Το Ελ Σαλβαδόρ είναι γνωστό από τον εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος την δεκαετία του 1980 είχε συγκεντρώσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον, αλλά και από τα «έργα και [τις] ημέρες» του σημερινού του προέδρου Ναγκίμπ Μπουκέλε. Όταν προγραμματίζαμε το φετινό πολύμηνο ταξίδι μας στην Λατινική Αμερική, δεν γνωρίζαμε πως, οι δώδεκα μόλις μέρες που περάσαμε σε αυτή την μικρή αλλά πυκνοκατοικημένη χώρα (έκταση 21.041 τετρ. χιλιόμετρα, λίγο μικρότερη από την Πελοπόννησο, και 6,31 εκατομμύρια κάτοικοι), επρόκειτο να αποδειχθούν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κομμάτια του όλου ταξιδιού. Οι πρώην αντάρτες του Φαραμπούντο Μαρτί (FMLN) κυβέρνησαν την χώρα την περίοδο 2009- 2019, αλλά και νωρίτερα (από το 2000 ) έλεγχαν το μεγαλύτερο κομμάτι της τοπικής αυτοδιοίκησης. Ως ένα βαθμό τουλάχιστον, το FMLN φαίνεται να έχει κερδίσει την μάχη της ιστορικής μνήμης. Στην λαϊκή συνείδηση, η μνήμη των ηρωικών αγώνων της δεκαετίας το 1980 παραμένει ιδιαίτερα ζωντανή. Όμως, συγχρόνως, ο πρόεδρος Μπουκέλε και ιδιαίτερα οι αμφιλεγόμενες μέθοδοί του για την πάταξη της εγκληματικότητας, απολαμβάνουν μιας εντυπωσιακής δημοφιλίας.
Μπήκαμε στο Ελ Σαλβαδόρ από το λιμάνι της Ουνιόν. Φτάσαμε με μία βάρκα που ξεκίνησε από το Ποτοσί, ένα παραθαλάσσιο οικισμό της Νικαράγουα. Δεν υπήρχε κάποιου είδους προβλήτα, έπρεπε να μπούμε στο νερό για να επιβιβαστούμε και να φορτώσουμε τα πράγματα. Φορώντας όπως - όπως τα σωσίβια, οι υπεράριθμοι επιβάτες στριμωχτήκαμε ο ένας πάνω στον άλλο. Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα και φαινόταν πως θα είχαμε ένα ήσυχο ταξίδι ανάμεσα στα καταπράσινα ηφαιστειογενή νησάκια του κόλπου Φοσένκα. Βλέπαμε γύρω μας πολλές ψαρόβαρκες και ψαροκάικα. Όταν ανοιχτήκαμε όμως στην θάλασσα, είχαμε κόντρα τον καιρό και σηκώθηκε κύμα. Η βάρκα, χρησιμοποιώντας όλη την δύναμη των μηχανών της, έσκιζε τα ταραγμένα νερά, που πετάγονταν και έσκαγαν πάνω μας. Χρειάστηκαν δυο ώρες για να φτάσουμε στον προορισμό μας. Ήμασταν μούσκεμα, εμείς, τα ρούχα, τα χρήματα, τα διαβατήρια, όλα.
Το βράδι μείναμε στο Σαν Μιγκέλ. Δειπνήσαμε σε ένα λαϊκό μαγαζί τρώγοντας πουπούσας (pupusas), πίτες από καλαμπόκι ή ριζάλευρο και γέμιση από κρέας, τυρί, ή λαχανικά. Οι πουπούσας είναι το εθνικό φαγητό του Ελ Σαλβαντόρ. Μάλιστα από το 2007, η δεύτερη Κυριακή του Νοεμβρίου έχει ανακηρυχθεί σε γιορτή της πουπούσα. Σήμερα είναι ένα πολύ δημοφιλές φαγητό δρόμου στις ΗΠΑ και την Αγγλία. Τις βρήκαμε νοστιμότατες. Στη συνέχεια, για δυο εβδομάδες, θα αποτελούσαν, θέλοντας και μη, το κύριο φαγητό μας.
