και να έχει για μοναδικό φίλο και συνομιλητή του ένα καταπιεσμένο και (δικαιολογημένα) μισάνθρωπο πουλί που ξέρει καλά τι θα πει εγκλεισμός και επιτέλους παίρνει το αίμα του πίσω, βλέποντας και τους ανθρώπους να υποφέρουν από την κλεισούρα και τη μοναξιά. Και όταν τον ρωτάει ο Στάθης πώς του προτείνει να περάσει την ώρα του, ο Αγαθοκλής ξεσπά: «Θες να μάθεις τι κάνω εγώ, Στάθη; Κάνω σκέψεις μίσους, θλίψης και οργής για το καταραμένο είδος που έκλεισε τη ζωή μου μέσα σε κάγκελα παρά τη θέλησή μου…». Ελπίζοντας ότι δεν θα χρειάζονται καραντίνες για να απολαμβάνουμε τους διαλόγους του Στάθη με τον Αγαθοκλή, ίσως θα έπρεπε να συμμεριστούμε τα αισθήματα του έγκλειστου πουλιού γι’ αυτούς που κλείνουν τη ζωή των άλλων μέσα σε κλουβιά, τάχα για να τους κρατήσουν ασφαλείς.