Τις επόμενες δυο μέρες, αναζητώντας τα ίχνη που άφησε πίσω του ο τρομερός εμφύλιος του 1980-1992, επισκεφτήκαμε το Μορασάν, μια ορεινή περιοχή του ανατολικού Σαλβαδόρ κοντά στα σύνορα με την Ονδούρα. Εδώ το αντάρτικο είχε πολύ ισχυρή και μόνιμη παρουσία. Σε αυτά τα βουνά, που μοιάζουν με τα βουνά της Πίνδου και της Ρούμελης -αν εξαιρέσει κανείς μερικούς φοίνικες και κάποιες συστάδες μπαμπού-, έλαβαν χώρα μερικές από τις σκληρότερες μάχες του πολέμου. Στο Μορασάν ο στρατός διέπραξε ορισμένες από τις χειρότερες θηριωδίες, από τις οποίες, αυτή του Μοσότε ( όπου δολοφονήθηκαν πάνω από 1000 άτομα, κυρίως γυναικόπαιδα) είναι απλά η πιο γνωστή.
Από την δεκαετία του 1870 και μετά, η οικονομία του Ελ Σαλβαδόρ στράφηκε στην καλλιέργεια και τις εξαγωγές του καφέ. Το 1881 και το 1882, με τους νόμους του φιλελεύθερου προέδρου Ραφαέλ Σαλντίβαρ ( Rafael Zaldivar), δρομολογήθηκε η αρπαγή της γης των ιθαγενικών κοινοτήτων. Έτσι σχηματίστηκαν τεράστιες φυτείες στα χέρια μιας χούφτας μεγαλογαιοκτημόνων ( οι «14 οικογένειες») και μπήκαν οι οικονομικο-κοινωνικές βάσεις για την λεγόμενη «Δημοκρατία του Καφέ»(1876 -1931). Με το πραξικόπημα της 2ας Δεκεμβρίου του 1931, ξεκίνησε στο Σαλβαδόρ μια περίοδος στρατιωτικής διακυβέρνησης, που κράτησε πάνω από μισό αιώνα. Την ακύρωση των αποτελεσμάτων των δημοτικών και βουλευτικών εκλογών του Ιανουαρίου 1932, στις οποίες οι κομμουνιστές σημείωσαν μεγάλη επιτυχία, ακολούθησε, στις 22- 25 Ιανουαρίου του 1932, η εξέγερση του ΚΚ και των ιθαγενών Πίπιλ (Pipil). Η δικτατορία την κατέστειλε εύκολα και γρήγορα. Κατόπιν εξαπέλυσε ένα όργιο βίας και τρομοκρατίας, κατά το οποίο σφαγιάστηκαν πάνω από 30.000 άνθρωποι, κυρίως ιθαγενείς Πίπιλ. Ο Φαραμπούντο Μαρτί και πολλοί άλλοι ηγέτες της εξέγερσης εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Η κοινωνία του Ελ Σαλβαδόρ, τον 20ο αιώνα, ήταν μια από τις πιο άνισες του κόσμου. Η οικονομία στηριζόταν στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, κυρίως καφέ (παρότι οι στρατιωτικοί έκαναν μερικές δειλές προσπάθειες για την εκβιομηχάνιση της χώρας). Την πραγματική εξουσία, πολιτική και οικονομική, ασκούσε μια ελίτ γαιοκτημόνων με την συνεργασία των στρατιωτικών.
Την δεκαετία του 1970, στην αυξανόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια – λόγω των επιπτώσεων του πολέμου με την Ονδούρα (1969) και της οικονομικής κρίσης του- και στην άνοδο του λαϊκού κινήματος, το κράτος και η κυρίαρχη τάξη απάντησαν με μια κλιμακούμενη αιματηρή καταστολή. Στις 30 Ιουλίου 1975, ο στρατός με την βοήθεια αρμάτων μάχης επιτέθηκε σε φοιτητική διαδήλωση και δολοφόνησε 50-100 φοιτητές. Στην ύπαιθρο οργίαζε η βία των παραστρατιωτικών των ταγμάτων θανάτου, τα οποία οργανώνονταν και χρηματοδοτούνταν από τους γαιοκτήμονες και συντονίζονταν από τον στρατό. Το 1978 καταγράφτηκαν 687 φόνοι αμάχων, τους οποίους διέπραξαν κρατικές και παρακρατικές δυνάμεις, το 1979 οι φόνοι έφτασαν τους 1.796. Εν τω μεταξύ, ήδη από το 1971, οι οργανώσεις της επαναστατικής Αριστεράς είχαν ξεκινήσει τις πρώτες ένοπλες δράσεις . Στην πρωτεύουσα, οι δυνάμεις καταστολής αντιμετώπισαν επανειλημμένα με τα όπλα ειρηνικές διαδηλώσεις με αποτέλεσμα δεκάδες ή και εκατοντάδες νεκρούς κάθε φορά. Στις 24 Μαρτίου 1980, οι ακροδεξιοί δολοφόνησαν τον αρχιεπίσκοπο Όσκαρ Ρομέρο, ενώ τελούσε την Θεία Λειτουργία. Ο δωδεκαετής εμφύλιος πόλεμος(1980-1992) είχε πλέον ξεκινήσει.
Ξεκινήσαμε νωρίς το πρωί από το Σαν Μιγκέλ και αφού κάναμε μια μικρή στάση στην πόλη Σαν Φρανσίσκο Γκοτέρα ( San Francisco Gotera), φτάσαμε στην κωμόπολη Περκίν (Perquín), την βάση μας για τις εξορμήσεις στα χωριά, τους ιστορικούς τόπους και τα φυσικά αξιοθέατα του Μορασάν. Σε μικρή απόσταση από τα τελευταία σπίτια της κωμόπολης, μπορεί κανείς να συναντήσει, ακόμα και σήμερα, ανοιχτούς κρατήρες τους οποίους άνοιξαν οι αμερικάνικες βόμβες των 500 κιλών, υπολείμματα από τα χαρακώματα που έσκαψαν οι αντάρτες κ.λπ.
Επισκεφτήκαμε το τοπικό μουσείο της επανάστασης και ένα ανακατασκευασμένο αντάρτικο καταυλισμό, τον οποίο συντηρούν χωρίς καμία κυβερνητική υποστήριξη οι απόμαχοι του FMLN . Μας ξενάγησε ο Χοσέ Σεραφίν Γκόμες Λούνα (José Serafín Gómez Luna), παλιός αντάρτης, αξιωματικός πληροφοριών του FMLN. Ανάμεσα στα πλούσια εκθέματα, τις πολλές δεκάδες όπλα ποικίλων τύπων και προελεύσεων (τουφέκια, πολυβόλα, όλμοι, αντιαρματικά, αντιαεροπορικά), το άφθονο φωτογραφικό υλικό που ζωντανεύει όλη αυτή την ταραγμένη εποχή, το στούντιο του περίφημου αντάρτικου ραδιοφωνικού σταθμού Βενσερέμος (Radio Venceremos) και τόσα άλλα, o Χοσέ μας έδειξε με ιδιαίτερη περηφάνεια τα συντρίμμια ενός ελικοπτέρου. Όταν καταρρίφθηκε, σε αυτό επέβαιναν ο Ντομίνγκο Μοντερόσα (Domingo Monterrosa), ο αυτουργός της σφαγής του Μοσότε, και πολλοί άλλοι ακόμη εγκληματίες, μέλη του επιτελείου του. Σκοτώθηκαν όλοι. Για τους αντάρτες ήταν θέμα τιμής η τιμωρία τους. Ο Χοσέ μας εξήγησε πως οι αντάρτες εκμεταλλεύτηκαν την εμμονή του Μοντερόσα να εξαρθρώσει το Ράδιο Βενσερέμος για να φέρουν το ελικόπτερο του, εκπέμποντας ψεύτικα σήματα, στην εμβέλεια των αντιαεροπορικών τους. Την επομένη επισκεφτήκαμε την σπηλιά, όπου είχε εγκαταστήσει το στούντιό του και εξέπεμπε το ράδιο Βενσερέμος. Βρίσκεται στη Γκουακαμάγια ( Guacamaya), μια περιοχή κοντά στο Μοσότε.
Η επίσκεψη στην πλατεία του χωριού Μοσότε (El Mozote, τα Καλάβρυτα του Ελ Σαλβαδόρ) ήταν συγκλονιστική. Στο μνημείο για την σφαγή αναφέρονται τα ονόματα των θυμάτων, οικογένειες ολόκληρες, παιδιά, γονείς, παππούδες και γιαγιάδες. Τελευταία σκότωσαν τα παιδιά. 140 από αυτά τα έθαψαν σε ομαδικό τάφο δίπλα στην εκκλησία. Στις πλάκες διαβάζουμε δεκάδες, ίσως εκατοντάδες, ονόματα νεκρών παιδιών όπως: Αλίσια Μάρκες Τσίκας 8 ετών, Οκταβιάνα Λούνα 8 μηνών, κόρη της Γκρεγκόρια Μαρτίνες «9 μηνών» (αντί του ονόματος). Υπολογίζεται πως σφαγιάστηκαν 460 παιδιά. Το έγκλημα διέπραξε η επίλεκτη μονάδα του σαλβαδοριανού στρατού, το Τάγμα Atlacalt, εκπαιδευμένη από τον στρατό των ΗΠΑ στην περίφημη Σχολή των Αμερικών, που βρισκόταν στον Παναμά. Ο Αμερικανός στρατιωτικός σύμβουλος Άλεν Μπρους Χέιζελγουντ (Allen Bruce Hazelwood) ήταν παρών στην σφαγή (ο ίδιος αποποιήθηκε κάθε ευθύνη). Η διοίκηση Ρέιγκαν και το αμερικάνικο μιντιακό κατεστημένο έκαναν ότι μπορούσαν για να συγκαλύψουν το έγκλημα. Στο Ελ Σαλβαδόρ, οι ΗΠΑ ξόδεψαν σε στρατιωτική βοήθεια πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια. Εδώ, αξιοποιώντας την πείρα του Βιετνάμ, τελειοποίησαν την στρατηγική της λεγόμενης «σύγκρουσης χαμηλής έντασης», την οποία επρόκειτο να χρησιμοποιήσουν στο Αφγανιστάν και αλλού.
Στις 15 Μαρτίου 1993, δόθηκε στην δημοσιότητα η έκθεση της Επιτροπής Αλήθειας, που συγκροτήθηκε στα πλαίσια των ειρηνευτικών συμφωνιών του Τσαπουλτέπεκ (Chapultepec), οι οποίες συνάφθηκαν στις 16 Ιανουαρίου 1992. Απέδιδε στον στρατό και τους παρακρατικούς την ευθύνη για το 85% των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν κατά την διάρκεια του εμφυλίου, ενώ στο FMLN μόνο για το 5%. Μόλις πέντε μέρες μετά, στις 20 Μαρτίου 1992, η εθνοσυνέλευση του Ελ Σαλβαδόρ, υπό την πίεση του προέδρου Κριστιάνι, έδωσε αμνηστία. Το 2016 έγινε μια νέα προσπάθεια να ανοίξει το ζήτημα της τιμωρίας των υπευθύνων, την οποία όμως, τo 2019-2021, σταμάτησε ο πρόεδρος Μπουκέλε, που μάλιστα το 2021 απέλυσε τον δικαστή που χειριζόταν την υπόθεση.
Σήμερα το Μορασάν, που πριν τριάντα τόσα χρόνια ήταν καπνίζοντα ερείπια, δείχνει να ευημερεί. Πανέμορφα χωριά, τα οποία έχουν ανοικοδομηθεί εξ ολοκλήρου, με τις περιποιημένες πλατείες τους και τις εκκλησίες, που ξαναχτίστηκαν και το εξωτερικό τους διακοσμήθηκε με τις χαρακτηριστικές λατινοαμερικάνικες τοιχογραφίες, οι οποίες παραπέμπουν στην ιστορία της περιοχής, άνετα μεγάλα σπίτια και όλα αυτά φωλιάζουν σε ένα πανέμορφο ορεινό τοπίο. Νόστιμο φαγητό σε μικρά τοπικά ταβερνάκια, μπάνιο στο καταρράκτη Roza la Culebra, εκδρομή στο Rio Sapo με τα τουρκουάζ κρυστάλλινα πεντακάθαρα νερά του, εδώ θα άξιζε να μείνει κανείς περισσότερες μέρες, εμείς όμως έπρεπε να φύγουμε για το Σαν Σαλβαδόρ (την πρωτεύουσα).
Η ευημερία των κατοίκων του Μορασάν , αλλά και γενικότερα του Ελ Σαλβαδόρ, εξαρτιέται σε μεγάλο βαθμό από τα μεταναστευτικά εμβάσματα. Το 2023, σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα της χώρας, αυτά τα εμβάσματα ανήλθαν στα 8.181 εκατομμύρια δολάρια (1), δηλαδή στο 24% του ΑΕΠ (το 2023, το ΑΕΠ ήταν 34.016 εκατομμύρια δολάρια). Πρόκειται για ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παγκοσμίως. Τα μεταναστευτικά εμβάσματα ξεπερνούν κατά πολύ το σύνολο των εξαγωγών, οι οποίες το 2023 ήταν 6.498 εκατομμύρια. Η συντριπτική πλειοψηφία των μεταναστών από το Ελ Σαλβαδόρ (το 88%) ζει στις ΗΠΑ, όπου υπολογίζονται σε 2,5 εκατομμύρια, από τους οποίους το 1.200.000 έχει γεννηθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες (2). Πολύ υψηλά ποσοστά μετανάστευσης, συχνά ακόμη υψηλότερα, έχουν και άλλες χώρες, π.χ. αυτές της Βαλκανικής. Χωρίς όμως, κατά κανόνα, η μεγάλη μετανάστευση να συνοδεύεται από ανάλογα μεγάλο ύψος μεταναστευτικών εμβασμάτων (3). Στους πέντε Σαλβαδοριανούς που ζουν στις ΗΠΑ οι τέσσερεις βεβαιώνουν πως στέλνουν τακτικά χρήματα σε συγγενείς και φίλους. Το 2018, 400.000 νοικοκυριά στο Ελ Σαλβαδόρ λάμβαναν συχνά μεταναστευτικά εμβάσματα, το 2022 σχεδόν 500.000 νοικοκυριά (4). Ήδη το 2006, στις περιοχές που βρίσκονται κοντά στα σύνορα με την Ονδούρα, τα μεταναστευτικά εμβάσματα μπορούσαν να φτάσουν το 30% του εισοδήματος των νοικοκυριών (5). Η μετανάστευση και το τεράστιο βάρος των εμβασμάτων στην οικονομία της χώρας, έχουν δημιουργήσει σημαντικές κοινωνικές ανακατατάξεις και έχουν παίξει ένα καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση των νοοτροπιών.
Το δεύτερο μέρος του οδοιπορικού την Τετάρτη 14/5. «Από τον ανταρτοπόλεμο στο bitcoin»
(1) https://www.bcr.gob.sv/2024/
(2) Βλ. Pew Research Center. https://docs.google.com/spread
(3) Βλ. https://datosmacro.expansion.
(4) Voz Pública. Así te engañan con el discurso migratorio. Septiembre 2023. https://vozpublica.net/2023/
(5) Monde Diplomatique. Au Salvador, des dollars qui changent la donne